Οι λέξεις «ποιότητα κατασκευής», «τεχνολογική υπεροχή», «οµορφιά Super Car», αλλά και «επιδόσεις», «διαβολική» και «muscle-cruiser αγρίµι» θα µπορούσαν να περιγράψουν µόνο µία µοτοσικλέτα. Το όνοµα αυτής Ducati Diavel V4!
του Ηλία Λαΐτσα, φωτογραφίες Ναυσικά Βασιλειάδου
Εδώ και χρόνια γνωρίζουµε πως το όνοµα Ducati στο χώρο της µοτοσικλέτας είναι συνώνυµο µε την ποιότητα κατασκευής και την τεχνολογική υπεροχή. Χρειάζεται προσπάθεια από την εταιρεία να φτιάξει µια µοτοσικλέτα που δεν θα ενθουσιάσει το κοινό. Η κάθε της κατασκευή είναι ένα µικρό διαµάντι, που κάποιες στιγµές σκέφτεσαι ότι πιο πολύ θα την ήθελες διακοσµητική στο σαλόνι σου, παρά στο δρόµο. Ένα τέτοιο διαµάντι είναι και η Ducati Diavel V4!
Εµφάνιση που σου τρέχουν τα σάλια
Η πρώτη φορά που το βλέµµα πέφτει πάνω στην Ducati Diavel V4, είναι γεµάτη θαυµασµό και ενθουσιασµό, ενώ ταυτόχρονα το χαµόγελο ενός µικρού παιδιού σχηµατίζεται στο πρόσωπο όσο τα µάτια γουρλώνουν. Υπέροχα συναισθήµατα, τα οποία δύσκολα ξεθωριάζουν µε το πέρασµα του χρόνου.
Το εµπρός µέρος δηλώνει τον δυναµικό χαρακτήρα της µοτοσικλέτας, µε τους δύο αεραγωγούς δεξιά και αριστερά του ντεπόζιτου να παίζουν τον κυρίαρχο ρόλο σε αυτό. Τα DRL φωτιστικά σώµατα σε µορφή «C» οµορφαίνουν ακόµη περισσότερο το ήδη όµορφο εµπρός φανάρι. Στο πίσω µέρος είναι χαρακτηριστικό το κυψελωτό φανάρι που είναι τοποθετηµένο κάτω από τη σέλα του συνεπιβάτη. Το κάλυµµα της πίσω σέλας οµορφαίνει ακόµη περισσότερο τη µοτοσικλέτα, ενώ µε ένα απλό ξεβίδωµα δύο µικρών βιδών, αποκαλύπτεται η άνετη θέση του συνεπιβάτη. Χαρακτηριστικό είναι το πολύ φαρδύ πίσω ελαστικό, που δηλώνει ότι αυτή η µοτοσικλέτα δεν στερείται δύναµης! Μην ξεχνάµε το επιβλητικό κόκκινο χρώµα της Ducati, που, εκτός από την οµορφιά που χαρίζει στο σύνολο, παραπέµπει και σε γνωστή µάρκα Super Car!
Εργονοµία και άνεση
Η άψογη ελληνική αντιπροσωπεία, µε την άµεση ανταπόκρισή της, µας έφερε γρήγορα στη σέλα της Diavel V4, µε το ασύρµατο κλειδί να βρίσκεται στην τσέπη.
Η µοτοσικλέτα παίρνει µπρος και ο V4 Granturismo κινητήρας λειτουργεί σαν καλοκουρδισµένο ρολόι. Όσο η µοτοσικλέτα βρίσκεται σταµατηµένη, οι δύο πίσω κύλινδροι σταµατούν να λειτουργούν για λόγους οικονοµίας αλλά και µείωσης της θερµοκρασίας. Αυτό βέβαια δεν είναι κάτι που γίνεται εύκολα αντιληπτό. Συνεπώς δεν ενοχλεί.
Στα πρώτα µέτρα, τα συναισθήµατα που προκαλεί η Diavel V4 είναι ανάµικτα. Από τη µία έχουµε µια πολύ καλή ποιότητα κύλισης, µια άνετη σέλα και ένα πολύ καλά σχεδιασµένο ρεζερβουάρ. Τα µαρσπιέ του αναβάτη βρίσκονται σε µια αρκετά άνετη θέση και, σε συνδυασµό µε το σχεδιασµό του ρεζερβουάρ, επιτρέπουν στα πόδια να εφαρµόσουν εξαιρετικά και να σφίξουν επάνω του. Από την άλλη έχουµε µια ιδιαίτερη θέση του τιµονιού -αν και πιο κοντά στον αναβάτη σε σχέση µε προηγούµενες εκδόσεις-, η οποία µας βάζει σε σκέψεις. Είναι πολύ νωρίς όµως για να κρίνουµε.
Αστική χρήση
Όταν κάποιος βλέπει µια µοτοσικλέτα όπως είναι η Ducati Diavel V4, σίγουρα το µυαλό του δεν πάει στην αστική χρήση. Παρ’ όλα αυτά, και αυτή η µοτοσικλέτα όπως και πολλές άλλες που έχουµε δοκιµάσει δεν θα εξαιρεθεί από το µοτίβο της δοκιµής. Έτσι, αρχικά επιλέξαµε από την έγχρωµη οθόνη TFT 5” τη χαρτογράφηση «Urban». Ιδανική για χρήση εντός πόλης.
Το γκάζι είναι απαλό και η µοτοσικλέτα δουλεύει εξαιρετικά, χωρίς σπασµούς και απότοµες επιταχύνσεις. Το χαµηλό ύψος της σέλας στα 790 χιλιοστά βοήθησε πολύ στην εντός πόλης χρήση, µιας και τα δύο πόδια ακουµπούσαν πλήρως στο οδόστρωµα. Το «κόψιµο» του τιµονιού ήταν κάτι µας εξέπληξε ευχάριστα στην πρώτη µανούβρα που χρειάστηκε να πραγµατοποιήσουµε. Αν και δεν το περιµέναµε, ο τροχός γύρισε τόσο όσο θέλαµε, µε την τιµονόπλακα να αργεί να ακουµπήσει στο stop του πλαισίου.
Οι επιλογές στα ηλεκτρονικά βοηθήµατα και στις παραµετροποιήσεις τους είναι πολλές. Άλλωστε µιλάµε για Ducati. Βέβαια ήταν ακόµη νωρίς για να τα «πειράξουµε». Το µυαλό µας ήδη ταξίδευε σε διαδροµές µε αρκετές στροφές, αλλά και µεγάλες ευθείες!
Διαόλου κάλτσα
Όσο αφήναµε τη βουή και την κίνηση της πόλης πίσω τόσο ο ενθουσιασµός µεγάλωνε. Η αλλαγή στη χαρτογράφηση ήταν αναµενόµενη και µε µια απλή κίνηση στην αριστερή πλευρά του τιµονιού µπήκαµε στο µενού και επιλέξαµε τη χαρτογράφηση «Touring».
Οι άδειες ευθείες απλώνονταν µπροστά µας και το γκάζι, που ήταν πλέον λίγο πιο απότοµο, άνοιγε όλο και περισσότερο, δίνοντας την εντύπωση ότι ήταν ατελείωτο.
Η Diavel V4 δεν τεµπέλιαζε καθόλου. Τα 1.158 κυβικά µε απόδοση 168 ίππους στις 10,750 στροφές/λεπτό και τα 126 Nm (12,8 κιλά) ροπής στις 7.500 στροφές/λεπτό ήταν αρκετά για να κάνουν τα 236 κιλά (γεµάτη υγρά) να επιταχύνουν χωρίς την παραµικρή δυσκολία, µε το ταχύµετρο να σηµειώνει µε χαρακτηριστική ευκολία µεγάλους τριψήφιους αριθµούς.
Από την άλλη, τα χτυπήµατα του αέρα ήταν αρκετά, ειδικά στις µεγάλες ταχύτητες, µιας και η προστασία από αυτόν είναι σχεδόν ανεπαρκής. Μην ξεχνάµε όµως ότι οδηγούµε µια γυµνή cruiser µοτοσικλέτα. Αυτή η συµπεριφορά από τον αέρα ήταν κάτι το αναµενόµενο.
Κι άλλη στροφή κι άλλη στροφή κι άλλη στροφή…
Καλές οι ευθείες. Το αίµα όµως βράζει για στροφές. Με την πρώτη ευκαιρία, πατήσαµε σε γνώριµο επαρχιακό δρόµο. Η χαρτογράφηση άλλαξε σε «Sport» και το χαµόγελο είχε ήδη αρχίσει να σχηµατίζεται. Πριν καλά καλά το καταλάβουµε, είχαµε αρχίσει ήδη να διανύουµε τις πρώτες στροφές και µε βοηθό το Quickshifter της Ducati η οδήγηση γινόταν απολαυστικότερη. Εδώ αξίζει να σηµειωθεί πως η Ducati έχει κάνει εξαιρετική δουλειά µε το Quickshifter. Μαλακό και χωρίς «κοµπιάσµατα», η συµπεριφορά του ήταν τόσο καλή και οµαλή που ήταν σαν να χρησιµοποιούµε τον συµπλέκτη.
Στις πρώτες στροφές το µεγάλο µεταξόνιο (σχεδόν 1,60 µέτρα), το χαµηλό κέντρο βάρους και τα φαρδιά ελαστικά έκαναν τις αλλαγές κατεύθυνσης λίγο πιο δύσκολες, µε τη δύναµη που ασκούταν στο τιµόνι να ήταν λίγη περισσότερη από το συνηθισµένο. Αυτό βέβαια ήταν κάτι που µας απασχόλησε για λίγες στροφές. Έπειτα από κάποια µέτρα, είχαµε βρει πλέον τον τρόπο που θέλει αυτή η όµορφη µοτοσικλέτα να οδηγηθεί.
Το γκάζι απλά διαβολικό, µε το όριό του να βρίσκεται αρκετά ψηλά τόσο σε στροφές όσο και σε χιλιόµετρα. Το διαφορετικό ύψος της σέλας του συνεπιβάτη βοηθούσε τη λεκάνη να βρει αντίσταση και τα πόδια να παραµείνουν σφιχτά στο πολύ καλά εργονοµικό ρεζερβουάρ. Έτσι, αποφεύχθηκε το γλίστρηµα του σώµατος προς το πίσω µέρος της µοτοσικλέτας, ενώ τα χέρια παρέµεναν χαλαρά χωρίς να σφίγγουν το τιµόνι. Το αποτέλεσµα ήταν να έχουµε πολύ καλό έλεγχο της µοτοσικλέτας, ακόµη και στις µεγάλες ταχύτητες.
Ο κορµός του σώµατος τοποθετήθηκε ελαφρώς πιο µπροστά και έτσι τα χέρια ήρθαν σε µια αρκετά πιο φυσική θέση. Ο πήχυς βρισκόταν παράλληλα µε το έδαφος, µε αποτέλεσµα το τιµόνι να χρειάζεται πλέον λιγότερη δύναµη για να αλλάξει κατεύθυνση η µοτοσικλέτα.
Στα απότοµα ανοίγµατα του γκαζιού, το Traction Control αναλάµβανε δράση, χωρίς όµως να ενοχλεί. Η Ducati άλλωστε είναι µια από τις εταιρείες που µας έχει συνηθίσει σε τέτοιες συµπεριφορές.
Όσον αφορά τα φρένα, θα µπορούσαµε να µιλάµε για ώρες. Δεν θα µπορούσαµε να µιλάµε για Ducati και να µην αναφέρουµε την άψογη σχέση που έχει µε τα φρένα. Ανεξαρτήτως ιπποδύναµης, κυβικών και κατηγορίας µοτοσικλέτας. Η Ducati δίνει πολλή σηµασία στο καλό, αποδοτικό και ποιοτικό φρενάρισµα. Στην περίπτωση του Diavel V4, µιλάµε για µια µοτοσικλέτα εξοπλισµένη µε δύο δίσκους 330 χιλ. εµπρός µε τετραπίστονες δαγκάνες Brembo Stylema και έναν δίσκο 265 χιλ. πίσω µε µια διπίστονη δαγκάνα και πάλι της Brembo. Φυσικά το Cornering ABS δεν έλειπε. Αυτός ο συνδυασµός είχε σαν αποτέλεσµα το φρενάρισµα να είναι εκπληκτικό. Η προσπάθεια που χρειαζόταν για να επιβραδύνουµε ήταν αρκετά µικρή για την ταχύτητα που κινούµασταν. Αυτό βοηθούσε το σύνολο µοτοσικλέτα – αναβάτης να προετοιµαστεί πιο έγκαιρα και µε περισσότερη σιγουριά πριν τη στροφή. Ακόµη όµως και στις περιπτώσεις που τα φρένα διήρκεσαν µέχρι βαθιά στη στροφή, η Ducati Diavel V4 δεν εξέφραζε κανένα παράπονο.
Όσο η Diavel V4 έκανε ό,τι της ζητούσαµε και ικανοποιούσε οποιαδήποτε οδηγική µας επιθυµία, εµείς θελήσαµε να πάµε ένα βήµα παρακάτω. Έτσι, αποφασίσαµε να βγάλουµε τον πιο Sport χαρακτήρα της, διαµορφώνοντας τα ηλεκτρονικά της βοηθήµατα. Σε αυτό το σηµείο διαπιστώσαµε ότι η Ducati δεν επιτρέπει την οποιαδήποτε αλλαγή στα ηλεκτρονικά της εκάστοτε χαρτογράφησης, όσο η µοτοσικλέτα βρίσκεται εν κινήσει. Αυτό από τη µια µας δυσαρέστησε διότι έπρεπε να ακινητοποιήσουµε τη µοτοσικλέτα. Από την άλλη όµως µε αυτόν τον τρόπο δεν χρειάστηκε να οδηγούµε µε τα µάτια στην οθόνη.
Έπειτα από µια ολιγόλεπτη στάση, όλες οι ρυθµίσεις των ηλεκτρονικών βοηθηµάτων είχαν πλέον ρυθµιστεί στην πιο Sport εκδοχή τους. Σηµαντικό ρόλο σε αυτό έπαιξαν η απενεργοποίηση του Traction Control, καθώς επίσης και η απενεργοποίηση του ABS από τον πίσω τροχό.
Πλέον είχαµε ένα αγρίµι στα χέρια µας, το οποίο δεν είχαµε ιδέα τι ήταν ικανό να κάνει. Βάζουµε την πρώτη ταχύτητα στο κιβώτιο και ξεκινάµε τη µοτοσικλέτα, µε το γκάζι να καταλήγει σε πλήρη περιστροφή. Οι ταχύτητες υποδέχονταν η µία την άλλη µε τη βοήθεια του Quickshift, ενώ ο πίσω τροχός άφηνε τα σηµάδια του στην άσφαλτο ακόµη και µε την 4η ταχύτητα στο κιβώτιο. Στην πρώτη στροφή τα κατεβάσµατα καταλήγουν στη 2η ταχύτητα και ένα απαλό άφηµα του συµπλέκτη, σε συνδυασµό µε ένα «τσίµπηµα» του εµπρός φρένου, έκανε τον πίσω τροχό να γλιστρά. Όλος αυτός ο όγκος, κατά έναν περίεργο λόγο, κατάφερνε και τοποθετούταν άψογα πριν τη στροφή όσο τα φρένα λειτουργούσαν υποδειγµατικά. Το πλήρως ρυθµιζόµενο ανεστραµµένο εµπρός σύστηµα ανάρτησης 50 χιλ. παρείχε πολύ καλή πληροφόρηση, ενώ ταυτόχρονα η πίσω επίσης πλήρως ρυθµιζόµενη ανάρτηση κρατούσε το σύνολο σταθερό. Χωρίς στιγµές αµφιβολίας και φόβου, παρά µόνο µε συναίσθηµα αυτό της σιγουριάς, η Ducati Diavel V4 έµοιαζε σαν να µην είχε τα «χέρια της δεµένα» και για πρώτη φορά να ήταν ελεύθερη. Το µόνο που έµοιαζε πως ήθελε να κάνει ήταν να καταπιεί την άσφαλτο.
Στην έξοδο της στροφής, ο δεξιός καρπός περιστρεφόταν χωρίς περιορισµούς και ο εµπρός τροχός δεν δίσταζε να σηκωθεί από το έδαφος. Αρκετές ήταν οι φορές που νιώθαµε σαν να προσπαθούµε να τον ρίξουµε πάλι κάτω. Να ακουµπήσει πάλι τη γη!
Οι ρυθµοί είχαν ανέβει επικίνδυνα και είχε έρθει η ώρα να πέσουν. Έτσι, η χαρτογράφηση άλλαξε ξανά σε «Touring» και η επιστροφή µας πραγµατοποιήθηκε µε πολύ πιο ήρεµους και ταξιδιάρικους ρυθµούς.
Κατανάλωση
Η επίσηµη ανακοίνωση κατανάλωσης καυσίµου της Diavel V4 από την ιταλική εταιρία είναι στα 6,4 λίτρα/100 χλµ. Τι πιο ωραίο, µετά από σχεδόν 500 χλµ. και λίγο πριν σβήσεις τη µοτοσικλέτα να βλέπεις τη µέση κατανάλωση στα 6,3 λίτρα/100 χλµ.! Με απλά µαθηµατικά αυτό σηµαίνει πως έχουµε αυτονοµία περίπου στα 320 χλµ.
Συµπέρασµα
Με τα νούµερα στα κυβικά, στην ιπποδύναµη και στη ροπή να είναι αρκετά υψηλά, εν αντιθέσει µε το νούµερο των κιλών το οποίο είναι χαµηλότερο από αυτό που θα περίµενε κανείς όταν την κοιτάει, η Ducati Diavel V4 είναι σίγουρα µια από τις µοτοσικλέτες που θα σε εκπλήξουν ευχάριστα.
Κατάλληλη για µεγάλες διαδροµές και εξοπλισµένη µε έναν κινητήρα που δεν ζορίζεται εύκολα, η Diavel V4 δεν θα σου φέρει αντίρρηση σε οποιαδήποτε ασφάλτινη διαδροµή και αν διαλέξεις.
Τι μας άρεσε
- Λειτουργία κινητήρα
- Φρένα
- Λειτουργία ηλεκτρονικών βοηθημάτων
- Εργονομία ρεζερβουάρ
- Λειτουργία Quickshifter
- Άνετη σέλα
- Θέση μαρσπιέ αναβάτη
- Εμφάνιση
- Κατανάλωση
Τι δεν μας άρεσε
- Ελλιπής προστασία από τον αέρα
- Μικρή δυσκολία αλλαγής κατεύθυνσης
- Θέση τιμονιού
- Μη διαμόρφωση ηλεκτρονικών εν κινήσει
Τεχνικά Χαρακτηριστικά
Κινητήρας: 4χρονος, τρικύλινδρος, υδρόψυκτος V4 90
Κυβισμός: 1.158 κ.εκ.
Τροφοδοσία καυσίμου: Ψεκασμός
Μίζα: Ηλεκτρική
Μέγιστη ισχύς: 168 ίπποι στις 10.750 σ.α.λ.
Μέγιστη ισχύς A2: 126 ίπποι στις 7.500 σ.α.λ.
Κιβώτιο: 6 ταχύτητες (Quickshifter Up & Down)
Ανάρτηση εμπρός: Ανεστραμμένο 50 χιλ. πλήρως ρυθμιζόμενο
Διαδρομή εμπρός ανάρτησης: 120 χιλιοστά
Ανάρτηση πίσω: Monoshock πλήρως ρυθμιζόμενο
Διαδρομή πίσω ανάρτησης: 145 χιλιοστά
Φρένα εμπρός: 2x 330 χιλ. δίσκοι, τετραπίστονες ακτινικές δαγκάνες Brembo Stylema, ABS, Cornering ABS
Φρένα πίσω: 1x 265 χιλ. δίσκος, διπίστονη δαγκάνα Brembo, ABS, Cornering ABS
Τροχός εμπρός: 17”
Ελαστικό εμπρός: 120/70/17 Pirelli Diablo Rosso III
Τροχός πίσω: 17”
Ελαστικό πίσω: 240/45/17 Pirelli Diablo Rosso III
Ύψος σέλας: 790 χιλιοστά
Βάρος (γεμάτο): 236 κιλά
Ρεζερβουάρ: 20 λίτρα
Κατανάλωση: 6,3/100 χλμ
Οθόνη: Έγχρωμη TFT 5″
Εγγύηση: 2 χρόνια
Τιμή: 31.700€
Όλες οι ειδήσεις
Πρώτες εντυπώσεις Cupra Leon & Formentor: Ενδιαφέροντα όπως πάντα!
Hyundai Inster: Μικρό σε διαστάσεις, μεγάλο σε προσωπικότητα!
Τι κατασκεύαζαν γνωστές εταιρείες πριν καταπιαστούν με τα αυτοκίνητα;