TRAVEL

Ταξιδιωτικό: Πως νίκησα τον καύσωνα

taxidiotiko-pos-nikisa-ton-kafsona-725124

Ένα φευγάτο, εναλλακτικό και λυτρωτικό οδοιπορικό σε ορεινή Κορινθία και Αχαΐα, αναζητώντας την πολυπόθητη δροσιά

Φωτογραφίες: Κώστας Γαμβρούλης Βίντεο: Βασίλης Κρανίτσας

Το εντυπωσιακό στοιχείο για την  Ελλάδα, είναι πως μετά την Αυστρία και την Ελβετία, έχει την μεγαλύτερη ποσόστωση ορεινού ανάγλυφου σε αναλογία με την έκταση της. Εντάξει, είναι και η Αλβανία, η Ανδόρα και το Μονακό. Αν το πάμε με βάση τα κράτη μέλη της ΕΕ, κατατάσσεται δεύτερη πάντως. Κατοικούμε σε ορεινή χώρα, ή για να το θέσω καλύτερα, κατοικούμε σε μια χώρα που είναι και ορεινή, πέραν όλων των άλλων χαρακτηριστικών της. Μια σταλιά τόπος, με απίστευτη ποικιλομορφία και εναλλαγές παραστάσεων.

Αυτό οφείλεται στην ιστορία της χώρας. Όχι, όχι στους περσικούς πολέμους ή στην συνθήκη των Σεβρών αλλά στην γεωλογική ιστορία, γιατί έχουμε και από αυτή αρκετή. Είμαστε πάνω στο σημείο που συναντώνται δυο τεράστιες τεκτονικές πλάκες, η ευρασιατική και η αφρικανική. Το «κατσαρό» του εδάφους και την άναρχη γεωγραφία, τα χρωστάμε σε αυτό το γεγονός. Και τους σεισμούς επίσης αλλά δεν γίνεται να είναι όλα τέλεια.

Με την πάροδο εκατομμυρίων ετών λοιπόν και ποιος ξέρει μέσα από τι κατακλυσμιαία γεγονότα, στη βόρεια πλευρά της Πελοποννήσου «αναδύθηκε» ένα ορεινό τείχος που αποτελείται από τα βουνά (με διάταξη από τα ανατολικά προς τα δυτικά)  Ζήρεια (Κυλλήνη), Χελμός (Αροάνια) και Ερύμανθος.

Βάση γεωλογικού χρόνου η ύπαρξη μας σε αυτό τον πλανήτη είναι εκατομμυριοστό σε κλάσμα του δευτερολέπτου και αυτό έχει δύο φιλοσοφικές αναγνώσεις, μια πεσιμιστική / μηδενιστική και μια επικούρεια που εν ολίγοις επιτάσσει να το ευχαριστηθείς ότι και αν είναι και όσο και αν είναι.

Θα ήταν ωραίο και πολύ ψαγμένο μια απόδραση να έχει ως αφετηρία και σκοπό, φιλοσοφικές αναζητήσεις αλλά στην προκειμένη περίπτωση το θέμα ήταν καθαρά πρακτικό. Στο εκατομμυριοστό της δικής μου ζωής πάνω στον πλανήτη,  ζεσταινόμουν. Είχα βγάλει την μπέμπελη. Κάψωσα. Σωρευτικά, ο καύσωνας του Ιούλη με είχε εξαντλήσει σωματικά και πνευματικά, έπρεπε να βρεθεί μια λύσις.

Υπήρχε διαθέσιμο ένα Dacia Duster, υπήρχε πεδίο ανοικτό για φευγιό. Συναστρία, ευκαιρία, μην το κουράζουμε με πολύ σκέψη, τα πράγματα φορτώθηκαν με συνοπτικές διαδικασίες και ο στόχος ήταν ένα –χωρίς ιδιαίτερο πρόγραμμα- διήμερο σε Ζήρεια και Χελμό, με στόχο την αναζήτηση της πολυπόθητης δροσιάς.

Υποτίθεται ότι πρέπει να ξεκινάς δυνατά μια αφήγηση αλλά η Ολυμπία Οδός δεν προσφέρεται για κάτι τέτοιο. Ίσως οφείλεται στο γεγονός ότι την έχω διαβεί εκατοντάδες φορές. Κατεύθυνση προς Κόρινθο λοιπόν. Σύγχρονος δρόμος,  έχει διόδια,  έχει σήραγγες. Τα ξέρετε, μάλλον.

Από αλλού ανεβαίνεις από αλλού κατεβαίνεις, κυκλώνοντας  Ζήρεια και μέρος του Χελμού  (google maps)

Για να προσεγγίσει κανείς τη Ζήρεια υπάρχουν πολλές επιλογές, επέλεξα να συνεχίσω μετά την Κόρινθο την Ολυμπία Οδό και να βγω στην έξοδο με την ένδειξη «Κιάτο – Στυμφαλία». Είχα λόγο για αυτό: ένα δρυοδάσος. Όταν βγεις από τον αυτοκινητόδρομο, υπάρχουν δύο κυκλικοί κόμβοι, απλά ακολουθείς τις εξόδους με τις ταμπέλες «Στυμφαλία». Εύκολο.

Ο δρόμος αρχίζει να ανηφορίζει σταδιακά και το πρώτο μεγάλο χωριό που συναντά κανείς είναι το Σούλι. Μετά το Σούλι, ο στόχος είναι το Αστεροσκοπείο Κρυονερίου, που βρίσκεται σε κοντινή απόσταση. Εννοώ όχι το Αστεροσκοπείο, αυτό το χρησιμοποιούμε ως σημάδι, γιατί σχεδόν απέναντι από την έξοδο που οδηγεί σε αυτό, υπάρχει στα δεξιά μας ένας χωματόδρομος που δεν γεμίζει και πολύ το μάτι.

Ο χωματόδορμος που οδηγεί στο δρυοδάσος Μονγγοστού (google maps)

Αν παρατηρήσει κανείς προσεκτικά, έχει μια μίζερη χειρόγραφη και σκουριασμένη πινακίδα, που αναγράφει «ΔΑΣΟΣ». Ο στενός χωματόδρομος διασχίζεται εύκολα με ένα SUV και το Duster δεν είχε κανένα απολύτως πρόβλημα σε αυτό. Ο λόγος που έγινε αυτή η παράκαμψη ήταν το δρυοδάσος του Μονγγοστού το οποίο θα το συναντήσετε επίσης στις αναζητήσεις στο διαδίκτυο και ως Μογγοστού ή Μουγκοστού.

Πρόκειται για μια έκταση 7.000+ στρεμμάτων, ενταγμένη στο δίκτυο Natura, όπου κυριαρχεί η πλατύφυλλος  βελανιδιά και μαζί με τη Φολόη, αποτελούν τα μεγαλύτερα δρυοδάση της Πελοποννήσου και τα μοναδικά εναπομείναντα  από τα αρχαία δάση αυτού του είδους (κάτω από το αυλάκι) που κάλυπταν μεγάλες περιοχές της χώρας.  Ιδανική εποχή για επίσκεψη είναι  το φθινόπωρο, όπου τα φύλλα στα δέντρα παίρνουν υπέροχα χρώματα πριν πέσουν, ενώ οι ώριμοι καρποί στις κουμαριές προσφέρουν δωρεάν θρεπτικότατο και εύγευστο σνακ.

Το μόνο που χρειάζεται προσοχή, είναι ότι το κοκκινόχωμα στον βατό χωματόδρομο που διασχίζει το δάσος, μπορεί εύκολα να μετατραπεί σε «πηλό» με βροχές. Ειδικά ένα σημείο στην είσοδο του δάσους όπου μαζεύει νερά, είναι πρακτικά απροσπέλαστο ακόμα και από φτιαγμένα 4Χ4 οχήματα. Ντάλα κατακαλόκαιρο όλα ήταν στεγνά βέβαια και το υψόμετρο των 600 μέτρων όπου βρίσκεται το δάσος, δεν προσέφερε και πολλά σε ότι αφορά στη δροσιά.

Με τα μπρος – πίσω ξαναβγήκα στον επαρχιακό με κατεύθυνση προς Στυμφαλία. Στα αριστερά του δρόμου ανοίγεται μια μικρής έκτασης κοιλάδα όπου καλλιεργούνται αμπέλια (τι πιο σύνηθες για Κορινθία) τα οποία είναι έτοιμα για κοπή αυτή την εποχή. Το βαθύ πράσινο των αμπελώνων είναι αναμεμειγμένο με το «ξανθό» των σπαρτών που έχουν ήδη συλλεχθεί και δεματοποιηθεί, προσφέροντας εικόνες που θυμίζουν κάτι από μεσοδυτικές πολιτείες των ΗΠΑ. Εντάξει, δεν έχει βουνά στις μεσοδυτικές πολιτείες, οπότε δείτε το κάτω μισό της φωτογραφίας. Φτυστό το Κάνσας δεν είναι;

Συνεχίζοντας και λίγο πριν βγει κανείς στον κάμπο της Στυμφαλίας, το σημείο που σίγουρα θα τραβήξει το βλέμμα είναι μια κάθετη ανύψωση βράχων στα δεξιά. Πρόκειται για τους βράχους της Φρύγανης, οι οποίοι αποτελούν αναρριχητικό πεδίο για όσους επιδίδονται στο συγκεκριμένο σπορ. Τέτοια εποχή ο ήλιος κάνει τους σχηματισμούς αυτούς να ζεματάνε, οπότε αναμενόμενα, θεωρείται off-season και δεν είχε καμία κίνηση.

To αναρριχητικό πεδίο της Φρύγανης. Στο βάθος, οι κορυφές της Μικρής και της Μεγάλης Ζήρειας, με υψόμετρο 2.117 και 2.374 μέτρα αντιστοίχως. Η κορυφή της Μεγάλης Ζήρειας, είναι η δεύτερη ψηλότερη της Πελοποννήσου, μετά από αυτή του Ταΰγετου (2.405 μέτρα) 

Μετά τους βράχους της Φρυγάνης, εισέρχεται πλέον κανείς στην κοιλάδα της λίμνης Στυμφαλίας η οποία λίμνη, δεν αποκαλύπτεται αμέσως. Πρώτα θα συναντήσετε τα ερείπια της μονής Ζάρακα στο αριστερό σας χέρι, που χρονολογούνται από τον 13ο αιώνα, επί Φραγκοκρατίας δηλαδή.

Τα ερείπια της Μονής Ζάρακα. Μην σας μπερδεύει η φωτογραφία, είναι στο αριστερό σας χέρι όπως ανεβαίνετε  

Mόλις μισό χιλιόμετρο από τη μονή Ζάρακα, μια αριστερή στροφή αποκαλύπτει τη λίμνη Στυμφαλία καθώς και έναν χώρο στάθμευσης που προσφέρει εξαιρετική θέα. Η λίμνη, είναι φυσικά γνωστή από την μυθολογία, ως ο τόπος όπου ο Ηρακλής (όχι αυτός) εκμεταλλευόμενος το άνοιγμα της κυνηγετικής περιόδου τα έβαλε με τις Στυμφαλίδες  Όρνιθες, που ήταν ζόρικα ανθρωποφάγα πτηνά με χάλκινα ράμφη και νύχια. Απειλούμενο με εξαφάνιση είδος οι Στυμφαλίδες Όρνιθες αλλά τι να πει και ποιος στον Ηρακλή; Δεν έμπλεκες, τον άφηνες να κάνει τα δικά του.

Η Στυμφαλία  είναι χαρακτηρισμένη Natura περιοχή αλλά δυστυχώς, τα τελευταία χρόνια ο όγκος νερού που διατηρεί έχει μειωθεί σημαντικά, ακόμα και κατά τον χειμώνα και την άνοιξη, με τις καλαμιές να καλύπτουν πλέον το μεγαλύτερο μέρος της επιφάνειας της.

Στο σημείο, λειτουργεί το Μουσείο Περιβάλλοντος Στυμφαλίας, στο οποίο αξίζει μια επίσκεψη. Προσφέρει σημαντικές και πλούσιες πληροφορίες για τον σχηματισμό και το περιβάλλον της λίμνης καθώς και εκθέματα που αφορούν την λαογραφία  της περιοχής, όταν οι κάτοικοι ζούσαν με επίκεντρο τη λίμνη και από τη λίμνη. Στο κτήριο του μουσείου υπάρχει επίσης και μπαλκόνι με εξαιρετική θέα, όπου με κιάλια, μπορεί κανείς  να παρατηρήσει την πλούσια ορνιθοπανίδα που ζει μέσα στους καλαμιώνες.

Αφήνοντας τη λίμνη και συνεχίζοντας την διαδρομή επί του κεντρικού επαρχιακού δρόμου, ο επόμενος προορισμός, ήταν το χωριό Καρτέρι, που σηματοδοτεί και την αρχή της ανάβασης στο βουνό. Σε αυτό το σημείο προτείνω να επιλέξετε το δρόμο αριστερά, προς Λαύκα και ο λόγος είναι για να γλυτώσετε τη γεμάτη φουρκέτες και κλειστές στροφές διαδρομή που οδηγεί στην Καστανιά.  Λίγο πριν μπείτε στη Λαύκα υπάρχει σήμανση που οδηγεί δεξιά σε ένα δρόμο σαφώς καλύτερο από αυτόν που πάει προς Καστανία.

Σαν το Ματριξ… την μπλε διαδρομή ή την γαλάζια. Ε, την μπλε φυσικά! Η παράκαμψη για να γλυτώσετε το στροφιλίκι της Καστανίας. Εκτός και αν είστε με Motard μοτοσυκλέτα που είναι ότι πρέπει για κάτι τέτοια (google maps)

Από την αρχή της ανάβασης κάνουν την εμφάνιση τους τα έλατα, ένδειξη ότι κερδίζουμε σε υψόμετρο. Αυτό που κάνουμε βέβαια είναι ότι περνάμε τον αυχένα της Καστανίας, ένα από τα υψώματα που περικλείουν τον κάμπο Φενεού. Θα τον δούμε να ανοίγεται μπροστά μας σε όλο του το μεγαλείο αμέσως μετά. Μια μεγάλη ισόπεδη έκταση γεμάτη καλλιέργειες, «φραγμένη» σε όλες της τις πλευρές από βουνά και υψώματα.

Ουσιαστικά, είναι ο βυθός μιας λίμνης που παλαιότερα τροφοδοτούταν από τους ποταμούς Όλβιο και Δόξα. Από την αρχαιότητα υπάρχουν αναφορές σχετικά με την αποστράγγιση της λίμνης κατά περιόδους, λόγω της ύπαρξης καταβοθρών στη νότια πλευρά της. Τελευταία φορά που υπήρξε σχηματισμένη λίμνη στην περιοχή ήταν περίπου το 1900, όταν και οι καταβόθρες αυτές αποφράχθηκαν με φυσικό τρόπο και υπήρξε και πάλι αποστράγγιση.

Το γόνιμο έδαφος που αποκαλύφθηκε σε συνδυασμό με την ύπαρξη τρεχούμενου νερού, είχαν ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη των χωριών που περιστοιχίζουν τον κάμπο, με το μεγαλύτερο εξ αυτών και το πιο τουριστικά προσανατολισμένο, να είναι η Γκούρα.  Αξίζει μια επίσκεψη, με την πολύ όμορφη και γραφική πλατεία της να προσφέρεται ιδανικά ως σημείο στάσης για καφέ ή φαγητό.

Από την Γκούρα γύρισα πάντως προς το πίσω, για το χωριό Μεσινό. Υπήρχε λόγος. Στο Μεσινό ξεκινά ο δρόμος που διασχίζει κάθετα τον κάμπο της Φενεού, οδηγώντας «απέναντι» στην Αρχαία Φενεό και σε ένα άλλο σημείο μοναδικής ομορφιάς, την τεχνητή λίμνη Δόξα. Για να μην μπερδευτείτε, λίγο πριν φτάσετε εκεί, σε κάτι δαιδαλώδη ανηφοροκατηφορικά κομμάτια, η οδηγία είναι «στρίφτε παντού δεξιά». Καλό θα ήταν βέβαια να έχουν τοποθετήσει και καμία πινακίδα αλλά… αλλά.

(google maps)

Η λίμνη σχηματίστηκε από την κατασκευή φράγματος το 1990, δεσμεύοντας τα νερά του ποταμού Δόξα σε μια φυσική κοιλότητα. Παρά το ότι είναι τεχνητή, έχει ενταχθεί άριστά στο περιβάλλον γύρω της (και το περιβάλλον στη λίμνη φυσικά…) με το σημείο να αποτελεί πόλο έλξης και να έχει αναπτυχθεί –ευτυχώς ήπια- τουριστικά.

Υπάρχουν ξύλινοι πάγκοι περιμετρικά της λίμνης, ενώ η πρόσβαση στις όχθες είναι δυνατή σε κάποια σημεία. Μπάνιο και κατασκήνωση απαγορεύονται αλλά… αλλά. Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να είναι κανείς πολύ προσεκτικός σε ότι και αν επιχειρήσει γιατί το νερό δεν έχει την άνωση της θάλασσας και η λίμνη βαθαίνει πολύ απότομα, η δε κατασκήνωση θα πρέπει να γίνεται –προφανώς- με σεβασμό στο περιβάλλον.

Σημείο που ξεχωρίζει είναι το εκκλησάκι του Αγίου Φανουρίου το οποίο βρίσκεται στην άκρη μιας προβλήτας, ενώ στην είσοδο αυτού του σχηματισμού συγκεντρώνονται παραγωγοί της περιοχής διαθέτοντας το τοπικά προϊόντα τους προς πώληση.

Στον ασφαλτοστρωμένο δρόμο περιμετρικά της λίμνης υπάρχει μια ανηφορική έξοδος (ασφάλτινη και αυτή) που οδηγεί στο μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου. Από το σημείο η θέα στη λίμνη είναι εξαιρετική ενώ όσοι αρέσκονται στον θρησκευτικό τουρισμό, η μονή είναι ανοικτή στους επισκέπτες.

Το σημείο απ΄όπου συνεχίστηκε το οδοιπορικό, ήταν το φράγμα της Λίμνης Δόξα. Συγκεκριμένα από τον χωματόδρομο που φεύγει κατηφορικά, αριστερά από το φράγμα. Από εκεί γίνεται το πέρασμα από το νομό Κορινθίας, προς το νομό Αχαΐας, μέσα από ένα δίκτυο πανέμορφων δασικών που διατρέχουν την ανατολική πλευρά του Χελμού.

Δεν είναι Βρετανική Κολομβία  αλλά δεν είναι και ευχάριστο να χαθείς στο δάσος της Ζαρούχλας, δώστε προσοχή στις διακλαδώσεις  (google maps)

Οι περισσότεροι χωματόδρομοι καταλήγουν στη Ζαρούχλα. Όχι όλοι όμως, μερικοί είναι αδιέξοδοι και μπορεί να βγάζουν σε στάνες με τσοπανόσκυλα XXL μεγέθους ή να οδηγούν προς άλλες κατευθύνσεις. Η διαδρομή πάντως, είναι αυτή που επισυνάπτεται και ο δρόμος είναι σε καλή κατάσταση, με 2-3 σημεία μόνο να απαιτούν λίγη προσοχή.

SUV περνάει με άνεση, με την επιφύλαξη ότι αν έχουν προηγηθεί βροχές, η κατάσταση του δρόμου μπορεί να αλλάξει προς το πολύ χειρότερο, γιατί στα βουνά βρέχει καρέκλες (και σιφινιέρες και μπουφέδες) για πλάκα, ακόμα και το καλοκαίρι. Καλό είναι πριν το επιχειρήσετε να λάβετε μια ενημέρωση από ντόπιους, αυτοί ξέρουν. Η διαδρομή οδηγεί σε μεγάλο υψόμετρο, με πανέμορφό πυκνό δάσος από έλατα και μαύρη πεύκη, πριν αρχίσει να κατηφορίζει για την Ζαρούχλα. Πλεόν ο νομός είναι Αχαΐας και το εν λόγω χωριουδάκι είναι πανέμορφο, τυπικά ορεινό, με καταλύματα, καφέ και ταβέρνες τα οποία ευτυχώς, δεν έχουν αλλοιώσει τον χαρακτήρα και την γραφικότητα του.

Στη Ζαρούχλα φτάσαμε αργά το απόγευμα και πεινασμένοι, οπότε μετά από ένα εξαιρετικό γεύμα στο οποίο θα διαβάσετε αναλυτικά σε ξεχωριστή αναφορά, πήραμε και πάλι τον χωματόδρομο για πίσω, προκειμένου να στήσουμε σκηνή μέσα στο δάσος, για διανυκτέρευση.  Αυτή η πρακτική προϋποθέτει καλό εξοπλισμό, μια κάποια εμπειρία από camping και μια κάποια εμπειρία από δάσος. Επίσης απαιτείται μεγάλος σεβασμός απέναντι στη φύση. Φωτιές απαγορεύονται δια ροπάλου και σε γενικές γραμμές το «αποτύπωμα» που αφήνουμε πίσω μας πρέπει να είναι το ελάχιστο δυνατό και να περιορίζεται στις πατημασιές από τα παπούτσια μας και τις ροδιές από τα λάστιχα. Με προσοχή οι δεύτερες μάλιστα και ελάχιστα εκτός χωματόδρομων και δασικών.

Εδώ λοιπόν ήταν που η ένδειξη για την θερμοκρασία περιβάλλοντος στο Dacia, έδειξε 18 βαθμούς κελσίου, μόλις ο ήλιος έπεσε. Επιτέλους, δροσιά, αποστολή εξετελέσθη! Από homo airconditionous αισθανθήκαμε και πάλι homo sapiens.  Πέραν τις δροσιάς, τα βουνά προσφέρουν επίσης και κάτι ακόμα που δεν το βρίσκεις πουθενά αλλού. Το βράδυ, λόγω ελάχιστης φωτορύπανσης και καθαρής ατμόσφαιρας αποκαλύπτεται ο έναστρος ουρανός σε όλο του το μεγαλείο. Μπορείς να δεις τον γαλαξία, τους καλοκαιρινούς αστερισμούς και αμέτρητα άστρα. Κάνεις απλά χάζι ή αρχίζεις τις φιλοσοφικές αναζητήσεις του τύπου «τι είμαστε; γιατί είμαστε; ποιος είναι ο σκοπός μας;». Αν βρεις απαντήσεις (εγώ δεν), μπορείς να πείσεις και άλλους και ξεκινήσεις μια αίρεση, έχει λεφτά ως δραστηριότητα. Ή απλά την πέφτεις για ύπνο αν δεν θες να αναλώνεσαι σε τέτοια.

Η επιστροφή έγινε από τον δρόμο που ενώνει την Ζαρούχλα με τον Κορινθιακό κόλπο, καταλήγοντας στην Αιγείρα. Η βόρεια όψη του Χελμού, είναι πιο «άγρια» από την αντίστοιχη της Ζήρειας, με πολύ πιο έντονο ανάγλυφο, απότομες κορυφές και ανυψώσεις και «βαθιές» χαρακιές ανάμεσα τους.

Σε ένα μεγάλο της μήκος η διαδρομή αυτή ακολουθεί την πορεία του ποταμού Κράθη, του οποίου η αρχική πηγή είναι τα Ύδατα της Στυγός στον Χελμό, σε υψόμετρο 2.100 μέτρων!  Ένα σημείο «συνάντησης» με τον Κράθη ποταμό, είναι το γεφυράκι που υπάρχει αμέσως μετά την έξοδο για την λίμνη Τσιβλού. Δυστυχώς λόγω χρόνου δεν μπορέσαμε να επισκεφθούμε και αυτή τη λίμνη, μέχρι το γεφυράκι όμως φτάσαμε και το Duster δροσίστηκε και αυτό στο τσιμεντένιο πέρασμα που έχει κατασκευαστεί στη κοίτη του ποταμού.

Γύρω από το γεφυράκι, έχει ανοικτά και εύκολα προσβάσιμα  σημεία με πλατάνια που προσφέρονται για ανάπαυλα και ναι, είναι δροσερά φυσικά.

Συνεχίζοντας το κατηφόρι προς τον Κορινθιακό, ο δρόμος χαλάει, γίνεται στενός και με πολλά μπαλώματα, οπότε χρειάζεται λίγη προσοχή. Γενικά πάντως, το παράδοξο είναι πως στα ημιορεινά και ορεινά της βόλτας αυτής, οι δρόμοι  ήταν αρκετά καλοί, τόσο σε χάραξη όσο και ποιότητα ασφάλτου και χαλούσαν σταδιακά προς τα πεδινά. Αυτό ίσχυε τόσο στο ανέβασμα από Κιάτο όσο και στο κατέβασμα προς Αιγείρα.

H επιστροφή από Ολυμπιά Οδό φυσικά. Έχει κάτι ενδιαφέροντες σχηματισμούς εκεί στην περιοχή λόγω της διάβρωσης του αργιλώδους εδάφους που θυμίζουν -με αρκετή προσπάθεια ομολογουμένως- Monument Valley στην Utah. Λέμε τώρα. Επίσης, πέραν του πάνεμορφου Βουραϊκού, έχει και δύο φράγγια, άγνωστα, την Φόνισσα και τον Περιστεριώνα, με το δεύτερο να το διασχίζει ο φίλος μας ο Κράθης ποταμός, που αναφέρθηκε πιο πάνω.  Next time…

Το Dacia Duster

Καλό εκδρομικό και ταξιδιωτικό όχημα θεωρείται αυτό που «εκμηδενίζει» την παρουσία του και σε αφήνει απερίσπαστο να απολαύσεις τις παραστάσεις  και την εμπειρία. Το να περνάς απαρατήρητο ως  αυτοκίνητο, προϋποθέτει μια σειρά από προσόντα,  όπως ευκολία στην οδήγηση, φιλικό χαρακτήρα, προβλέψιμη συμπεριφορά και άνεση.

Το Duster τα είχε όλα αυτά και είχε μάλιστα και χώρους ώστε να φορτωθεί με  όλο τον εξοπλισμό, χωρίς να μας υποχρεώσει σε επίλυση χωροταξικών γρίφων. Παρέμεινε άνετο, ακόμα και σε πολύωρη παραμονή στο εσωτερικό του και είχε την απαιτούμενη ισχύ ώστε να ανεβαίνει γοργά τους φιδωτούς ορεινούς δρόμους, χωρίς να προβληματίζει σε καμία περίπτωση με την συμπεριφορά του. Το πιο εντυπωσιακό ήταν το πως διέσχιζε τους χωματόδρομους.

Δεν είναι ότι το πιέσαμε πολύ, άλλωστε 2X4 SUV με ελαστικά δρόμου είναι, ωστόσο η ικανότητα του να φιλτράρει αποτελεσματικά  τα εκτός δρόμου κομμάτια, μετατρέποντας τους χωματόδρομους σε «μοκέτα», αποτελεί ένα από τα δυνατά του σημεία και μαρτυρά πολύ καλή δουλειά στις αναρτήσεις, πόσο μάλλον όταν στην άσφαλτό διατηρούσε σε κάθε περίπτωση τη συνοχή του, χωρίς πλεύσεις και ασάφειες. Από κατανάλωση, η μέση τιμή που καταγράφηκε ήταν 6 λίτρα στα 100 χιλιόμετρα, σε διαδρομές που όπως περιεγράφηκε στο κυρίως κείμενο, περιελάμβαναν τα πάντα.

Την αναλυτική δοκιμή του αυτοκινήτου μπορείτε να την διαβάσετε ΕΔΩ, το συμπέρασμα της δικής μου “δοκιμής”, ήταν ότι σε περίπτωση που επαναληφθεί κάτι παρόμοιο, θα το επιλέξω και πάλι, χωρίς δεύτερες σκέψεις και δισταγμό.

1022μ.: Το γαστρονομικό έπος της Ζαρούχλας

Ένας εύκολος και σχετικά έγκυρος τρόπος για να επιλέξεις το που θα φας σε μέρη που δεν έχεις πρότερη εμπειρία, είναι το να παρατηρήσεις που μαζεύεται ο περισσότερος κόσμος. Στη Ζαρούχλα είχα να πάω χρόνια, οπότε έθεσα σε εφαρμογή αυτό το πλάνο. Το όνομα «1022μ.» ξενίζει αρχικά και αφορά το υψόμετρο του χωριού. Δεύτερο «περίεργο» στοιχείο η ταμπέλα του μενού, που έφερε τον τίτλο «Ελληνική και Ιταλική κουζίνα». Μα, ιταλική κουζίνα επάνω στο βουνό; Ο κόσμος ήταν εκεί πάντως και για άλλη μια φορά, ο κόσμος φάνηκε πως ξέρει!

Το 1022μ. τελεί υπό την διεύθυνση νέων, πολύ φιλικών και εγκάρδιων ανθρώπων. Ο Μάρκο, Ιταλός από το Μιλάνο, σε ένα από αυτά τα «έλα ρε συ…» σενάρια της ζωής, βρέθηκε στη Ζαρούχλα. Έχει το μποστάνι του, βιολογικό 100% και ποτιζόμενο με βουνίσιο νερό. Με αυτά τα φρεσκότατα υλικά ως βάση συνδυάζει την ελληνική και την ιταλική κουζίνα με ένα ευφάνταστο και απίστευτα γευστικό τρόπο. Δεν είναι δα ότι διαφέρουμε και πολύ, το «ούνα φάτσα, ούνα ράτσα» ισχύει και στο φαγητό, μια γειτονία είμαστε. Όπως υπάρχουν κοινοί τόποι όμως υπάρχουν και διαφορές και ο Μάρκο φροντίζει να τα τονίσει όλα!

Σαλάτα με ωμό κολοκύθι ψιλοκομμένο σε μηχανή του προσούτο; Ποίημα! Χοιρινή μποριζόλα; Σαν εξαιρετική «δική μας» ταβέρνας αλλά με στοιχεία που την απογειώνουν! Προσέγγιση «μουσακάς»  με ιταλικό τυρί, φρέσκια ντομάτα και μυρωδικά; Όνειρο! Αν βρεθείτε ποτέ Ζαρούχλα, πιστέψτε μας και εμπιστευθείτε μας, το 1022ν. είναι κορυφή και αυτό δεν αποτελεί «ανταποδοτικό» εγκώμιο επειδή φάγαμε δωρεάν ή τίποτα τέτοιο. Ειλικρινά, πρόκειται για τυχαία ανακάλυψη, από αυτές που σε κάνουν να θες να διανύσεις εκατοντάδες χιλιόμετρα για να βρεθείς ξανά εκεί. Σουπερ φαγητό και 18 βαθμοί; Παράδεισος!

1022μ. Ορεινή Κουζίνα 

Ζαρούχλα Ακράτας

2696 0 34684

6973782443

Όλες οι ειδήσεις

Με την Porsche Taycan 4S στην ορεινή Φωκίδα: Προσανατολισμένη στην τελειότητα

Οι επτά φθηνότεροι προορισμοί για δεκαπενταύγουστο

Οδοιπορικό στην Κρήτη με το υβριδικό Honda HR-V

 

 

 

car-prices
google-news

Περισσότερα Βίντεο