To «μεγάλο» μικρό, που επέδειξε ότι δεν χρειάζεσαι θηριώδεις κινητήρες και δεκάδες χιλιάδες ευρώ για να κινηθείς με αξιώσεις εκτός δρόμου
Το Suzuki Jimny, κατά τη διάρκεια των 50 και πλέον ετών της ιστορίας του, υπέστη αρκετές αλλαγές, διατηρώντας ωστόσο αναλλοίωτο τον χαρακτήρα του. Προσαρμόστηκε όσο χρειάζονταν σε κάθε εποχή, χωρίς ποτέ να απολέσει την σχληροτράχηλη και πάντα προσανατολισμένη προς το ζόρικο εκτός δρόμου πεδίο φύση του.
Αντιστάθηκε σθεναρά στην… «SUVοποίηση» και παρέμεινε μέχρι τέλους ορκισμένο στα χώματα, στα βράχια και στη λάσπη. Εν ολίγοις, ένας μικρός, «μεγάλος» μύθος του οποίου το ιστορικό νήμα θα ξετυλίξουμε στο άρθρο που ακολουθεί.
Η ιστορία του Jimny ξεκινά το 1968, όταν η Suzuki αγόρασε την Hope Motor Company, μια ιαπωνική επίσης εταιρεία, η οποία ειδικευόταν στην κατασκευή μικρών, επαγγελματικής φύσης αυτοκινήτων. Η Hope είχε παρουσιάσει έναν χρόνο πριν, το ON360, ένα τετρακίνητο όχημα με αερόψυκτο δίχρονο κινητήρα 359 κ.εκ. 21 ίππων της Mitsubishi και ήταν τα σχέδια αυτού του αυτοκινήτου πάνω στα οποία βασίστηκε η Suzuki για να παρουσιάσει το πρώτο Jimny (LJ10), το 1970.
Ήταν επίσης το πρώτο 4Χ4 της Suzuki και ουσιαστικά δημιούργησε μια νέα κατηγορία, αυτή των μικρών αλλά καθ’ όλα ικανών off-road αυτοκινήτων, με το βάρους του μοντέλου, να μην υπερβαίνει τα 600 κιλά. Προκειμένου το πρώτο αυτό Jimny να συμμορφώνεται με τους ιαπωνικούς κανονισμούς που καθόριζαν βάση μήκους το τι σημαίνει «μικρό αυτοκίνητο, η Suzuki είχε τοποθετήσει το ελαστικό – ρεζέρβα στο εσωτερικό και όχι στην κλασική για 4Χ4 θέση, δηλαδή εξωτερικά, στο πίσω μέρος.
Το 1972, πραγματοποιείται η πρώτη ανανέωση (LJ20) με τον κινητήρα να γίνεται τρικύλινδρος, να αποκτά υγρόψυξη και η ισχύς να φτάνει στους 27 ίππους, προσδίδοντας στο αυτοκίνητο, τελική 80 χλμ./ώρα. Σε ότι αφορά στην σχεδίαση, αυτή παρέμεινε λιτή και υπαγορευόμενη από την σκληροτράχηλη φύση του μοντέλου, ωστόσο ήταν αυτή η έκδοση στην οποία έκανε την εμφάνιση του το «σήμα κατατεθέν» των Jimny, δηλαδή οι κάθετες γρίλιες στην μάσκα.
To LJ20 διατέθηκε επίσης προς πώληση εκτός Ιαπωνίας και δεδομένου ότι εκτός συνόρων δεν ίσχυαν οι περιορισμοί στο μήκος το Jimny απέκτησε πιο μακριά έκδοση με την ρεζέρβα τοποθετημένη πίσω. Ωστόσο ήταν πάλι η Ιαπωνία που καθόρισε μια σημαντική αλλαγή στο μοντέλο, το 1975, καθότι εκείνη την χρονιά τέθηκαν σε εφαρμογή κάποιο νέοι κανονισμοί για τις εκπομπές ρύπων, αναγκάζοντας την Suzuki να σχεδιάσει έναν νέο, δίχρονο κινητήρα με τρεις κυλίνδρους και υγρόψυξη, στα 539 κ.εκ., με απόδοση 33 ίππων.
Η έκδοση αυτή ονομάστηκε LJ50, για να ακολουθήσει το 1977 το LJ80, το πρώτο Jimny με τετράχρονο κινητήρα, το οποίο κατασκευάστηκε αρχικά για τις αγορές εκτός Ιαπωνίας. Ο υγρόψυκτος, τερακύλινδρος σε σειρά κινητήρας των 797 κ.εκ. με τις οκτώ βαλβίδες, απέδιδε 42 ίππους και 60 Nm ροπής, στις 3.500 σ.α.λ.
Οι ειδικές εκδόσεις για τις αγορές παγκοσμίως συνεχίζονται, με το πιο σπάνιο εκ των Jimny να είναι ένα pick up, σχεδιασμένο εδικά για την Αυστραλία, το οποίο ονομαζόταν «Stockman» και είχε επιμηκυμένο λόγω καρότσας αμάξωμα, από τα 3.185 χλστ., στα 3.620 χλστ.
Από το 1970 μέχρι και το 1982, οι εκδόσεις της πρώτης αυτής γενιάς του Jimny, διατέθηκαν στις αγορές 109 χωρών, με τις πωλήσεις να ανέρχονται στις 243.000 μονάδες. Η δεύτερη γενιά του μοντέλου (SJ410) λανσαρίστηκε το 1981 και πωλείτο με διαφορετικά ονόματα στις αγορές του κόσμου, ενώ η Suzuki χορήγησε άδειες ώστε να κατασκευάζεται και κατά τόπους από εταιρείες όπως η Santana στην Ισπανία, η Holden στην Aυστραλία και η Maruti στην Ινδία.
Οι κινητήρες ήταν τρεις, στα 550, 660 και 970 κ.εκ., με τον τελευταίο να αποδίδει 57 ίππους. Στην Ευρώπη διατίθεται ως «SJ» και από το 1989, ως Samurai, με μαλακή κουκούλα, αποκτώντας μια «fun» πλευρά και ξεφεύγοντας από τα χρηστικά πλαίσια τα οποία καθόριζαν την μέχρι τότε πορεία και τον χαρακτήρα του.
Από την άλλη, ένα κλειστό Jimny «σκαρφαλώνει» στα 6.688 μέτρα, στο υψηλότερο ηφαίστειο του κόσμου που βρίσκεται στη Νότιο Αμερική και στα 6.646 σε… συμβατικό βουνό, σπάζοντας τα ρεκόρ για το υψηλότερο σημείο στο οποίο έχει φτάσει 4Χ4 όχημα, με την Suzuki να συνεχίζει να επενδύει και να διαφημίζει τις εκτός δρόμου δυνατότητες του αυτοκινήτου.
Η δεύτερη γενιά του Jimny / Samurai, πούλησε σχεδόν 1.700.000 μονάδες, με το 70% εξ αυτών να αφορούν αγορές εκτός Ιαπωνίας και το αυτοκίνητο να συγκαταλέγεται πλέον στα σημαντικότερα 4Χ4 όλων των εποχών, ακριβώς γιατί αποτελούσε τον πιο οικονομικό τρόπο για να αποκτήσει κάποιος ένα σοβαρό και ικανότατο εκτός δρόμου όχημα.
Το 1996 πραγματοποιείται μια εκτεταμένη ανανέωση, με την Suzuki να βελτιώνει την συμπεριφορά στην άσφαλτο, ενώ τοποθετείται ένας νέος δεκαξεβάλβιδος κινητήρες με δύο εκκεντροφόρους στην κεφαλή, χωρητικότητα 1,3 λίτρων και απόδοση 71 ίππων. Αυτή η τρίτη γενιά του Jimny συνέχισε νε εξελίσσεται κυρίως σε ότι αφορά στο αισθητικό κομμάτι και πωλείτο αδιάκοπα μέχρι το 2018.
Σε ότι αφορά στους κινητήρες, το 2000 παρουσιάστηκε μια έκδοση με μεταβλητό χρονισμό βαλβίδων, με το μοτέρ να παραμένει στα 1,3 λίτρα χωρητικότητας, ενώ το 2004, υπήρξε και Jimny diesel, με κινητήρα 1,5 λίτρων. H τρίτη γενιά του Jimny, ήταν αποκλειστικά τρίθυρη και πούλησε 918.000 μονάδες σε όλο τον κόσμο.
Το 2018 παρουσιάστηκε η τέταρτη γενιά, επανασχεδιασμένη σε όλα τα επίπεδα. Πέραν της αισθητικής που παράμενε δωρική και «τετράγωνη» αλλά προσαρμοσμένη στα σύγχρονα δεδομένα, το Jimny απέκτησε κινητήρα 1,5 λίτρων με απόδοση 102 ίππων και ροπή 130 Nm.
H αποκλειστικά τρίθυρη φύση του παρέμεινε πάντως σκληροτράχηλη και προσανατολισμένη στο εκτός δρόμου πεδίο, με τον εξοπλισμό να είναι σίγουρα πιο πλούσιος σε σχέση με τους προγόνους αλλά σε σύγκριση με τα επιβατικά της εποχής, να είναι… «τα απολύτως απαραίτητα», τηρουμένων των αναλογιών.
Η πορεία της τέταρτης αυτής γενιάς ήταν βραχύβια στην Ευρώπη και το 2020, δύο μόλις χρόνια μετά την παρουσίαση της, αποσύρθηκε από την αγορά, λόγω του ότι δεν μπορούσε να συμμορφωθεί με τους αυστηρούς κανονισμούς εκπομπής καυσαεριών που τέθηκαν σε εφαρμογή από την ΕΕ.
To Jimny συνέχισε να διατίθεται αλλά μόνο ως επαγγελματικό, με δύο καθίσματα και διαχωριστικό στον χώρο αποσκευών. Έκτοτε, υπήρξε μια ατελείωτη φιλολογία και φήμες σχετικά με το μέλλον του μοντέλου.
Η Suzuki παρουσίασε μια πεντάθυρη έκδοση, η οποία κατασκευάζεται και διατίθεται στην Ινδία από την Maruti, ωστόσο δεν μπορούσε να διατεθεί στις «δυτικές» αγορές, με τα σενάρια για ηλεκτρικό (σοβαρά τώρα; ) και υβριδικό Jimny να δίνουν και να παίρνουν σε ότι αφορά στο πως θα μπορούσε να συνεχίσει το μοντέλο στον «ανεπτυγμένο» κόσμο.
Και ενώ όλα ήταν αβέβαια και ζοφέρα, το πρόσφατο λανσάρισμα του Jimny ως Jimny «Νomade» στην Ιαπωνική αγορά (3θυρο και 5θυρο), αναπτέρωσε τις ελπίδες, με την Suzuki κατά πως φαίνεται να ανανεώνει και να προσαρμόζει τον ατμοσφαιρικό κινητήρα 1,5 λίτρων στις -εξίσου αυστηρές με τις ευρωπαϊκές- ιαπωνικές προδιαγραφές ρύπων.
Το αν θα το δούμε και από τα μέρη μας, δεν το γνωρίζουμε ακόμα, το σίγουρο είναι πάντως πως πρόκειται για ένα σενάριο πιο πραγματικό από ποτέ. Πόσο μάλλον όταν η Suzuki είδε ότι μέσα σε τέσσερις μέρες οι Ιάπωνες (προ)παρήγγειλαν 50.000 Jimny! Aυτό αποτελεί την μεγαλύτερη απόδειξη ότι το προσιτό και μικρό, πραγματικό off-road μοντέλο, παραμένει επίκαιρο και πολλοί είναι αυτοί που το αποζητούν.
Πηγή: Quattroruote.it
Όλες οι ειδήσεις
Ηλικιωμένοι οδηγοί: «Χάροι» στο τιμόνι; – Μπορεί και όχι…
Δοκιμή KIA EV3 Long Range: Ένα που κάνει για όλα!
Ποια μικρά αυτοκίνητα έχουν το μεγαλύτερο πορτμπαγκάζ;