Το διακριτικό φρεσκάρισμα άλλαξε το βλέμμα της Alfa Romeo Giulia, όχι όμως και την συμπεριφορά της στο δρόμο., ειδικά με τον μοναδικό βενζινοκινητήρα της γκάμας.
του Andrea Rapelli, απόδοση: Άκης Τεμπερίδης, Lexartis, φωτογραφίες: Marco Zamponi
Ας αφήσουμε στην άκρη το όνομα Giulia, το οποίο είναι συνυφασμένο με τη θρυλική πλέον ιστορία της Alfa Romeo. Το αυτοκίνητο που το αναβίωσε στα σύγχρονα χρόνια είναι ακόμη εδώ κοντά μας. Ως ένα σπάνιο δείγμα τεχνολογίας made in Italy, αποσκοπεί σε ένα πράγμα και μόνο, την απόλαυση στην οδήγηση. Αυτή ήταν η φιλοσοφία της Giulia από τη στιγμή που την «παρήγγειλε» ο μακαρίτης Marchionne, στα πλαίσια του οράματός του να επαναφέρει την Alfa στις παλιές της δόξες. Και παραμένει μέχρι σήμερα, όπως και η αδερφή της Stelvio, η απόλυτη έκφραση του σύγχρονου –επιτρέψτε μου τον νεολογισμό– «Αλφισμού».
Πέρασαν επτά χρόνια από το 2016 που παρουσιάστηκε η Giulia του 21ου αιώνα, με αποτέλεσμα σήμερα να μην είναι πλέον νεανίδα. Όμως κρύβει τα χρόνια της όσο και η Monica Bellucci και αποτελεί όπως κι εκείνη, υπόδειγμα ιταλικής ομορφιάς και κλάσης. Με δεδομένο μάλιστα ένα προδιαγεγραμμένο ηλεκτρικό μέλλον, ακόμη και για ένα ιερό τέρας όπως η μάρκα Alfa Romeo, μάλλον θα είναι και η τελευταία θερμική berlina με σήμα την οχιά. Δυστοπική εξέλιξη, θεωρείτε; Θα το δούμε αυτό. Προς το παρόν παραμένει πεισματικά βενζινοκίνητη, χωρίς την παραμικρή παραχώρηση σε υβριδικές τεχνολογίες. Η ανανεωμένη Giulia μας δίνει σήμερα τη δυνατότητα να απολαμβάνουμε τις αρετές της πλατφόρμας Giorgio. Η τελευταία, αναπτύχθηκε για χάρη της και μόνο στη Μόντενα, από μία επίλεκτη ομάδα χιλίων και βάλε μηχανικών της Alfa και της Maserati σε μία κοσμοϊστορική, θα έλεγα, μεταξύ τους συνέργεια. Να θυμίσω επίσης ότι τα «μουλάρια» της Giulia ήταν κομμένες Ghibli με πλαίσιο Giorgio. Το αποτέλεσμα ήταν ένα αυτοκίνητο με ιδανική κατανομή βάρους και δομικά χαρακτηριστικά, δανεισμένα από τα μοντενέζικα –και όχι μόνο– supercars. Να σημειώσουμε ακόμα, την μπροστινή ανάρτηση με διπλά ψαλίδια, με το επάνω ψαλίδι πολύ ψηλά.
Τη πίσω ανάρτηση τεσσάρων συνδέσμων και βέβαια, ένα ταχύτατο τιμόνι με σχέση υποπολλαπλασιασμού επιπέδου Ferrari (11,8:1). Αν το 2016 η Giulia ήταν ό,τι καλύτερο μπορούσε να ονειρευτεί ένας σκληροπυρηνικός Αλφίστας σε επίπεδο γονιδίων και τεχνικών προδιαγραφών, εν έτει 2023, η ιταλική berlina έχει μία σπάνια συμπεριφορά στις στροφές για την κατηγορία της. Η συνεργασία των δύο αξόνων είναι υποδειγματική, ακόμη και στο απόλυτο όριο, με αποτέλεσμα το αυτοκίνητο να χορεύει με άνεση στις στροφές. Μεταφέροντας στα χέρια του οδηγού ακριβέστατη πληροφόρηση από το δρόμο, μέσω του ταχύτατου αλλά και προοδευτικού τιμονιού. Προσθέστε σ’ αυτό την παροιμιώδη ικανότητα των πίσω τροχών να ακολουθούν την τροχιά των μπροστινών. Ξεκάθαρα βέβαια προς όφελος της ασφάλειας, όσο και της οδηγικής απόλαυσης και έχετε ένα οικογενειακό μεν, ράτσας δε, αυτοκίνητο. Θα μου πείτε, τα ίδια γράφαμε και το 2016 και ξεσηκώναμε τους φανατικούς alfisti, όμως ελάχιστοι τίμησαν με μία προκαταβολή την περίφημη Alfa στην αγορά. Πράγματι, στην εποχή των SUV και των Tesla, πόσοι άνθρωποι μπορούν να καταλάβουν, να εκτιμήσουν και να κάνουν τις επιλογές τους στην αγορά με βάση την οδική συμπεριφορά, τουλάχιστον στις μεσαίες κατηγορίες; Ελάχιστοι. Όμως επιτρέψτε μας να είμαστε αθεράπευτα ρομαντικοί με τα αυτοκίνητα, ή τουλάχιστον με κάποια από αυτά.
Όταν κάτω από το καπό κρύβεται ένας turbo 280 ίππων –ο μοναδικός βενζινοκινητήρας που έχει μείνει σε μία γκάμα, η οποία περιλαμβάνει και τον 2.2 turbodiesel με 160 και 210 ίππους– δεν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε μία Giulia όπως ένα Passat. Για τον απλούστατο λόγο ότι πίσω από το τιμόνι ξεχνάς ότι οδηγείς μία κλασική berlina της μεσαίας κατηγορίας. O τετρακύλινδρος κινητήρας συνεργάζεται με το οκτάρι αυτόματο κιβώτιο της ZF που δεν αστοχεί ποτέ και πουθενά. Διαθέτει δε, πάντα, αποθέματα ροπής χαμηλά, εκφράζοντας μία ευπρόσδεκτη απαλότητα στην απόκριση, ενώ αγριεύει απειλητικά στη στιγμή, όταν του το ζητήσεις. Κρίμα που ο συγκεκριμένος κινητήρας συνδυάζεται αποκλειστικά με τετρακίνηση, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αυτή αδικεί τη δυναμική συμπεριφορά της Giulia. Απλά, με πίσω κίνηση και τόση διαθέσιμη δύναμη κάτω από το δεξί πόδι, θα μπορούσες να προδιαγράφεις με μεγαλύτερη φαντασία τις τροχιές μέσα στη στροφή, παίζοντας ανάμεσα σε μία απόλυτα ουδέτερη και μία διακριτική ή έντονη υπερστροφική συμπεριφορά. Ο πιο ψαγμένος, θα ήθελε ίσως και περισσότερο παιχνίδι με τα ηλεκτρονικά συστήματα ελέγχου. Μέσα από ένα πρόγραμμα Individual, για παράδειγμα, το οποίο να φέρνει στα μέτρα του τα χαρακτηριστικά του συστήματος διεύθυνσης, τη χαρτογράφηση του κινητήρα και τη ρύθμιση του traction control. Ας μην έφτανε βέβαια στα επίπεδα του προγράμματος Race που αποτελεί αποκλειστικό προνόμιο της Quadrifoglio. Κάτι τέτοιο άλλωστε ίσως να συνιστούσε και υπερβολή στη συγκεκριμένη, πιο ήπια, Giulia.
Πέρα από τις όποιες ελλείψεις που ενδιαφέρουν ελάχιστους εν δυνάμει αγοραστές τελικά, η μεγάλη επιτυχία της Giulia είναι ότι η αιχμηρή συμπεριφορά της δεν αποβαίνει σε βάρος της άνεσης, η οποία είναι αξιοπρεπέστατη. Το ιταλικό αυτοκίνητο δεν αισθάνεται άβολα σε έντονες ανωμαλίες ή σε φθαρμένη άσφαλτο. Ταυτόχρονα, στον αυτοκινητόδρομο επιτρέπει στους επιβάτες της να μιλούν σχετικά χαμηλόφωνα, ακόμη και πάνω από το ευρωπαϊκό όριο ταχύτητας. Από την άλλη, οι εσωτερικοί χώροι, ειδικά πίσω, δεν είναι άπλετοι, ενώ το μικρό άνοιγμα της πόρτας θα δυσκολέψει το μπες-βγες. Ο χώρος των 480 λίτρων για αποσκευές είναι ακριβώς στον μέσο όρο της κατηγορίας και μπορεί να μην έχει μεγάλο πλάτος, θα χωρέσει όμως τα απαραίτητα.
Με εικόνα… ψηφιακή
Αν και κατά βάση η Giulia άντεξε, σαν Ιταλίδα πριμαντόνα που είναι, στο πέρασμα των χρόνων, ήταν ώρα να βελτιωθεί σε δύο τομείς. Στον εξοπλισμό και στο σύστημα infotainment. Σ’ αυτούς υστερούσε ανέκαθεν απέναντι στο γερμανικό ανταγωνισμό. Διόλου τυχαία, οι Ιταλοί εστίασαν εκεί για το ανανεωμένο μοντέλο του 2023. Ας υποδεχτούμε λοιπόν τα φώτα Matrix LED, τα οποία ευθυγραμμίζουν τη Giulia με τα κορυφαία αυτοκίνητα της κατηγορίας. Όπως επίσης και τα ψηφιακά πλέον όργανα, τα οποία βάζουν στο χρονοντούλαπο τα κλασικά αναλογικά, με το στροφόμετρο αριστερά και το ταχύμετρο δεξιά, χωρίς ωστόσο να αλλοιώνουν την αίσθηση που πρέπει να μεταδίδει στον οδηγό του ένα τέτοιο αυτοκίνητο. Με μεγάλη διάμετρο 12,3 ιντσών, η ψηφιακή οθόνη είναι ενσωματωμένη στο κλασικό «κυάλι» των Alfa Romeo και για να μην έχετε απορία, είναι η ίδια ακριβώς με της Tonale. Διαθέτει τρεις απεικονίσεις, με πιο νοσταλγική τη Heritage, που παραπέμπει σε Alfa Romeo του ’60 και του ’70. Η μετάβαση από τη μία στην άλλη είναι εύκολη από ένα διακόπτη στο τιμόνι. Οι αναπαραστάσεις στην οθόνη έχουν εξαιρετικά γραφικά, ακόμη και εκείνες που καλωσορίζουν ή αποχαιρετούν τον οδηγό. Οι διαθέσιμες ενδείξεις είναι πλούσιες και καλά οργανωμένες, ενώ δεν λείπει πρακτικά τίποτα, ούτε η θερμοκρασία λαδιού.
Το infotainment, αντίθετα, δεν είναι από τα πιο προηγμένα, θυμίζοντας εκείνο της Giulia του 2020. Η οθόνη αφής συνδυάζεται εργονομικά με τον γνώριμο περιστροφικό διακόπτη στην κεντρική κονσόλα, ενώ έχουν ενσωματωθεί και κάποιες νέες λειτουργίες διασύνδεσης. Για παράδειγμα, η δυνατότητα κλειδώματος του αυτοκινήτου από απόσταση ή ο έλεγχος από το κινητό πιθανής παραβίασής του από κάποιον κακοήθη. Το σύστημα της Giulia συνδέεται με κινητά Android και Apple, μόνο ενσύρματα – και αυτό χτυπάει άσχημα σήμερα. Δεν συνδέεται δε από όλες τις θύρες USB, παρά μόνο από την τύπου Α που είναι κρυμμένη κάτω από το υποβραχιόνιο. Από τις υπόλοιπες, το κινητό δεν αναγνωρίζεται και τότε θα πρέπει να αρκεστείτε μόνο στις λειτουργίες μέσω Bluetooth. Ξεπερασμένης τεχνολογίας είναι και η πίσω κάμερα παρκαρίσματος. Σύστημα 360° δεν διατίθεται, ενώ η απεικόνιση στην οθόνη είναι μικρή σε σχέση με τη διαγώνιό της και η ανάλυση μέτρια. Αντίστοιχα, ούτε το σύστημα αναγνώρισης φωνής είναι ιδιαίτερα ευφυές. Δεν προβλέπεται εντολή ενεργοποίησης τύπου «Hey Giulia», οπότε χρειάζεται να πατήσεις πρώτα το πλήκτρο στο τιμόνι. Καμία σχέση στην επικοινωνία με πιο προηγμένα συστήματα, τα οποία αποκρίνονται σε σύνθετες, καθημερινές εκφράσεις στα αγγλικά. Από την άλλη, η Giulia διαθέτει τεχνολογία NFT, χάρη στην οποία όλα τα δεδομένα χρήσης του αυτοκινήτου (διανυθέντα χιλιόμετρα, περιοδική συντήρηση κτλ.) αποθηκεύονται σε ένα ψηφιακό πιστοποιητικό που το συνοδεύει και μετά την πώληση. Κάτι που διασφαλίζει τη μεταπωλητική αξία του, αλλά και τον επόμενο ιδιοκτήτη της.
Στη χαραυγή της εποχής της ηλεκτροκίνησης, ακόμη και η οχιά του θυρεού της Alfa θα μπορούσε να συμβολίζει ένα καλώδιο που μπαίνει στην πρίζα. Ωστόσο, μία Giulia ή μία Stelvio – η οποία επίσης παραμένει ζωντανή στη σκηνή και αποκλειστικά θερμική – είναι αυτοκίνητο-σταθμός, αποτελώντας ένα από τα τελευταία, μίας εποχής που φτάνει στο τέλος της. Αν σας αρέσει λοιπόν η χαρά της οδήγησης αυτής ακριβώς της εποχής, καλό είναι να παραγγείλετε μία για το γκαράζ σας και να τη διατηρείτε πάντα φρέσκια, πολύ απλά επειδή τέτοια αυτοκίνητα δεν θα υπάρχουν σε λίγα χρόνια.
Τεχνικά Χαρακτηριστικά Alfa Romeo Giulia Veloce
Κινητήρας
Τετρακύλινδρος σε σειρά
Turbo, άμεσου ψεκασμού βενζίνης
Χωρητικότητα 1.995 κ.εκ.
Iσχύς
Μέγιστη ισχύς: 280 ίπποι / 5.250 σ.α.λ.
Μέγιστη Ροπή: 400 Nm ροπής / 2.250 σ.α.λ.
Μετάδοση
Κίνηση σε όλους τους τροχούς
Αυτόµατο κιβώτιο ZF 8 σχέσεων
Επιδόσεις
Τελική ταχύτητα: 240 χλμ./ώρα
Επιτάχυνση 0-100 χλμ./ώρα: 5.2 δλ.
Κατανάλωση καυσίμου
Κατασκευαστή (WLTP): 8 λίτρα/100 χλμ.
Εκπομπές CO2: 182 γρ./χλμ.
Pεζερβουάρ
58 λίτρα
Αμάξωμα
Διαστάσεις (μήκος Χ πλάτος Χ ύψος) χλστ.: 4.650 x 1.860 x 1.440 mm
Μεταξόνιο 2.820 χιλ.
Βάρος 1.530 κιλά
Χώρος αποσκευών
480 λ.
Τιμή Αγοράς
Βασική έκδοση: 65.000 €