E-Fuel: Τις τελευταίες μέρες έχει γίνει ένας μικρός χαμός, όπως χαρακτηριστικά λέμε στην Ελλάδα, μεταξύ Γερμανίας και Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η Γερμανία ζήτησε και τελικά κατάφερε να πάρει εξαίρεση στην απαγόρευση πώλησης αυτοκινήτων με θερμικούς κινητήρες από το 2035, για όσα αυτοκίνητα καίνε e-fuel. Παρόμοιο αίτημα είχε και η Ιταλία, για όσα αυτοκίνητα καίνε biofuel (το αίτημα της Ιταλίας δεν έγινε δεκτό). Δυστυχώς, οι υπεύθυνοι για τη λήψη αποφάσεων δεν είναι απαραίτητα σχετικοί με το θέμα για το οποίο καλούνται να αποφασίσουν, με αποτέλεσμα να υπάρχει μεγάλη σύγχυση γύρω από το συγκεκριμένο ζήτημα. Και τα δύο αυτά καύσιμα συγκαταλλέγονται στην κατηγορία των εναλλακτικών καυσίμων, ας δούμε ποιες είναι οι διαφορές τους.
Diesel από απόβλητα
Το πιο γνωστό βιοκαύσιμο (biofuel) είναι το υδρογονωμένο φυτικό έλαιο (HVO). Παράγεται κυρίως από λαχανικά: από απόβλητα ή υπολείμματα από την παραγωγή ή καλλιέργειες ακατάλληλες για χρήση σε τρόφιμα. Από τη διύλιση των παραπάνω υλικών, λαμβάνεται το βιοντίζελ, το οποίο χρησιμοποιείται από το 2005 και στην Ελλάδα ως καύσιμο, αναμειγνυόμενο με το diesel κίνησης. Σύμφωνα με το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, “οι απαιτούμενες ετησίως ποσότητες προέρχονται κατά προτεραιότητα από ελληνικές ενεργειακές καλλιέργειες, βαμβακέλαιο και χρησιμοποιημένα φυτικά έλαια και ζωικά λίπη οι οποίες μετατρέπονται σε βιοντίζελ στις μεταποιητικές μονάδες που λειτουργούν στη χώρα. Οι επιπλέον αυτών ποσότητες παράγονται είτε από εισαγόμενες πρώτες ύλες σε εγχώριες μονάδες είτε εισάγονται ως έτοιμο τελικό προϊόν από άλλα κράτη-μέλη”.
Άρα το χρησιμοποιούμε όλοι μας, είτε το γνωρίζουμε είτε όχι. Το ποσοστό της ανάμειξης βαίνει αυξανόμενο. Από 2,5% το 2005, στο 6,5% το 2010 και σε 7% από το 2013 και μετά (το καύσιμο αυτό ονομάζεται Β7).
Το βιοντίζελ, σύμφωνα με τους επικριτές, μειώνει μόνο εν μέρει τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα από την εξάτμιση και συμβάλλει στην παγκόσμια επισιτιστική κρίση. Αυτό συμβαίνει επειδή για την παραγωγή του απαιτούνται μεγάλες καλλιεργούμενες εκτάσεις, ενώ οι εκτάσεις αυτές θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την καλλιέργεια βρώσιμων λαχανικών. Οι υποστηρικτές της χρήσης βιοντίζελ, τονίζουν τη σημασία της άμεσης διάθεσής του στην αγορά και το γεγονός ότι δεν απαιτούνται κολοσσιαίες επενδύσεις για την παραγωγή του. Παράγεται με μικρές αλλαγές στα υπάρχοντα εργοστάσια των πετρελαϊκών εταιρειών και διανέμεται από το τρέχον δίκτυο.
e-fuel: Αέρας και νερό
Τα electrofuels, εν συντομία e-fuel, αποτελούν μία κατηγορία των συνθετικών καυσίμων. Δεν περιέχουν κανένα συστατικό που προέρχεται από ορυκτές πηγές (πχ πετρέλαιο). Η παραγωγή τους βασίζεται στη διαδικασία της ηλεκτρόλυσης, κατά την οποία διαχωρίζεται το υδρογόνο από το οξυγόνο στο νερό. Το νερό που χρησιμοποιείται είναι αφαλατωμένο (θαλασσινό δηλαδή), ώστε η διαδικασία να μην οδηγεί σε σπατάλη του τόσο πολύτιμου πόσιμου νερού. Κατόπιν, το υδρογόνο που έχει συγκεντρωθεί γύρω από την κάθοδο (αρνητικό πόλο), συνδυάζεται με διοξείδιο του άνθρακα για την παραγωγή συνθετικής μεθανόλης. Η απαιτούμενη ποσότητα διοξειδίου συλλέγεται από την ατμόσφαιρα. Εν συνεχεία, από την επεξεργασία της συνθετικής μεθανόλης παράγονται τα e-fuel που μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε κινητήρες εσωτερικής καύσης.
Και αυτή η διαδικασία έχει επικριτές. Καταρχάς, επειδή απαιτείται πολύ μεγάλη ποσότητα νερού. Για ένα λίτρο καυσίμου, απαιτούνται δύο λίτρα νερού. Το κυριότερο όμως είναι ότι απαιτείται πολύ μεγάλη ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας. Εάν η ενέργεια αυτή δεν προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές, η όλη διαδικασία δεν έχει νόημα (για περιβαλλοντικούς λόγους). Επίσης, κατά τη διαδικασία εκπέμπεται διοξείδιο. Ωστόσο, η ποσότητά του είναι πολύ μικρότερη από την ποσότητα διοξειδίου που συλλέγεται από την ατμόσφαιρα, άρα το “ισοζύγιο” είναι θετικό για το περιβάλλον.
Τα e-fuels, με βάση τα σημερινά δεδομένα, είναι πολύ ακριβά στην παραγωγή και μπορούν να παραχθούν σε πεπερασμένη ποσότητα. Δεν φθάνουν δηλαδή για να καλύψουν τις ανάγκες των αυτοκινήτων που κυκλοφορούν. Οι υποστηρικτές τους θεωρούν ότι με τη δημιουργία οικονομιών κλίμακας και τη μείωση της φορολογίας στα καύσιμα, στο μέλλον θα αποτελούν μια βιώσιμη εναλλακτική λύση. Οι επικριτές τους θεωρούν ότι ποτέ δεν θα φθηνύνουν αρκετά για το μέσο καταναλωτή. Σήμερα το κόστος είναι περίπου στα 50 ευρώ ανά λίτρο, δηλαδή είναι περίπου 100 φορές ακριβότερο σε σχέση με το κόστος παραγωγής ενός λίτρου αμόλυβδης βενζίνης (0,50 ευρώ προ φόρων). Σύμφωνα με εκτιμήσεις, το κόστος αυτό θα μπορούσε να μειωθεί στα δύο ευρώ ανά λίτρο στο μέλλον.