Να περπατάς στα μονοπάτια του Τόρες ντελ Πάινε και του όρους Φιτζρόι, να αφουγκράζεσαι τους κρότους του πάγου στον περίφημο παγετώνα Περίτο Μορένο και λίγες μέρες μετά να πετάς για ώρες με το drone πάνω από φάλαινες Όρκα στη χερσόνησο Βαλντές. Τι άλλο να ζητήσεις από την Παταγονία ως ταξιδιώτης;
κείμενο: Άκης Τεμπερίδης, φωτογραφίες: Α.Τ., Βούλα Νέτου
Όταν φτάσεις στη Γη του Πυρός, περάσεις μερικές μέρες στα πέριξ της Ουσουάγια και μετά κοιτάξεις στο google maps τα χιλιόμετρα που έχεις μπροστά σου μέχρι να επιστρέψεις, για παράδειγμα, στο Μπουένος Άιρες, σε πιάνει απογοήτευση. Πόσο μάλλον όταν ξέρεις ότι αυτό θα σημάνει και το τέλος ενός ταξιδιού ζωής. Η Ουσουάγια μπορεί να μην είναι το τέλος του κόσμου – μιας και η Ανταρκτική έχει εξελιχτεί πλέον σε προορισμό κρουαζιέρας – για τους περισσότερους όμως παραμένει το τελευταίο σύνορο στη νότια Αμερική.
Το είχα βιώσει αυτό το 2010, το ένιωσα και τώρα. Να φτάνεις στο νοτιότερο άκρο της ηπείρου και να ξέρεις ότι αυτή είναι η αρχή του τέλους. Γι’ αυτό και είχαμε επί τούτου αφήσει για την επιστροφή μία τριπλέτα προορισμών που είναι η αφρόκρεμα της Παταγονικής γης. Και ένα τέταρτο προορισμό στον Ατλαντικό, ο οποίος μας επιφύλαξε και μία εκτός δρόμου περιπέτεια με πολλή βροχή και παχιά λάσπη…
Η κάρτ ποστάλ της παταγονίας
Ογδόντα χιλιόμετρα βορειοδυτικά του Πουέρτο Νατάλες βρίσκεται το εθνικό πάρκο Τόρες ντελ Πάινε, όπου “Πάινε” σημαίνει “μπλε” στη γλώσσα των Τεχουέλτσε, των ιθαγενών που συνάντησε πρώτος ο Μαγγελάνος και αποκάλεσε Παταγόνες. Εθνικό πάρκο προστατευμένο από το 1959, καμάρι και καρτ ποστάλ της Χιλής σήμερα.
Ένα υπερθέαμα της φύσης, με τους γρανιτένιους όγκους να παίρνουν μπλε απόχρωση, χάρη στο βαθύ χρώμα του ουρανού και με τις ακτίνες του ήλιου να περνούν μέσα από σύννεφα που χορεύουν ασταμάτητα και καθρεφτίζονται σε λίμνες καθαρές σαν κρύσταλλο. Είχαμε βρεθεί εδώ το 2010, αλλά μείναμε μόνο μία νύχτα και περιηγηθήκαμε αποκλειστικά με το Land Rover, υπό βροχή και εντελώς μόνοι, καθότι ήταν χειμώνας.
Αυτή τη φορά, το πάρκο μας χάρισε διαφορετικές εμπειρίες. Το βρήκαμε πιο οργανωμένο και γεμάτο επισκέπτες μέσα στο φθινόπωρο, οπότε χαρήκαμε πεζοπορικές διαδρομές, όπως το μεγάλο μονοπάτι που καταλήγει στη λίμνη, πάνω από την οποία υψώνονται οι περίφημοι πύργοι. Κουραστικό εγχείρημα, πόσο μάλλον για ένα δωδεκάχρονο παιδί. Οκτώμισι ώρες περπάτημα συνολικά και υψομετρική διαφορά 700 μέτρων. Αν αξίζει; Αναμφισβήτητα. No pain no Paine, που λένε σε αυτά τα μέρη! Η διαδρομή είναι σαν τρενάκι λούνα παρκ. Ανηφορίζει πριν κατεβεί στο ποτάμι, όπου βρίσκεται το ακριβότερο ίσως κάμπινγκ του κόσμου, και συνεχίζει μέσα το δάσος για να αναρριχηθεί μέσα από τη βραχώδη κοίτη ενός χειμάρρου και να καταλήξει σε ένα σημείο που προκαλεί δέος.
Παρότι έχω δει τόσα και τόσα τοπία στη ζωή μου, όταν φτάσαμε μπροστά στη λίμνη και αντίκρυσα πιο κοντά από ποτέ τους τρεις αυτούς ουρανοξύστες από γρανίτη, απλά υποκλίθηκα στον πλανήτη που μας φιλοξενεί! Ακόμη κι αν χρειάστηκε εκατομμύρια χρόνια, πώς κατάφερε να σμιλέψει έτσι τον βράχο; Μόνο που στη διασυνδεδεμένη εποχή μας, είτε θέλεις να απολαύσεις την ηρεμία σου στους πύργους του Πάινε, είτε το ηλιοβασίλεμα στην Οία, το τίμημα είναι πάντα εκείνο το χαζοχαρούμενο πλήθος που σκέφτεται μόνο πώς θα βγάλει την πιο ινσταγκραμική σέλφι.
Ένα μνημείο από πάγο
Λίγο έξω από το Τόρες ντελ Πάινε είναι τα σύνορα της Αργεντινής και 250 χιλιόμετρα πιο βόρεια βρίσκεται το Ελ Καλαφάτε, χτισμένο στη νότια όχθη της λίμνης Αρχεντίνο. Ογδόντα χιλιόμετρα πιο δυτικά, μέσα στο εθνικό πάρκο Λος Γκλασιάρες βρίσκεται ο πιο φωτογραφημένος παγετώνας του πλανήτη, ο Περίτο Μορένο. Με μήκος πενήντα χιλιόμετρα και μέσο πλάτος πέντε, εκβάλλει στη λίμνη με ταχύτητα δύο μέτρων την ημέρα, σαν ποτάμι από λευκό και μπλε πάγο. Σε αντίθεση με τους περισσότερους παγετώνες στον κόσμο, δείχνει να αντιστέκεται στην κλιματική αλλαγή, μιας και δεν έχει συρρικνωθεί τον τελευταίο αιώνα. Όμως οι επιστήμονες παρακολουθούν την εξέλιξή του συστηματικά.
Κάθε τρία με πέντε χρόνια, το μέτωπο του παγετώνα, που έχει ύψος εβδομήντα μέτρα, φτάνει στην απέναντι χερσόνησο της λίμνης – εκεί όπου βρίσκονται οι υπερυψωμένοι μεταλλικοί διάδρομοι για τους επισκέπτες – και δημιουργεί ένα φυσικό φράγμα. Καθώς η στάθμη του νερού στο ένα σκέλος της λίμνης μπορεί να ανεβεί έως και τριάντα μέτρα λόγω του ότι εκβάλλει εκεί ένας ποταμός, ακολουθεί μία περίοδος εντυπωσιακών καταρρεύσεων, η οποία ελκύει χιλιάδες επισκέπτες. Ώσπου μία μέρα, με τις κάμερες στημένες πλέον, κάποιοι τυχεροί θα δουν από κοντά τόνους πάγου να καταρρέουν στη λίμνη, προκαλώντας μεγάλους κυματισμούς.
Όμως το μέτωπο του παγετώνα, καθημερινά και εντελώς απρόβλεπτα καταρρέει, γεμίζοντας τη λίμνη με παγόβουνα που επιπλέουν για μέρες. Ο Περίτο Μορένο είναι ένας μόνο από τους δεκάδες παγετώνες που βρίσκονται στην περιοχή, συνθέτοντας την τρίτη μεγαλύτερη πηγή γλυκού νερού στην Γη μετά την Ανταρκτική και τη Γροιλανδία. Μία μικρή χώρα από πάγο μήκους 350 χιλιομέτρων, η οποία διακρίνεται σαν μία λευκή λωρίδα στις δορυφορικές φωτογραφίες της νότιας Παταγονίας.
Capital Nacional Del Trekking
“Εθνική πρωτεύουσα της πεζοπορίας“, γράφει η ξύλινη πινακίδα στην είσοδο ενός χωριού που χρωστά την ύπαρξή του του σε ένα από τα πιο συγκλονιστικά βουνά των Άνδεων, το Φιτζρόι.
Ερχόμενος από το Καλαφάτε και τον παγετώνα Περίτο Μορένο, με το που προσεγγίζεις τη λίμνη Βιέντμα στρίβεις από τη Ruta 40 προς τα δυτικά και ακολουθείς για ενενήντα χιλιόμετρα τη βόρεια όχθη της μέχρι την κοιλάδα του ποταμού Ρίο ντε λας Βουέλτας. Ο δρόμος καταλήγει σε μία Αργεντίνικη εκδοχή της Αράχωβας, αυτό είναι το Ελ Τσαλτέν. Από εκεί ξεκινά ένα δίκτυο από μονοπάτια, όλα εντελώς δωρεάν, παρότι ανήκουν στο εθνικό πάρκο Λος Γκλασιάρες, όπως και ο Περίτο Μορένο.
Οι Αργεντινοί, σε αντίθεση με τους Χιλιανούς, αφήνουν ελεύθερη την πρόσβαση στα περισσότερα εθνικά τους πάρκα, γνωρίζοντας ότι έτσι δουλεύει καλύτερα ο τουρισμός. Όμως μη νομίζετε ότι είναι φτηνό το Τσαλτέν. Μαζί με το Καλαφάτε, είναι από τους ακριβότερους προορισμούς της Αργεντινής. Ένα πιάτο φαγητό δύσκολα το βρίσκεις κάτω από 14-15 ευρώ, ενώ για ένα δίκλινο δωμάτιο πρέπει να υπολογίσεις από 50 έως 100 ευρώ.
Κι όμως, στις αρχές τις δεκαετίας του ’80, το χωριό απλά δεν υπήρχε. Το 1985 εγκαταστάθηκαν εκεί σαράντα χωροφύλακες, λόγω μίας διαμάχης που επικρατούσε με τη Χιλή, η οποία αμφισβητούσε ένα τμήμα των συνόρων στην κοντινή λίμνη Ελ Ντεσιέρτο. Μέχρι την απογραφή του ’91 ο πληθυσμός του χωριού αυξήθηκε σε 370 κατοίκους και το 2001 έφτασε τους χίλιους. Όμως ο τουρισμός εκτινάχτηκε μόνο μετά το 2015, όταν το Φιτζρόι φιγουράρισε στο εξώφυλλο της ετήσιας έκδοσης Best in Travel του δημοφιλούς Lonely Planet.
Τρεις μέρες στο Τσαλτέν περπατήσαμε πάνω από 50 χιλιόμετρα, είτε προς τη Λαγκούνα ντε Λος Τρες, είτε στη Λαγκούνα Σέρο και σε ενδιάμεσα μονοπάτια. Όταν αναχωρούσαμε από το χωριό, ένιωθα πιο ανανεωμένος από ποτέ αλλά και με ένα κενό μέσα μου. Την επόμενη μέρα, βρισκόμασταν κιόλας στην ακτή του Ατλαντικού, οδηγώντας προς βορρά στον πιο βαρετό δρόμο της νότιας Αμερικής, τη Ruta 3. Όμως κι αυτή μας επιφύλαξε μία πρωτόγνωρη εμπειρία…
Γι’ αυτό δεν είναι οι φίλοι;
Η χερσόνησος Βαλντές είναι ανάμεσα στους κορυφαίους προορισμούς παγκοσμίως για την παρακολούθηση φαλαινών και Όρκα που έρχονται εδώ για να ξεχειμωνιάσουν. Στη νότια πλευρά της χερσονήσου βρίσκεται ένα ακρωτήρι, το Νίνφας, στο οποίο είχαμε ακούσει ότι παρατηρήθηκαν φάλαινες Όρκα. Πήραμε ένα χωματόδρομο, ο οποίος κατέληξε σε ένα φάρο κι εκεί περάσαμε την πρώτη μας νύχτα. Την επόμενη μεταφερθήκαμε στην άκρη ενός γκρεμού με θέα τον Ατλαντικό και αρχίσαμε να ψάχνουμε με τα κυάλια για φάλαινες, αλλά μάταια. Το βράδυ ήρθαν εντελώς απροειδοποίητα και ο Στιβ με τη Μαρτίνα και την κορούλα τους την Έμιλυ, μία γερμανική οικογένεια με το Ducato που είχαμε συναντήσει στο Τόρες ντελ Πάινε.
Και η τρίτη μέρα ξεκίνησε καλά. Αρχικά, εντοπίσαμε μία Όρκα και λίγες ώρες αργότερα μαζεύτηκαν δύο οικογένειες, οι οποίες πηγαινοέρχονταν όλη μέρα από το σημείο όπου είχαμε κατασκηνώσει, κάνοντας διάφορα ακροβατικά, λες και γνώριζαν ότι υπήρχε φιλοθεάμον κοινό.
Απίστευτο το θέαμα από ψηλά, αλλά κυρίως από το drone, με το οποίο πετάς στα επτά με δέκα μέτρα πάνω από τις φάλαινες σαν κινηματογραφιστής του National Geographic. Την τρίτη μέρα αποφασίσαμε να φύγουμε για το Πουέρτο Μάδριν, ενώ οι φίλοι μας προτίμησαν να μείνουν. Τρεις μέρες αργότερα κι ενώ είμασταν έτοιμοι να ξαναβγούμε στον δρόμο προς Μπουένος Άιρες, ξεκίνησε δυνατή βροχή που κράτησε όλη τη νύχτα. Νωρίς το πρωί, χτυπά το κινητό και από την άλλη πλευρά ακούω τον Στιβ φανερά τρομαγμένο: “Άκη βοήθεια, είμαστε εδώ στην άκρη, έχει λάσπη που γλιστράει σαν πάγος και άνεμοι 90 χλμ./ώρα σπρώχνουν το αυτοκινούμενο προς τον γκρεμό”.
Κι εκεί ξεκινά μία περιπέτεια που θα κρατήσει τρεις μέρες και δύο νύχτες στη λασπωμένη πλέον διαδρομή των ογδόντα χιλιομέτρων. Με το Iveco μπροστά με καμμένο εναλλάκτη μετά από δεκάδες υδάτινα περάσματα και εκφορτισμένη μπαταρία και το Ducato σχεδόν πάντα δεμένο από πίσω. Με τους ταλαιπωρημένους ιμάντες να κόβονται και να τους δένουμε κόμπους, και τα δύο οχήματα να περνούν ή να κολλάνε σε τεράστιους νερόλακκους μήκους 80-100 μέτρων. Και τα βράδια να κοιμόμαστε με τα αυτοκινούμενα καταμεσής του δρόμου, μιας και δεν υπήρχε περίπτωση να περάσει άλλο αυτοκίνητο.
Την τρίτη μέρα με δυνατό ήλιο πλέον, σε έναν από τους τελευταίους νερόλακκους της διαδρομής, με ψυχολογία νικητή πλέον, αφήσαμε τους Γερμανούς να περάσουν μόνοι τους και κόλλησαν. Και όπως μπήκαν με φόρα, εισέπνευσε νερό ο κινητήρας και έσβησε, οπότε φτάσαμε στο Πουέρτο Μάδριν με το Ducato δεμένο πίσω από το Iveco. Μόνο που έμεινε από ρεύμα και έσβησε κι αυτό λίγα χιλιόμετρα πριν φτάσουμε στην πόλη. Χάρη στην καλωδίωση με το pick up ενός ντόπιου, ο κινητήρας ξαναπήρε μπροστά και τελικά φτάσαμε εξουθενωμένοι στο πρώτο συνεργείο που βρήκαμε, με την ανησυχία μήπως καταστράφηκε ο turbodiesel του Ducato.
Την επόμενη μέρα ευτυχώς αποδείχτηκε ότι μόνο τα μπεκ του ψεκασμού ήθελαν καθαρισμό και τότε ξέσπασαν οι άνθρωποί μας σε αγκαλιές και φιλιά. Αισθάνονταν δε τόσο υποχρεωμένοι για το ότι τους βγάλαμε από τη λάσπη που έψαχναν να βρουν τρόπο να μας το ανταποδώσουν, ακόμη και με χρήματα. Μία ξέγνοιαστη βραδιά συνοδεία αργεντίνικης πίτσα και καλού Malbec ήταν αρκετή. Ήταν μία περιπέτεια που δημιούργησε μία νέα φιλία και αυτό είναι το καλύτερο δώρο, μαζί με τις ιστορίες που θα έχουμε να αφηγούμαστε μέχρι τα βαθιά μας γεράματα…
Χάρτης διαδρομής
Όλες οι ειδήσεις
Δοκιμή MINI Countryman C: Mini to the (cli)max
How to hypercar: V12 κινητήρας, χειροκίνητο κιβώτιο και πόρτες Gullwing για το ακραίο NILU
Φόρμουλα 1: Συνεχίζει τη «μάχη» για μια θέση στο grid ο Andretti