Η DB12 ανανεώνει την έννοια του βρετανικού GT, δίχως να την απογειώνει. Βασίζεται σε έναν V8, που μαζί με το πλαίσιο αποτελούν ύμνο στο δυναμισμό, μετριάζοντας τη λύπη μας για την απώλεια του V12
Του Andrea Rapelli, Απόδοση: Νίκος Μαρινόπουλος
Oπου κι αν πάμε, τα στόματα των περαστικών μένουν ορθάνοιχτα και τα κινητά τους είναι στραμμένα πάνω μας. Αυτά συμβαίνουν στους δρόμους του Πριγκιπάτου του Μονακό, όπου τα supercars είναι εξίσου κοινά με τα Hyundai στην Ελλάδα. Τόσο εντυπωσιακή είναι η παρουσία της Aston Martin DB12, η οποία ενσαρκώνει την πεμπτουσία ενός grand tourer κατά τη βρετανική σχολή. Απαλές γραμμές, λες και είναι σμιλευμένες από τον άνεμο, πολύ μακρύ καπό και καμπίνα που «κάθεται» με χάρη στους πίσω τροχούς. Αν και δεν έχουμε όλοι το ίδιο γούστο, δύσκολα θα βρεθεί κάποιος που θα διαφωνήσει για την απαράμιλλη ομορφιά της DB12. Ειδικά σε αυτό το χρώμα που η Aston Martin ονομάζει «Ιριδίζον Σμαραγδί».
Καμία ανησυχία
Η εκλεπτυσμένη σχεδίαση είναι σίγουρα ένα μεγάλο προσόν, ωστόσο η αποστολή της DB12 μόνο απλή δεν είναι. Πρώτα απ’ όλα, η συγκεκριμένη Aston δημιουργήθηκε για να σηματοδοτήσει την αλλαγή της φιλοσοφίας της βρετανικής εταιρίας. Από ένα παρελθόν συνδεδεμένο με την αγνότητα της μηχανικής σε ένα παρόν που καλωσορίζει ένα νέο επίπεδο τεχνολογίας, τόσο στην καμπίνα όσο και στα μηχανικά μέρη.
Παρεμπιπτόντως, είναι και το μοντέλο που θα έχει τον αριθμό 12 στην ονομασία του, αλλά όχι και κάτω από το καπό του. Αρκείται σε έναν V8. Μια αλλαγή που θα μπορούσε να προκαλέσει μεγάλη αναστάτωση σε όσους έχουν την οικονομική δυνατότητα να την αποκτήσουν. Στον αστερισμό των supercars, οι 12 κύλινδροι θεωρούνται σχεδόν δεδομένοι. Ωστόσο, δεν υπάρχει ο παραμικρός λόγος ανησυχίας. Ο οκτακύλινδρος biturbo της Mercedes-AMG έχει κερδίσει επάξια τη θέση του κάτω από το καπό. Μπορεί να μην ανεβάζει μανιασμένα στροφές σαν τους κινητήρες από το Μαρανέλο, αλλά είναι εντυπωσιακά άμεσος σε απόκριση. Ταυτόχρονα, παρουσιάζει μια εξαιρετική ικανότητα προσαρμογής στις απαιτήσεις του οδηγού. Σου επιτρέπει να απολαύσεις την οδήγηση της DB12 ακόμα και στις καθημερινές μετακινήσεις, όπου το κύριο ζητούμενο είναι η περιορισμένη κατανάλωση. Oταν όμως βυθίσεις το πόδι σου στο γκάζι, μπορεί να σε κολλήσει στο κάθισμα από τις 2.500 έως τις 7.000 σ.α.λ. Το πράττει συνοδεύοντας την εμπειρία με τον χαρακτηριστικό βραχνό ήχο του, εμπλουτισμένο με αρκετά «σκασίματα» από την εξάτμιση. Κάθε φορά που ακούς αυτό τον ήχο, χαμογελάς από τη μία και ταυτόχρονα λυπάσαι επειδή οι θερμικοί κινητήρες οδεύουν προς τη συνταξιοδότηση. Ναι, ο ήχος συμβάλλει σημαντικά ώστε η κάθε διαδρομή να είναι μια ιδιαίτερη εμπειρία.
Ειδικά στην περίπτωση που βρίσκεσαι στην περίφημη Route Napoléon, η οποία ξεκινά από τις Κάννες στη Νότια Γαλλία και καταλήγει στην Γκρενόμπλ. Αρκούν μερικές ευθείες και στροφές για να καταλάβεις ακριβώς τη φιλοσοφία του βρετανικού GT. Το μόνο που χρειάστηκε να προστεθεί στην παραδοσιακή συνταγή ήταν λίγη παραπάνω αμεσότητα, ώστε να πλησιάσει ακόμα περισσότερο τον έντονο δυναμισμό των supercars.
Οπως παραδέχτηκαν οι τεχνικοί της Aston, το ζητούμενο δεν ήταν η αύξηση της ευελιξίας και της ταχύτητας εισόδου στις στροφές, προκειμένου να πλησιάσει τις αντίστοιχες Ferrari. Η λέξη-κλειδί είναι η «προοδευτικότητα». Από την είσοδο στη στροφή έως την έξοδό της, αντιλαμβάνεσαι ότι παντού υπάρχει ένας «διάλογος». Μεταξύ του εμπρός και του πίσω μέρους, μεταξύ των μηχανικών μερών και των ηλεκτρονικών συστημάτων, μεταξύ των δικών σου ικανοτήτων και των ικανοτήτων του αυτοκινήτου. Τα ηλεκτρονικά ελεγχόμενα αμορτισέρ Skyhook συμβάλλουν σε αυτό, εξουδετερώνοντας τις κλίσεις του αμαξώματος, δίχως ιδιαίτερη δυσκολία. Επιπλέον, εξασφαλίζουν σημαντική διαφοροποίηση μεταξύ των πέντε προγραμμάτων οδήγησης (Wet, GT, Sport, Sport+ και Individual). Το ηλεκτρονικά ελεγχόμενο μπλοκέ διαφορικό επιτρέπει στον οδηγό να εκμεταλλευτεί στο έπακρον τις δυνατότητες του V8. Οσον αφορά το σύστημα διεύθυνσης, η προοδευτικότητα, η ακρίβεια και το ιδανικό βάρος (ανεξαρτήτως διαδρομής) είναι τα κύρια χαρακτηριστικά του. Είναι ένα τιμόνι που σου δίνει την εντύπωση ότι κόβει σαν ξυράφι, με διαφορετική αίσθηση σε σύγκριση με τις Ferrari, το οποίο όμως δεν διακρίνεται για την αμεσότητά του. Σε ανταμείβει όμως με την πληροφόρηση που παρέχει, αφήνοντάς σου μια ευχάριστη αίσθηση ευελιξίας.
Από τη μία στροφή στην άλλη, σου δίνεται η ευκαιρία ν’ απολαύσεις όλες τις πτυχές του κιβωτίου οκτώ σχέσεων της ZF. Είναι τοποθετημένο στον πίσω άξονα για καλύτερη κατανομή του βάρους και ικανοποιεί πλήρως τόσο στην αυτόματη όσο και στη χειροκίνητη λειτουργία του. Λόγω της φύσης του μετατροπέα ροπής, φυσικά και δεν είναι εξίσου γρήγορο στις αλλαγές σε σχέση με ένα κιβώτιο διπλού συμπλέκτη. Προσφέρει, όμως, κι αυτό οδηγική απόλαυση, επιτρέποντάς σου μέσω των paddles να παίξεις με τη μεταφορά βάρους στις στροφές.
Μεγάλη ανατροπή
Η Aston Martin χρησιμοποίησε ως βάση την DB11, στην οποία έκανε εκτεταμένες παρεμβάσεις. Τόσο στο πλαίσιο, το οποίο δέχθηκε τις απαιτούμενες δομικές ενισχύσεις προκειμένου να βελτιωθεί η ακαμψία του, όσο και στον κινητήρα. Ο V8 διαθέτει πλέον μεγαλύτερα turbo και μια άνευ προηγουμένου ηλεκτρονική βαθμονόμηση, σε συνδυασμό με διαφορετικού προφίλ εκκεντροφόρους και αποτελεσματικότερο σύστημα ψύξης. Το αυτόματο κιβώτιο οκτώ σχέσεων της ZF είναι τοποθετημένο στον πίσω άξονα, μαζί με το ηλεκτρονικά ελεγχόμενο μπλοκέ διαφορικό (με ποσοστό κλειδώματος 100%). Ανανεωμένη είναι και η διάταξη της ανάρτησης, με νέες ρυθμίσεις για τα αμορτισέρ, παχύτερες αντιστρεπτικές και ειδικούς δακτυλίους. Αποτελείται από διπλά ψαλίδια εμπρός και άξονα πολλαπλών συνδέσμων πίσω. Υπάρχουν δύο επιλογές για το σύστημα πέδησης. Με παραδοσιακούς δίσκους από χάλυβα ή με δίσκους από ανθρακονήματα – και στις δύο περιπτώσεις με εξαπίστονες δαγκάνες εμπρός και τετραπίστονες πίσω.
Σημείο υπεροχής
Η εξέλιξη αφορά φυσικά και την καμπίνα των επιβατών. Κυριαρχούν το δέρμα και οι λεπτομέρειες υψηλής ραπτικής, δίνοντάς μας μια πρώτη γεύση και για τις μελλοντικές Aston Martin. Εξέλιξη υπάρχει και στα πολυμέσα. Η οθόνη αφής 10,3 ιντσών του infotainment αναδεικνύει την επιβλητική κεντρική κονσόλα. Εξελίχθηκε ενδοεταιρικά και αποτελεί ένα σημαντικό βήμα προς τα εμπρός. Τόσο ως προς τη χρηστικότητα των μενού όσο και ως προς τα γραφικά. Ενημερώνεται ασύρματα, περιλαμβάνει σύστημα πλοήγησης και δυνατότητα ασύρματης σύνδεσης για το Android Auto και το Apple CarPlay. Οταν κάποιος οδηγεί ένα αυτοκίνητο τόσο υψηλών επιδόσεων, είναι επικίνδυνο να παίρνει τα μάτια του από το δρόμο για να περιηγηθεί στα μενού του infotainment. Γι’ αυτόν το λόγο υπάρχουν αρκετά κουμπιά και διακόπτες, κυρίως στην κεντρική κονσόλα. Οπότε απαιτείται μια περίοδος εξοικείωσης με αυτά.
Οπως συμβαίνει σε όλα τα coupé με διάταξη «2+2», στις πίσω θέσεις μπορούν να βολευτούν για αρκετή ώρα μόνο παιδιά. Δύο ενήλικες, εφόσον παιδευτούν για να καταφέρουν να μπουν, θα βρουν ελάχιστο χώρο για το κεφάλι και τα γόνατά τους. Υπάρχουν αρκετά πιο ευρύχωρα ανταγωνιστικά μοντέλα, με πρώτη και καλύτερη τη Maserati Granturismo. Βέβαια, κανείς δεν αγοράζει ένα τέτοιο αυτοκίνητο με κριτήριο τις πίσω θέσεις του. Κυριότερο κριτήριο είναι η οδηγική απόλαυση που προσφέρει. Και αντίπαλοι σε αυτή την κατηγορία είναι η Bentley Continental GT, η Ferrari Roma και η Porsche 911 Turbo S. Μαζί με την προαναφερθείσα Maserati, η οποία πλησιάζει περισσότερο σε χαρακτήρα την DB12.
Τεχνικά χαρακτηριστικά
Κινητήρας
V8
Biturbo, βενζίνης
Χωρητικότητα 3.982 κ.εκ.
Iσχύς
680 ίπποι / 6.000 σ.α.λ.
Μέγιστη Ροπή: 800 Nm / 2.750-6.000 σ.α.λ.
Μετάδοση
Κίνηση πίσω
Αυτόματο κιβώτιο 8 σχέσεων
Επιδόσεις
Τελική ταχύτητα: 325 χλμ./ώρα
Επιτάχυνση 0-100 χλμ./ώρα: 3,6 δλ.
Κατανάλωση καυσίμου
Κατασκευαστή (WLTP): 12,2 λίτρα/100 χλμ.
Εκπομπές CO2: 278 γρ./χλμ.
Pεζερβουάρ
78 λίτρα
Αμάξωμα
Διαστάσεις (μήκος x πλάτος x ύψος) χιλ.: 4.730 x 2.140 x 1.300
Μεταξόνιο 2.810 χιλ.
Βάρος 1.788 κιλά
Χώρος αποσκευών
262 λ.
Τιμή aγοράς (Ιταλία)
Βασική έκδοση: 240.630 €