Γιατί και πως αγαπήσαμε τις μοτοσυκλέτες – Το Royal Enfield Interceptor 650 θυμίζει στους παλιούς και μαθαίνει στους νεότερους
Του Κώστα Γαμβρούλη
Φωτογραγφίες: Ναυσικά Βασιλειάδου
Το να οδηγάς κατ επιλογή και συνειδητά μοτοσυκλέτα, είναι κάτι που διέπεται από το πάθος. Μπορεί για κάποιους αυτό να έχει μετουσιωθεί σε μια δυναμική σχέση με τελικές, στριψίματα και αδρεναλίνη, για άλλους πάλι με το «φευγιό» και τα ταξίδια. Όποια και αν είναι όμως η εξέλιξη, η αφετηρία ήταν κοινή για όλους μας, ένας βασικός πυρήνας αισθήσεων του οποίου γίναμε κοινωνοί στις πρώτες μας βόλτες. Ήταν αυτές οι πρώτες μας βόλτες με δίτροχα απλά και λιτά, που μας «μπόλιασαν» με την αίσθηση ελευθερίας και αυτονομίας, που μόνο η μοτοσυκλέτα μπορεί να προσφέρει.
Άλμα στο σήμερα. Οι μοτοσυκλέτες έχουν εξειδικευτεί σε πολύ μεγάλο βαθμό και είναι «φορτωμένες» με τεχνολογία και πολυπλοκότητα. Είναι η φυσική διαδικασία της εξέλιξης, δεν υπάρχει τίποτα κακό σε αυτό. Ωστόσο για μια μερίδα αναβατών, που αποζητούσε αυτές τις ξεχασμένες αισθήσεις της «πρώτης αγάπης», τα πράγματα μέχρι πριν λίγα χρόνια ήταν δύσκολα και ο μόνος δρόμος ήταν η απόκτηση ενός μοντέλου του «τότε» με ότι αυτό μπορεί να συνεπαγόταν σε έξοδα συντήρησης και δυσκολίες στη καθημερινή συμβίωση.
Η τάση ήταν μεγάλη, αρκετά μεγάλη ώστε να περάσει απαρατήρητη για τους κατασκευαστές και έτσι τα τελευταία χρόνια δημιουργήθηκε, με «εκρηκτική ανάπτυξη», η κατηγορία των «νεορετρό». Είναι σχήμα οξύμωρο να εμπεριέχονται σε μια λέξη το «νέο» και το «ρετρό», από την άλλη βέβαια, η ίδια η κατηγορία αποτελεί μια «παραδοξότητα». Ουσιαστικά, είναι καθ όλα σύγχρονες μοτοσυκλέτες, που αναπαράγουν τις φόρμες και τη σχεδίαση των… «γιαγιάδων» τους.
Πέραν όμως από της εμφάνισης, θα πρέπει με το «vintage» του όλο πράγματος να συμπλέει και η αίσθηση και εκεί είναι που τα πράγματα χωλαίνουν λίγο. Βλέπετε, λόγω της δημοτικότητας της συγκεκριμένης κατηγορίας, πολλοί κατασκευαστές θέλησαν να αποσπάσουν μερίδιο και το έκαναν α) αρκούμενοι μόνο στα της εμφάνισης και β) χωρίς να έχουν το απαραίτητα ιστορικό υπόβαθρο για να υποστηρίξουν κάτι τέτοιο.
Εν ολίγοις, στη νεορετρό κατηγορία υπάρχουν εξαίρετα παραδείγματα μοντέλων και άλλα που είναι «βεβιασμένα», περιοριζόμενα μόνο στο «φαίνεσθαι».
Να η ευκαιρία
Η Royal Enfield, δεν χρειάστηκε να προσπαθήσει καθόλου να «πείσει», ούτε να προσποιηθεί κάτι που δεν είναι. Αν υπηρχε μια εταιρεία που θα μπορούσε να διαπρέψει στη συγκεκριμένη κατηγορία ήταν αυτή, και το μόνο που χρειαζόταν, ήταν… να είναι ο εαυτός της.
Την Royal Enfield οι περισσότεροι την γνωρίσαμε ως μια ινδική εταιρεία με βρετανικές ρίζες, η οποία παρήγαγε αυθεντικές κλασικές / ρετρό μοτοσυκλέτες, βασισμένες σε σχέδια του 1960, πολύ πριν τα νεορετρό γίνουν της μόδας. Αυτός ήταν ο χαρακτήρας της και το στίγμα της στην αγορά. Είχε έρθει λοιπόν, η ώρα της να βγει στο προσκήνιο!
Όπως και έγινε, με την εταιρεία να παρουσιάζει πληθώρα νέων μοντέλων, συμπεριλαμβανομένων για πρώτη φορά, επί ινδικής ιδιοκτησίας, και δικύλινδρων. Τα Interceptor 650 και Continental GT 650 αποκαλύφθηκαν το 2018, «πατώντας» πάνω στο Interceptor της βρετανικής Royal Enfield του 1960. Όταν λέω «πατώντας» δεν εννοώ φυσικά ότι αποτελούν αντίγραφα αυτού.
Τα αναγκαία βαρετά
Οι ινδοί σχεδίασαν από λευκό χαρτί έναν δικύλινδρο σε σειρά αεροελαιόψυκτο κινητήρα και το έκαναν στο R&D τμήμα τους, που βρίσκεται επί βρετανικού εδάφους. Βρετανικής καταγωγής είναι και το ατσάλινο πλαίσιο τύπου featherbed, που κατασκευάστηκε βάση σχεδίων του γνωστού για τις δομικές του μονάδες οίκου, Harris Perfromance.
Άλλαξαν και πολλά επίσης, εννοώ, σε σχέση με το βρετανικό αρχέτυπο της «κλασικής δικύλινδρης σε σειρά μοτοσυκλέτας», με το σημαντικότερο να είναι ότι η ανάφλεξη στο μοτέρ δεν γίνεται στις 360 μοίρες, όπου τα πιστόνια παλινδρομούν παράλληλα, αλλά στις 270 μοίρες, κάτι που βγάζει πιο «V» αίσθηση και – το σημαντικότερο- δεν παράγει πολλούς κραδασμούς.
Οι βαλβίδες είναι οκτώ, οδηγούμενες από μονό εκκεντροφόρο στην κεφαλή, η τροφοδοσία γίνεται μέσω ψεκασμού και ο κινητήρας των 648 κ.εκ., συμμορφώνεται φυσικά με τις τρέχουσες Euro 5 προδιαγραφές. Οι ανακοινώσιμες τιμές απόδοσης είναι 47 ίπποι στις 7.150 σ.α.λ. και 52 Νm στις 5.250 σ.α.λ.,οι οποίες ακούγονται μια χαρά για τη συγκεκριμένη κατηγορία, όπου το θέμα δεν είναι το «πόσο;» αλλά το «πως;». Θα έρθουμε και σε αυτό, πιο κάτω.
Σχεδιαστικά, δεν μπορούν αν ειπωθούν και πολλά, το πράγμα μιλάει από μόνο του και τραβάει τα βλέμματα σαν μαγνήτης. Αρέσουν αυτές οι μοτοσυκλέτες ακόμα και σε ανθρώπους που δεν έχουν σχέση με τους δύο τροχούς. Ρεζερβουάρ, κινητήρας και τροχοί, δωρικά και απλά, που ενώνονται μεταξύ τους με μεγάλη προσοχή στη λεπτομέρεια και υψηλή ποιότητα κατασκευής.
Η σέλα είναι επίπεδη και μακρόστενη, σε καμία περίπτωση δεν προσφέρει την άνεση «πολυθρόνας» ενός τουριστικού μοντέλου αλλά δεν είναι και αυτό το ζητούμενο. Για τη χρήση του συγκεκριμένου μοντέλου, είναι μια χαρά. Μια χαρά είναι και ο πίνακας οργάνων αποτελούμενος από δύο αναλογικά ρολόγια, ταχύμετρο και στροφόμετρο, ενώ στο πρώτο υπάρχει και μια μικρή LCD οθόνη που και να μην υπήρχε… δεν θα χάλαγε κανέναν.
Τροχοί ακτινωτοί (υπάρχει και έκδοση με χυτούς) με μαύρα στεφάνια, οι οποίο φέρουν ελαστικά διαστάσεων 100/90-18 μπροστά και 130/70-18, πίσω. Την πέδηση αναλαμβάνουν μονά δισκόφρενα 320 και 240 χλστ. με δαγκάνες της bybre που είναι θυγατρική εταιρεία της brembo, ενώ υπάρχει δικάναλο ABS. Στις αναρτήσεις η απλότητα συνεχίζεται με συμβατικό τηλεσκοπικό πιρούνι και δύο μονά αμορτισέρ που φέρουν ξεχωριστό ρεζερβουάρ αζώτου. Όλα αυτά, για ένα βάρος 217 κιλών, με το ρεζερβουάρ των 13,7 λίτρων, γεμάτο.
Μας έσκασες!
Άντε να ξεκινήσω επιτέλους και το ζητούμενο, τη δοκιμή δηλαδή. Για να οδηγήσεις το Royal Enfiled Interceptor 650, πρέπει να ανέβεις πάνω του (σώπα…) και η διαδικασία είναι πανεύκολη, με το ύψος της σέλας να βρίσκεται στα 805 χλστ. Η θέση οδήγησης είναι «καμαρωτή» με τον κορμό σχετικά κάθετα και τα πόδια σχετικά μπροστά. Αυτό που είναι λίγο περίεργο είναι ότι η απόσταση μαρσπιέ – σέλας είναι μικρή, οδηγώντας τα γόνατα σε πιο κλειστές γωνίες από αυτό που θα περίμενες και το γράφει αυτό άνθρωπος με ύψος 177 εκατοστών, όχι κάνα «ντερέκι».
Το καλό είναι ότι η σέλα είναι επίπεδη όποτε μπορείς να τραβηχτείς πιο πίσω και να βρεις το «σημείο» σου πάνω στη μοτοσυκλέτα. Το βάρος, είναι πολύ μεγάλο σαν αίσθηση σηκώνοντας τη μοτοσυκλέτα από το σταντ ή μανουβράροντας της στο παρκάρισμα.
Ευτυχώς εν κινήσει, η αίσθηση αυτή εξαφανίζεται και το βάρος μετατοπίζεται πολύ χαμηλά, νομίζεις ότι είναι συγκεντρωμένο στο σημείο επαφής των τροχών με το δρόμο. Το Interceptor 650 απαιτεί μια εμφατική προσπάθεια για να πάρει κλίση και να αλλάξει κατεύθυνση, σε σύγκριση με μια μοτοσυκλέτα αντίστοιχου κυβισμού από άλλη κατηγορία. Δεν είναι κάτι δύσκολο ή αρνητικό, είναι «διαφορετικό» και συνηθίζεται πολύ γρήγορα, σημαντικό δε είναι ότι άπαξ και μπει σε «τροχιά» έχει αίσθηση «τρένου» σε ράγες.
Ο συμπλέκτης είναι πολύ μαλακός και προοδευτικός, ενώ το 6τάχυτο κιβώτιο είναι «ποίημα», θετικότατο και ακριβές, χωρίς ζόρια, νεκρές στο πουθενά και μηχανικούς θορύβους. Καμία απολύτως σχέση με «vintage» εδώ, η όλη αίσθηση θυμίζει «Ιαπωνία» στα καλύτερα της και δεν υπερβάλλω καθόλου.
Έχεις ροπή; Έχω ροπή!
Αν χαρακτηρίζει κάτι τον κινητήρα, αυτό είναι η ροπή. Πανταχού παρούσα σε όλο το φάσμα της λειτουργίας και διαθέσιμη από πολύ χαμηλά. Πρώτη βάζεις όταν ξεκινάς, μετά ανεβάζεις 2 ή και 3 σχέσεις και απλά ανοιγοκλείνεις το γκάζι, εισπράττοντας μεστή ώθηση προς τα μπροστά, χωρίς σκορτσαρίσματα και κομπιάσματα. Γενικά η λειτουργιά του κινητήρα είναι απόλυτα ταιριαστή με τον χαρακτήρα της μοτοσυκλέτας, μπορεί να μην ανεβάζει σαν τρελός ούτε του αρέσουν οι περιοχές κοντά στα κόκκινα αλλά αν θέλετε τέτοια, μάλλον σε λάθος κατηγορία ψάχνεστε.
Για βόλτα, για μέσα στην πόλη και για αποδράσεις εκτός αυτής, το μοτέρ κάνει αυτό που πρέπει και δεν αισθάνεσαι ποτέ έλλειψη ή υστέρηση σε κάτι. Το μόνο παράπονο – και δεν φταίει η Royal Enfield σε αυτό- είναι ότι ο κινητήρας δεν ακούγεται, με τα διπλά τελικά να εκπέμπουν ένα «ψίθυρο» για να μην ενοχλούνται οι χαρτογιακάδες της ΕΕ. Σε αυτού του είδους τις μοτοσυκλέτες, θα έπρεπε να υπάρχει εξαίρεση και ελαστικότητα στους νόμους, αφού αυτό που εκπέμπουν, είναι «μνημείο παγκόσμιας ηχητικής κληρονομιάς».
Όλο αυτό το φίμωμα έχει και μια άλλη επίδραση, αφού κυνηγώντας την τελική της μοτοσυκλέτας ξαφνικά πέφτεις πάνω σε ένα «τείχος» που μαρτυρά «στραγγαλισμένη» αναπνοή. Όλες οι ενδείξεις δείχνουν ότι το μοτέρ μπορεί, αλλά δεν το αφήνουν οι ηλίθιες προδιαγραφές. Κάτι παραβατικοί τύποι που δεν θέλουμε να έχουμε σχέση μαζί τους, κάτι τιποτένιοι, βάζουν πιο ανοικτές εξατμίσεις και αλλάζουν φίλτρα και υπάρχουν και βελτιωτικά kit από την Royal Enfield που μπορούν να τα διορθώσουν όλα αυτά. Δεν σας το είπαμε εμείς, δεν ξέρουμε τίποτα.
Αυτό που θα σας πούμε είναι ότι η μοτοσυκλέτα μπορεί να ταξιδεύει όλη μέρα «γουργουρίζοντας», με το στροφόμετρο να είναι «αραγμένο» στις 5.000 σ.α.λ. μέχρι του μέγιστου νόμιμου ορίου των 130 χλμ./ώρα στις εθνικές. Και αυτό είναι ότι πιο ασύμβατο και βαρετό μπορείς να κάνεις με αυτή την μοτοσυκλέτα. Θες ταξίδι; Από επαρχιακούς θα την πας και θα σε πάει και θα το ευχαριστηθείτε και οι δύο.
«Να κυλάς σαν ποταμός»
Ακούγεται σαν βουδιστικό ρητό αλλά ναι, τη «νιρβάνα» σου με αυτή τη μοτοσυκλέτα θα τη βρεις όταν μπεις στη «ροή» του δρόμου, όχι όταν κάνεις φουλ επίθεση με το βλέμμα του τρελού και τους παλμούς «στο Θεό». Δεν θα προκαλέσει έκπληξη αν πω ότι το Interceptor δεν συμπαθεί τις απότομες αλλαγές κατεύθυνσης, τα φρένα τελευταίας στιγμής και γενικά, το break dance. Θέλει βαλς και ξέρει να χορεύει πάρα πολύ καλά με σταθερότατα και σίγουρα βήματα στο δρόμο.
Αν είσαι τέτοιος «καβαλιέρος» θα το καταευχαριστηθείς και ναι, το βαλς μπορεί να γίνει και διασκεδαστικό. Σε αυτό το τέμπο, που μπορεί κάλλιστα να είναι και σβέλτο / γοργό, οι αναρτήσεις δουλεύουν τέλεια, τα φρένα είναι σίγουρα αποδίδοντας με διάρκεια και ο κινητήρας δεν νοιάζεται και πολύ για το αν είσαι «μια πάνω», θα υπακούσει θετικότατα στο άνοιγμα του γκαζιού.
Το μόνο που χαλάει την εικόνα, και αυτό φαίνεται κυρίως μέσα στην πόλη, όπου σημειωτέον, το Interceptor 650 μπορεί με άνεση να αποτελέσει το καθημερινό σας commuter, είναι τα ελαστικά πρώτης τοποθέτησης της CEAT. Αργούν να ζεσταθούν και έχουν μια αντιπάθεια στο βρεγμένο και στο χαμηλής πρόσφυσης πράγμα που ονομάζουμε «άσφαλτο» στην Ελλάδα. Αν αποφασίσετε να συνάψετε δεσμό με τη συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα, προτείνεται η άμεση αλλαγή τους με κάτι πιο ποιοτικό.
Να το πάρω;
Να το πάρεις, να ζήσετε και βίον ανθόσπαρτον. Κάνει όλα αυτά που θες και που υπόσχεται με την εμφάνιση του, αρκεί… να ξέρεις τι θες και να είσαι κατασταλαγμένος.
Μάλιστα, από τα 6.990 € που ξεκινούν οι τιμές του, ποσό που αντιστοιχεί σε 350άρι scooter πλέον, είναι ο πιο προσιτός τρόπος για να εισαχθείς στην κατηγορία. Με τα χρήματα αυτά αγοράζεις αυθεντική αίσθηση και «μπόλικη» μοτοσυκλέτα 650 κ.εκ. με δικύλινδρο κινητήρα. Το πώς θα εξελιχθεί η συμβίωση σας, είναι καθαρά δικό σου θέμα υποψήφιε αγοραστή.
Μπορείς να την αφήσεις ως έχει ή μπορείς να επιδοθείς σε μετατροπές και customizing που εκτείνεται από απλές αισθητικές παρεμβάσεις, μέχρι «το τουμπάνιασα τέρμα και το βάζω σε πίστα». Το σίγουρο είναι ότι το Interceptor 650 αποτελεί μια εξαίρετη βάση ως έχει ή μια εξαίρετη βάση για να του «αλλάξεις τα φώτα» και δεν εννοώ το μπροστινό LED φανάρι. Ανάμεσα σε όλα αυτά, θα σου θυμίσει γιατί αγάπησες τις μοτοσυκλέτες και αυτό είναι το σημαντικότερο, αν θες τη γνώμη μου.
«Εν τάχει» παρατηρήσεις
-Η κατανάλωση δεν ξεπερνά ποτέ τα 5 λίτρα / 100 χιλιόμετρα ακόμα και αν οδηγάς «ασύμβατα» το Interceptor, με το μοτέρ στα όρια
-Επί της ευκαιρίας, σε παρατετεμένη πίεση του μοτέρ στα όρια, όταν επέστρεφε στο ρελαντί έκανε σαν γάτος δίπλα σε τζάκι Φλεβάρη μήνα (για καλό το λέω)
-Ο δείκτης βενζίνης δεν είναι και ότι πιο αξιόπιστο
-Καλό ότι υπάρχει πλαϊνό και κεντρικό σταντ, κακό ότι το πρώτο είναι κοντό και η μοτοσυκλέτα παίρνει μεγάλη κλίση, ενώ το δεύτερο θέλει… μπράτσα
-Μην το πάρετε αν δεν είστε κοινωνικοί τύποι, οι ερωτήσεις από τον κόσμο πέφτουν βροχή
-Καθρεπτες έτσι και έτσι, καλό θα ήταν να κάλυπταν μεγαλύτερο εύρος
-ABS άψογο, αλλά δουλεύει υπερωρίες ειδικά μέσα στην πόλη, λόγω των μέτριων ελαστικών
-Υπάρχουν διάθεσιμα ένα σκασμός αξεσουάρ και πρόσθετα, τόσο από την Royal Enfield, όσο και από τρίτους, για να διαμμορφώσεις το Interceptor όπως τραβά η όρεξη σου
-Κραδασμοί από το μοτέρ δεν υπάρχουν, η λειτουργία του είναι αρκούντως πολιτισμένη
-Στο ταξίδι, ε, θα χρειαστείτε στάσεις ανά μια – μιάμιση ώρα για το ξέπιασμα. Άλλωστε με αυτές τις μοτοσυκλέτες οι στάσεις επιβάλλονται
-Προσωπικά δεν μου άρεσε ούτε το «μπαράκι» στο τιμόνι, ούτε οι «φυσούνες» στα καλάμια. Ή θα είναι roadster (που αυτό είναι) ή θα είναι scrambler (που δεν είναι αλλά μπορεί να γίνει αν το θες)
Μύλοι Αργολίδος
Για τις ανάγκες της δοκιμής και προκειμένου η μοτοσυκλέτα να οδηγηθεί σε διάφορα πεδία (εθνική και δευτερεύοντες επαρχιακοί) πραγματοποιήθηκε ημερήσια απόδραση με προορισμό τους Μύλους Αργολίδας. Οι Μύλοι είναι ένα παραθαλάσσιο χωριό κοντά στο Ναύπλιο και στο Άργος, όπου και υπάρχει ένα «κοιμητήριο» τρένων στο σταθμό «Μύλοι» που αποτελούσε μέρος του πάλαι ποτέ ενεργού σιδηροδρομικού δικτύου της Πελοποννήσου. Στους Μύλους βρίσκεται επίσης και η θέση / πηγή Λέρνα, απ όπου και προέρχεται ο μύθος της Λερναίας Ύδρας. Υπάρχουν καφέ και εστιατόρια ανοικτά όλο το χρόνο, με τους Μύλους να είναι γνωστοί για το περίφημο σουβλάκι τους. Το καλαμάκι. Ή όπως το λέτε στη Θεσσαλονίκη εν πάση περιπτώσει. Αξίζει σίγουρα μια επίσκεψη!
Gallery
Εξοπλισμός αναβάτη από την
Γάντια Nazran RX10
Κράνος Nolan N60-6 Special
Royal Enfield Interceptor 650
Tιμή: Από 6.990 €
Κινητήρας
Τύπος: Δικύλινδρος σε σειρά, αεροελαιόψυκτος
Χωρητικότητα: 647,9 κ.εκ.
Ισχύς: 47 ίπποι / 7.150 σ.α.λ.
Ροπή: 52 Νm / 5.250 σ.α.λ.
Κιβώτιο
Τύπος: Μηχανικό, έξι σχέσεων
Συμπλέκτης
Τύπος: Υγρός πολύδισκος
Τελική Μετάδοση
Τύπος: Αλυσίδα
Ρεζερβουάρ
Χωρητικότητα: 13,7 λίτρα
Πλαίσιο
Τύπος: Ατσάλινο σωληνωτό, τύπου featherbed
Αναρτήσεις
Μπροστά: Συμβατικό τηλεσκοπικό πιρούνι
Πίσω: Μονά αμορτισέρ με ξεχωριστό δοχείο αζώτου
Φρένα
Μπροστά: Μονό δισκόφρενο διαμέτρου 320 χλστ., δαγκάνα δύο εμβόλων / ABS
Πίσω: Μονό δισκόφρενο διαμέτρου 240 χλστ., δαγκάνα ενός εμβόλου / ABS
Διαστάσεις
Μεταξόνιο: 1.398 χλστ.
Μήκος: 2.119 χλστ.
Πλάτος: 835 χλστ.
Ύψος: 1.067 χλστ.
Ύψος σέλας: 805 χλστ.
Απόσταση από το έδαφος: 174 χλστ.
Βάρος
217 κιλά (με γεμάτο ρεζερβουάρ)
Όλες οι ειδήσεις
Η Honda παρουσίασε νέο κινητήρα και δεν μοιάζει με τίποτα απ όσα ξέρατε
SYM TTL BD 2025 – Ένα scooter για να γυρίσεις όλο τον κόσμο!