Συνολικά ορθό το δόγμα που θεωρεί συλλήβδην «καλά» όλα τα σύγχρονα αυτοκίνητα, ωστόσο υπάρχουν και κάποιες περιπτώσεις μοντέλων – ελάχιστες είναι η αλήθεια – που επιβάλλουν με την απόδοση τους τη προσθήκη της πρότασης «από πάσης πλευράς». Και η νέα Mercedes GLC είναι μία από αυτές!
Του Αλέξανδρου Ι. Βενιού, Φωτογραφίες Βασίλης Κωστάκος
Κοσμογονικές οι αλλαγές που συντελούνται στο χώρο της τεχνολογίας του αυτοκινήτου, μιας και το τοπίο μεταβάλλεται και μεταλλάσσεται εκ βάθρων. Με ποιούς τρόπους; Πρωτίστως με τον εξηλεκτρισμό των μοντέλων στον οποίο ήδη δραστηριοποιείται έντονα η συντριπτική πλειοψηφία των κατασκευαστών αποσκοπώντας στον περιορισμό των εκπομπών ρύπων CO2 και δευτερευόντως, με την εκτεταμένη χρήση τεχνολογίας συνδεσιμότητας. Η καινούργια πετρελαιοκίνητη Mercedes GLC 220d 4MATIC που σας παρουσιάζουμε, πέραν των αισθητικών αλλαγών που φέρει, αποτελεί και ένα πρώτο δείγμα γραφής στα πλαίσια του εξηλεκτρισμού που προαναφέραμε καθότι είναι υβριδική.
Αυθεντική Mercedes
Με τη πρώτη ματιά, η νέα GLC διαθέτει επιβλητικό στυλ στοιχείο αναμενόμενο λόγω γονιδίων μα και απαραίτητο λόγω κατηγορίας. Οι εμφανείς αλλαγές αισθητικού χαρακτήρα εντοπίζονται, στα επανασχεδιασμένα εμπρός και πίσω φανάρια, στη πιο επιθετική διαμόρφωση των προφυλαχτήρων εμπρός-πίσω και στις γραμμές που διατρέχουν τα φτερά. Ωστόσο μελετώντας προσεκτικά τις τεχνικές προδιαγραφές, καταγράφονται νέα δεδομένα όσον αφορά, κατ’ αρχήν, στις διαστάσεις του αμαξώματος σε σύγκριση με το προκάτοχο μοντέλο. Σημειώνουμε αυξημένα, μήκος κατά 60 χλστ. (4,71 μέτρα), μεταξόνιο κατά 15 χλστ. (2,88 μέτρα) και μετατρόχια εμπρός-πίσω (6 και 23 χλστ. αντίστοιχα), μα και ελαφρώς μειωμένο ύψος κατά 4 χλστ. Αντίστοιχα μειωμένος και ο αεροδυναμικός συντελεστής (Cd 0.29 αντί 0,31) τιμή αξιοσημείωτη με τα μέτρα της κατηγορίας. Οι προσθήκες στο μήκος και το μεταξόνιο, είχαν θετικό αντίκτυπο στο χώρο αποσκευών προσθέτοντας 70 λίτρα στη συνολική χωρητικότητα του φθάνοντας πλέον τα 620 λίτρα. Η αυξημένη χωρητικότητα σε συνδυασμό με, την ηλεκτρική πόρτα του χώρου αποσκευών (στάνταρ εξοπλισμός) και τη δυνατότητα μηχανικής αναδίπλωσης των πίσω καθισμάτων μέσω των δύο μπουτόν στα πλαϊνά τμήματα, συνιστούν χαρακτηριστικά που μεγιστοποιούν τη πρακτικότητα του. Το μόνο στοιχείο που δυσκολεύει τη διαδικασία φόρτωσης, είναι το αναπόφευκτα ψηλό – λόγω της απόστασης των 20 εκατοστών από το έδαφος – κατώφλι. Το παράστημα και η αριστοκρατική παρουσία της καινούργιας GLC λοιπόν τηρούν ευλαβικά τη παράδοση της Γερμανικής εταιρείας, όπως άλλωστε και η ατμόσφαιρα που επικρατεί στο σαλόνι της. Το να αναφερθούμε στη κορυφαία ποιότητα κατασκευής – υλικών και τo πολυτελή διάκοσμο, ίσως φαντάζει πλεονασμός για ένα μοντέλο της Mercedes ασχέτως τιμής αγοράς. Υπεράνω κριτικής, κοντολογίς! Οπότε αναγκαστικά εστιάζουμε στους νεωτερισμούς που κεντρίζουν το βλέμμα με πρώτο κατά σειρά, τη σχεδίαση του ταμπλό με τους νέους αεραγωγούς (που απέκτησαν φωτιζόμενο περίγραμμα και είναι χάρμα οφθαλμών τη νύκτα) και φυσικά, τις δύο μεγάλες οθόνες που αποτελούν το πίνακα οργάνων και το σύστημα πολυμέσων MBUX. Η τελευταία είναι άκρως εντυπωσιακή λόγω, διάστασης (11,9 ίντσες) και τοποθέτησης έτσι όπως αναδύεται από την κεντρική κονσόλα. Πέραν της εκλεπτυσμένης αισθητικής, διακρίνεται επιπρόσθετα και για την λειτουργικότητα της, καθώς το μενού είναι ιδιαίτερα απλό στη χρήση. Άκρως εύστοχη η τοποθέτηση των λειτουργιών του κλιματισμού σε ξεχωριστή θέση στο κάτω τμήμα της, όπως και η τοποθέτηση διακοπτών αφής με ανάδραση, για άμεση πρόσβαση σε βασικές λειτουργίες (προγράμματα οδήγησης DYNAMIC SELECT, πρόσβαση μέσω δακτυλικού αποτυπώματος στο Mercedes Me, ηχοσύστημα). Κατόπιν όλων αυτών, οδηγός και τέσσερις επιβάτες είναι δίχως υπερβολή τα τιμώμενα πρόσωπα εντός της, απολαμβάνοντας το πολυτελή και καλόγουστο διάκοσμο, αλλά και τους πολύ άνετους διαθέσιμους χώρους.
Η λευκή GLC της δοκιμής μας είναι η πετρελαιοκίνητη έκδοση 220d 4MATIC που εφοδιάζεται με ήπιο υβριδικό σύστημα κίνησης. Ο τετρακύλινδρος δίλιτρος BlueTEC τετρακύλινδρος πετρελαιοκινητήρας της, αποδίδει με χρήση άμεσου ψεκασμού και turbo μεταβλητής γεωμετρίας 197 ίππους, μέγιστη ροπή 440 Nm (από τις 1.800-2.800 σ.α.λ.) και συνδυάζεται με έναν ηλεκτροκινητήρα 48 Volt με δεύτερης γενιάς ενσωματωμένο σύστημα μίζας-γεννήτριας (ISG), που προσδίδει στο σύνολο επιπλέον 23 ίππους και 200 Nm ροπής. Στα υπόλοιπα μηχανικά μέρη καταγράφουμε, σύστημα μετάδοσης μόνιμης τετρακίνησης 4MATIC το οποίο κατανέμει μέσω υγρού πολύδισκου συμπλέκτη τη ροπή ανάμεσα στους δύο άξονες σε ποσοστό 45% εμπρός, 55% πίσω μέσω και συνδυάζεται με αυτόματο κιβώτιο εννέα σχέσεων 9G-TRONIC. H μεγάλη ροπή σε συνθήκες πλήρους επιτάχυνσης, περνά αβίαστα στο δρόμο χωρίς ενοχλητικές μετατοπίσεις του μπροστινού συστήματος, χαρακτηριστικό που συνδέεται με τις ενισχύσεις που έχουν συντελεστεί στον εμπρόσθιο άξονα. Από τη θέση του οδηγού, τα πάντα εκτυλίσσονται κατά κυριολεξία όπως ακριβώς περιμένεις από ένα μοντέλο τόσο υψηλού επιπέδου, δηλαδή απολαυστικά! Η εύρεση της ιδανικής θέσης οδήγησης είναι πανεύκολη υπόθεση και το πολύ άνετο (ακόμα και σε πολύωρο ταξίδι) κάθισμα αγκαλιάζει το σώμα στηρίζοντας το επαρκώς. Πατώντας το start button ο πετρελαιοκινητήρας μόλις που ακούγεται στο ρελαντί, ενώ όταν ξεκινήσεις η άριστη ηχομόνωση επιτελεί άψογα το ρόλο της, κρατώντας τα επίπεδα θορύβου στη καμπίνα σε πολύ χαμηλή στάθμη. Το μόνο που διασαλεύει ελαφρώς τη γαλήνη στο σαλόνι της, είναι κάποιοι αεροδυναμικοί θόρυβοι που αναπτύσσονται σε υψηλές ταχύτητες (μετά τα 170 χλμ./ώρα) και εντοπίζονται στις κολώνες του παρμπρίζ και κάπου στο… βάθος το μοτέρ. Και μιας και αναφερόμαστε σε διασάλευση γαλήνης, ένα χαρακτηριστικό που καταγράψαμε είναι η μειωμένη ενδοτικότητα της σπορ ανάρτησης (σύστημα τεσσάρων συνδέσμων εμπρός, πολλαπλών συνδέσμων πίσω) που ανήκει στο βασικό εξοπλισμό, κυρίως όταν το αυτοκίνητο διέρχεται από εγκάρσιες ανωμαλίες του οδοστρώματος. Το φαινόμενο ωστόσο εικάζουμε πως σχετίζεται πρωτίστως με το χαμηλό προφίλ των ελαστικών (255/45 R 20 προαιρετικός εξοπλισμός) του αυτοκινήτου της δοκιμής και δευτερευόντως με τη ρύθμιση των αναρτήσεων. Παρόλα αυτά, θεωρούμε πως σε ένα μοντέλο αυτού του επιπέδου τιμής αγοράς, αρμόζει το σύστημα αερανάρτησης AIRMATIC έστω και με επιπλέον χρέωση καθότι προαιρετικός εξοπλισμός. Πέραν αυτών η ποιότητα κύλισης είναι πραγματικά κορυφαία, μετατρέποντας σε απόλαυση ακόμα και τη ρουτίνα της μετακίνησης σπίτι-γραφείο.
Τα δύο κινητήρια σύνολα (θερμικός κινητήρας-ηλεκτροκινητήρας) συνεργάζονται άψογα μεταξύ τους και αυτό που εισπράττεις είναι μία συνεχής και απρόσκοπτη ροή δύναμης. Ακόμα και σε ορεινές διαδρομές, έστω και στα ήπια προγράμματα λειτουργίας (ECO, COMFORT) η πλούσια ροπή επαρκεί για να μετακινηθείς με ένα τρόπο ασφαλή και συνάμα ευχάριστο. Στο ίδιο περιβάλλον της ορεινής διαδρομής, αν ο οδηγός επιλέξει να κινηθεί με ζωηράδα, θα εκπλαγεί ευχάριστα από το τρόπο που ανταποκρίνεται το βαρύ (1.925 κιλά) Γερμανικό SUV. Στρίβει κρύβοντας επιμελώς τον μεγάλο όγκο του, διατηρεί απροβλημάτιστα τη φόρα εντός της στροφής, ενώ στην έξοδο το σύστημα τετρακίνησης του προσδίδει εξαιρετικές, ελκτική και πλευρική πρόσφυση. Με λίγα λόγια, το πλαίσιο «χρηματοκιβώτιο» (+15% αυξημένη στρεπτική ακαμψία σε σύγκριση με το απερχόμενο μοντέλο) εμπνέει τεράστια εμπιστοσύνη. Στα ατού της κατασκευής προστίθενται αυτοδίκαια, το πολύ καλό στην αυτόματη λειτουργία του κιβώτιο 9G-TRONIC που επιτρέπει και χειροκίνητες αλλαγές μέσω των paddles στο τιμόνι (μόνο που εδώ πρέπει να καταφύγεις πλέον στην οθόνη του MBUX για να επιλέξεις τη χειροκίνητη λειτουργία γεγονός που εν κινήσει δυσκολεύει τον οδηγό), το ακριβές σύστημα διεύθυνσης (που κόβει αρκετά και έχει 3 στροφές από τέρμα σε τέρμα) και τα ιδιαίτερα ανθεκτικά φρένα (αεριζόμενα δισκόφρενα εμπρός-πίσω) τα οποία ωστόσο εμφανίζουν τη γνώριμη σπογγώδη αίσθηση των υβριδικών στην αρχή της διαδρομής του πεντάλ. Όσον αφορά στις εκτός δρόμου διαδρομές, λόγω του συστήματος μετάδοσης 4MATIC η κατάσταση είναι απόλυτα ξεκάθαρη: σε βατούς χωματόδρομους η GLC μπορεί να κινηθεί χωρίς πρόβλημα αλλά μέχρις εκεί. Δεν είναι καθαρόαιμο τζιπ, δεν διαθέτει κατάλληλα ελαστικά, επομένως ο οδηγός δεν πρέπει να παρασυρθεί από τις υψηλές, κατά τα λοιπά, ικανότητες του συνόλου. Ένα επιπλέον στοιχείο που αποθαρρύνει είναι το δίχως άλλο η απόσβεση της ανάρτησης που «διαβάζει» το ανάγλυφο της διαδρομής και αντιδρά ξερά, αποθαρρύνοντας εν τέλει τέτοιου είδους εξορμήσεις. Αντίθετα σε ότι σχετίζεται με την κατανάλωση καυσίμου, οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους αφαιρώντας το δικαίωμα κριτικής ακόμα και στον δύσπιστο: 6,7 λίτρα/100χλμ. η μέση κατανάλωση της δοκιμής μας!
Στόχος επετεύχθη
Η καινούργια Mercedes GLC 220d 4MATIC είναι μία ολοκληρωμένη, υβριδική πλέον, πρόταση πλήρως εναρμονισμένη στο σύγχρονο παρόν σε ότι σχετίζεται με τις εκπομπές ρύπων CO2 (136γρ./χλμ) και τις υψηλές τεχνολογίες συνδεσιμότητας. Ο αγαστός τρόπος με τον οποίο συνεργάζονται ο εξελιγμένος πετρελαιοκινητήρας και ο ηλεκτροκινητήρας, η χαμηλή κατανάλωση καυσίμου και τα δυναμικά της χαρακτηριστικά, την ανάγουν αυτοδίκαια στο επίπεδο του καλού αυτοκινήτου από πάσης πλευράς. Όλα αυτά τα δεδομένα έχουν βέβαια και ένα αντίτιμο στο κόστος αγοράς, υψηλό εν προκειμένω αφού η τιμή πώλησης της βασικής έκδοσης ξεκινά από τις 71.500 ευρώ. Για την ιστορία να σας αναφέρουμε πως, η έκδοση δοκιμής, που ήταν εξοπλισμένη με το προαιρετικό επίπεδο εξοπλισμού AMG η τιμή πώλησης της φθάνει τις 92.179 ευρώ…
Η αυξημένη τιμή πώλησης εν τέλει, αυξημένη ακόμα και με τα μέτρα και τα σταθμά του υπόλοιπου ανταγωνισμού, είναι τελικώς και το μόνο στοιχείο που μπορεί να προκαλέσει στιγμιαίο έστω προβληματισμό, ακόμα και στον υποψήφιο αγοραστή αυτής της κατηγορίας.
Όλες οι ειδήσεις