Είναι σα να επιστρέφεις στην αγκαλιά της μάνας σου. Μία αίσθηση ότι ανήκεις ή ότι έρχεσαι από εκεί, κάτι που για αρκετούς από εμάς ισχύει. Ακόμη κι έτσι, χρειάζεται χρόνος για να πεις ότι κατάλαβες τι σημαίνει Κωνσταντινούπολη.
Μετά από μία εβδομάδα στη Ροδόπη παρέα με παλιούς και νέους φίλους που με συγκινητικό τρόπο μας αποχαιρέτησαν, μπήκαμε στην Τουρκία από τα σύνορα των Κήπων την προτελευταία μέρα του χρόνου. Χωρίς την καλύτερη ψυχολογία, μια και όλο το προηγούμενο διάστημα υπήρχε ένα ψυχροπολεμικό κλίμα στα ελληνικά κανάλια. «Προσέχετε εκεί», μας είπαν κάποιοι συγγενείς και φίλοι αλλά δεν δώσαμε σημασία. Να προσέχουμε τι; Τα μποφόρ. Με τους βόρειους ανέμους που φυσούσαν στη Θράκη εκείνη τη μέρα, κάποιες στιγμές φοβηθήκαμε μην μας πάρουν και μας σηκώσουν το Iveco.
Στην Κωνσταντινούπολη φτάσαμε παραμονή της πρωτοχρονιάς μετά από μια διανυκτέρευση στην ιστορική πόλη της Ηράκλειας (Μαρμαρά Ερεγκλισί). Με το GPS να μας δείχνει 40 χιλιόμετρα από το κέντρο, μπήκαμε στο πολεοδομικό συγκρότημα της μεγαλύτερης πόλης της Ευρώπης: ένα συνονθύλευμα από ομοιόμορφες πολυκατοικίες, γυάλινους ουρανοξύστες, φουτουριστικά mall, πεζογέφυρες και ένα λεωφορειόδρομο στο κέντρο του αυτοκινητόδρομου. Τα εκατομμύρια ανθρώπων που ζουν στα αχανή της προάστια είναι ζήτημα αν θα κατεβούν ποτέ στο ιστορικό κέντρο. Δηλαδή, το «ζω στην Πόλη αλλά δεν έχω πάει τα τελευταία χρόνια» πρέπει να είναι νόμος εκεί. Πήραμε μια βαθιά ανάσα πριν κατευθυνθούμε στο κέντρο και τελικά φανήκαμε τυχεροί: στην εφαρμογή park4night βρήκαμε δίπλα στο σταθμό του μετρό του Γενί Καπί ένα περιφραγμένο πάρκινγκ με παροχή 220V, WC και πλυντήριο με 80 λίρες (12 ευρώ) τη βραδιά. Και το Iveco έριξε άγκυρα για τις επόμενες τρεις εβδομάδες.
Η ψυχή της Πόλης
Οι μεγαλουπόλεις δεν είναι αγαπημένοι προορισμοί για τους περισσότερους overlanders. Για διάφορους λόγους: από το υψηλό κόστος και την εγκληματικότητα μέχρι τη δυσκολία εύρεσης ασφαλούς χώρου για διανυκτέρευση μέσα στο όχημα. Με περίφραξη αν είναι δυνατό, τρεχούμενο νερό σε κοντινή απόσταση, αποχέτευση για τα βρώμικα νερά και κοντά σε μινιμάρκετ. Και ας πούμε ότι τα έλυσες αυτά. Το επόμενο θέμα είναι άκρως φιλοσοφικό αλλά κρίσιμης σημασίας για έναν ταξιδιώτη: πώς να κατανοήσεις την ψυχή μιας μεγαλούπολης χωρίς να πέσεις στην παγίδα του τουρίστα; Ειδικά μιας πόλης με 16 εκατομμύρια ψυχές σήμερα και με αδιάκοπη ιστορία 26 αιώνων;
Αν σήμερα το κέντρο του κόσμου είναι η Νέα Υόρκη, για αιώνες ήταν η Κωνσταντινούπολη. Ground zero της μεγαλύτερης σύγκρουσης πολιτισμών και θρησκειών, ήταν η πόλη που άλλαξε το ρου της ιστορίας μεταξύ Ευρώπης και Ασίας – κυριολεκτικά! – για να κρατήσει η ίδια ένα μοναδικό χαρμάνι ευρωπαϊκής και ασιατικής κουλτούρας.
Διόλου τυχαία, μαγνητίζει εκατομμύρια ανθρώπους σήμερα απ΄ όλο τον κόσμο. Οι περισσότεροι από αυτούς έχουν συγκεκριμένη ατζέντα στις λίγες μέρες που θα τη ζήσουν. Θα λιώσουν τις σόλες τους πίσω από έναν ξεναγό με σημαιάκι, τρέχοντας από το Τοπκαπί στο Μπλε Τζαμί και από την Αγιά Σοφιά στο τζαμί του Σουλεϊμάν. Θα ψωνίσουν μπαχαρικά από την Αιγυπτιακή αγορά και ένα χρυσαφικό – έστω έναν επίχρυσο τρίφτη – από το Καπαλί Τσαρσί. Θα περιμένουν ώρες στην ουρά για να ανεβούν στον Πύργο του Γαλατά πριν το ηλιοβασίλεμα, θα βολτάρουν με τουριστικό βαποράκι στο Βόσπορο, θα πιουν κι έναν καφέ στο Φανάρι, θα κάνουν τα ψώνια τους στην Ιστικλάλ και μετά από ένα τούρκικο χαμάμ θα επιστρέψουν ευτυχείς στις χώρες τους με μία θαυμάσια συλλογή φωτογραφιών στο κινητό.
Εμείς τι κάναμε; Καταρχήν πήραμε το χρόνο μας. Αυτές οι γραμμές γράφτηκαν όταν (17/1) ακόμη είμασταν στην Κωνσταντινούπολη! Μάθαμε να κινούμαστε με άνεση στην πόλη και μία μυρωδιά την πήραμε. Αφού προμηθευτήκαμε κάρτα SIM γίναμε τζιμάνια με τα μέσα μαζικής μεταφοράς. Θέλεις να πας στον Κεράτιο κόλπο; Στάση Χαλίτς της γραμμής Μ2. Ιστικλάλ; Πιο πάνω, στάση Τακσίμ. Αγιά Σοφιά; Περπάτημα ή τραμ από το Γενί Καπί. Από εκεί με τραμ για Εμινονού, περνάς τη γέφυρα του Γαλατά και φτάνεις μέχρι το Καμπατάς απ’ όπου επίσης μπορείς να πάρεις ένα από τα δεκάδες βαποράκια για το Βόσπορο. Με κόστος 0,4 ευρώ παρακαλώ! Το θέμα είναι ότι κάθε μέρα να βγαίνεις έξω και να γυρίζεις, η πόλη αυτή δεν τελειώνει.
Ούτε οι γεύσεις, ούτε οι μυρωδιές ούτε τα κατατόπια της. Μας έκανε να αφήσουμε στην άκρη τη δική μας κουζίνα στο κάμπερ και να τρώμε κάθε μέρα έξω. Όχι στα ακριβά αλλά στο πόδι: μοσχαρίσιο ντονέρ, Άδανα κεμπάπ, κιοφτέ ή παστιρμαλί πίντε – έτσι λέγεται το πεϊνιρλί με παστουρμά. Κοκορέτσι όχι. Για επιδόρπιο, ένα χαλκά – τουλουμπάκι κυκλικό – ή ένα κομμάτι μπακλαβά. Κιουνεφέ ακόμη δεν δοκιμάσαμε! Αλλά μάθαμε να πίνουμε τσάι αντί για καπουτσίνο σε κάθε συνοικία. Δοκιμάσαμε το δικό τους σαλέπι, που είναι διαφορετικό. Μπήκαμε στο Πατριαρχείο.
Περπατήσαμε στο Ορτάκιοϊ με τη γέφυρα να κρέμεται πάνω από το τζαμί. Κάναμε παρέα με το Θεόφιλο και τη Μαρία, δύο παιδιά που έχουν μετοικήσει για επαγγελματικούς λόγους εδώ και πέντε χρόνια στην Πόλη. Ζουν καλά και δεν σκέφτονται για την ώρα να επιστρέψουν. Πήραμε και μία γεύση από την απαράμιλλη Πολίτικη ριβιέρα. Όταν διαβάζετε αυτές τις γραμμές ελπίζουμε να έχουμε πάει στα Πριγκηπονήσια και να έχουμε (ξανα)μπει επιτέλους στην Αγιά Σοφιά. Όμως, είχαμε την τύχη να περάσουμε μία ολόκληρη μέρα με τα 50 περίπου παιδιά του ιστορικού Ζωγράφειου σχολείου, που παραμένει ζωντανό από το 1893 μέχρι σήμερα. Και γνωρίσαμε μία χούφτα Έλληνες της Πόλης –Ρωμιούς όπως τους λένε εδώ – που μας αφηγήθηκαν τα Σεπτεμβριανά του 1956, όταν τους δόθηκε διορία ημερών να πολιτογραφηθούν Τούρκοι ή να τα μαζέψουν και να φύγουν.
Πόσες ιστορίες μπορεί να σου πει μια Πόλη…
Νιώθουμε ότι και μήνες να μέναμε εδώ, κάθε μέρα κάτι θα μαθαίναμε. Θα μπορούσαμε όμως να αγγίξουμε την ψυχή της; Δύσκολο αν δεν ζούσαμε μόνιμα εδώ όπως οι παππούδες μας – κυριολεκτικά οι παππούδες μου. Όμως αυτή η μικρή γεύση από Πολίτικη κουζίνα και ζωή είναι μόνο το εφαλτήριο για το ταξίδι μας στην κεντρική Ασία. Από τη μητέρα όλων των πόλεων συνεχίζουμε προς τη Μικρά Ασία και από εκεί προς την Ανατολία και τον Πόντο. Η περιπέτεια ξεκίνησε και στο επόμενο τεύχος θα είμαστε και πάλι εδώ.
ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΦΤΗΝΗ
Προσέξτε τι σας χρεώνουν στην Πόλη. Διπλές τιμές ισχύουν σε όλες σχεδόν τις υπηρεσίες. Είτε επίσημα, όπως σε μία κάρτα SIM (κοστίζει τα μισά με τουρκικό διαβατήριο), είτε υπόγεια, σε εστιατόρια και καφέ, όπου συνήθως υπάρχει ειδικός τιμοκατάλογος για ξένους. Ελάχιστα μαγαζιά αναρτούν τιμές των προϊόντων τους – ίσως γι’ αυτό ακριβώς. Α, και για τη χαρά του παζαριού.
Ενδεικτικές τιμές: βενζίνη/diesel 1,05/0,95 €, ντονέρ 2,3-3,8€, μεσαίο γεύμα για δύο 15€, McMenu 3,6-4,5€, νερό 50 ml 0,2€, σιροπιαστά/κιλό 15-25€, εισιτήριο μετρό/τραμ/βαπόρι 0,4€, ταξί σημαία 0,9€ και 0,5/χλμ., κάρτα SIM (10Gb) 20€, μέσος μισθός 400€