(πρώτη παράμετρος)
Τα όσα είπε ο Albert Einstein σχετικά με την καμπυλότητα του χωροχρόνου είναι, λέει, ορθά, παρ’ ότι δεν μπορούν να αποδειχτούν πειραματικά (αν και καταδείχτηκαν παρατηρησιακά). Παρ’ ότι λοιπόν είναι, λέει, δυνατό να βρεθούμε από ένα σημείο του χωροχρόνου σε άλλο, ο χρόνος δεν μπορεί να διασταλεί.
Πάνος Ντάνος
Ο αλήτης.
Ο χρόνος είναι πεπερασμένος, απόλυτος, αμείλικτος, στυγνός.
Δεν διογκώνεται, δεν πολλαπλασιάζεται, δεν αυγατίζει, δεν τοκίζεται.
Κι όσο κι αν θέλουμε να χωρέσουμε 26 ώρες σε μια ημέρα και πέντε βδομάδες σε ένα μήνα, δυο ζωές σε μία, δεν γίνεται.
Λυπάμαι.
(δεύτερη παράμετρος)
Το παρελθόν των κατ’ ευφημισμό «εθνικών οδών», είναι άβολα πρόσφατο. Όμως, έστω μ’ αυτά και με τ’ άλλα, από τις καρμανιόλες φτάσαμε, επιτέλους, στους καλοχαραγμένους αυτοκινητοδρόμους. Και αυτό, σε συνδυασμό με τα ασφαλέστερα αυτοκίνητα που κορτάρουν την αυτονομία τρίτου επιπέδου, διέψευσε τον Albert, μείωσε τις αποστάσεις και συνέστειλε τον χρόνο.
Με ένα «τσουπ» ισιώνεις το «πέταλο» του Μαλιακού, παρακάμπτεις την κοιλάδα των Τεμπών και βρίσκεσαι στη Θεσσαλονίκη.
Μέσω της Εγνατίας Οδού διασχίζεις Θράκη, Μακεδονία και Ήπειρο και καταλήγεις στην Ηγουμενίτσα από τους Κήπους, με ένα «μπραφ».
Φτάνεις με ένα «τσαφ» από τα διόδια της Ελευσίνας στην Καλαμάτα, τη στιγμή που πριν από λίγα χρόνια για να πας στην πρωτεύουσα του νομού Μεσσηνίας («και ‘ρθεις με το καλό»), έπρεπε να σκοντάψεις τη γλώσσα σου σε ένα «Αχλαδόκαμπος».
Και, δεν βρίσκω καν το κατάλληλο γελοιογραφικό επιφώνημα για το επίτευγμα της Ιόνιας Οδού και το κατόρθωμα της γέφυρας «Χαρίλαος Τρικούπης».
(τρίτη παράμετρος)
Στα μεγάλα αστικά κέντρα, όσοι μετακινούμαστε με αυτοκίνητο, ξοδεύουμε ετησίως -και κατά μέσο όρο- περισσότερο από ένα μήνα εποχούμενοι, και μάλλον τις τρεις από τις τέσσερις -κατ’ ελάχιστο- «εβδομάδες» τις περνάμε ακινητοποιημένοι στην κίνηση, βρίζοντας ή σκρολάροντας στο κινητό (διαλέξτε σε ποια κατηγορία ανήκετε, την ανάρμοστη ή την παραβατική, αντίστοιχα). Η κάλπικη εικόνα των δρόμων την περίοδο της επιβεβλημένης τηλεργασίας, έδωσε τη θέση της στα θλιβερά ενσταντανέ των ποταμών από λαμαρίνα στον Κηφισό και τις κεντρικές οδικές αρτηρίες της Αθήνας, με την σταδιακή άρση των μέτρων κατά της πανδημίας.
(σύνδεση)
Ο χρόνος δεν γυρίζει πίσω και είναι υπερπολύτιμος για τον χαραμίζουμε. Όσο και να προσπαθήσουμε δεν θα νεκρωθεί για να μην μετράει, ενόσω είμαστε σταματημένοι στο κόκκινο της Αλεξάνδρας. Όσο αδρά κι αν πληρώσουμε, δεν θα μπορέσουμε να τον εξαγοράσουμε για να κυλάει πιο αργά. Όποιο χρηματικό τίμημα κι αν καταβάλλουμε για ένα καλύτερο αυτοκίνητο και ένα αρτιότερο σύστημα infotainment, το μόνο που θα καταφέρουμε είναι να τον σκοτώσουμε, αλλά όχι να τον αξιοποιήσουμε. Το πρόβλημα του κυκλοφοριακού είναι χρόνιο, δυσεπίλυτο (και, παρεμπιπτόντως, παγκόσμιο) και η γέφυρα που ενώνει το χάσμα μεταξύ του υπεσχημένου μακροχρόνιου οράματος που θα εξασφαλίσει βιώσιμη κινητικότητα και του βραχυχρόνιου σχεδιασμού, οικοδομείται -και- με το μπετό της ατομικής ευθύνης.
Η επέκταση του μετρό και η πύκνωση των δρομολογίων των αστικών συγκοινωνιών, οι λεωφορειόδρομοι και η μικροκινητικότητα, οι διαδρομές πεζή και το last mile delivery, όλα είναι κομμάτια του παζλ της λύσης, υπό την αίρεση ότι αφορούν όλους μας και όχι «τους άλλους».
Η παραβίαση των Αποκλειστικών Λωρίδων Λεωφορείων, η ασέβεια προς τους εξ ορισμού τρωτούς μοτοσυκλετιστές και ποδηλάτες, το «καβάλα παν’ στην εκκλησιά» του αυτοκινήτου και η κοινωνική οκνηρία είναι μέρη του προβλήματος.
Θα είμαστε πάντα δέσμιοι του ουρμπανισμού, και η αυτοκινητοβιομηχανία μαζί με την οδοποιία που ελαχιστοποίησαν τον χρόνο των ταξιδίων δεν μπορούν να κάνουν κάτι γι’ αυτό.
Ούτε και ‘μεις.
Αλλά, τουλάχιστον μπορούμε να δώσουμε λίγο μπόσικο στα δεσμά μας.
Υ.Γ. Όσοι αγαπάμε παράφορα το αυτοκίνητο και την οδήγηση, οδυρόμαστε όταν βλέπουμε αμφότερα να αργοπεθαίνουν στην Κηφισίας.