Επιτέλους, ήρθε η στιγμή να οδηγήσουμε ένα Sport Utility που όλοι περιμέναμε, το οποίο μάλιστα έχει σχεδιάσει ένας Έλληνας. Κι ενώ το Quattroruote ετοιμάζεται για μία εξαντλητική δοκιμή της νέας Alfa απέναντι στον ανταγωνισμό, έχουμε ήδη αποκομίσει τις πρώτες εντυπώσεις από το αυτοκίνητο. Το μόνο σίγουρο είναι ότι η Tonale θέτει την ιστορική μάρκα του Μιλάνου σε μία «πράσινη» τροχιά, χωρίς να προδίδει τα εκλεκτά γονίδιά της. Μία Alfa ασφαλής και ευχάριστη, λοιπόν, αν και όχι τόσο συναρπαστική στον δρόμο
του Andrea Rapelli, απόδοση: Άκης Τεμπερίδης, Lexartis Φωτογραφίες: Wolfango
«Παιδιά, κοιτάξτε, η Tonale!». Η σκηνή διαδραματίζεται σε έναν ερασιτεχνικό αγώνα ανάμεσα σε νεαρούς παίκτες, των οποίων το άθροισμα ηλικιών δύσκολα συμπληρώνει έναν αιώνα ζωής. Όταν ο ένας δίνει σήμα, όλοι γυρνούν και μένουν κόκκαλο στη θέα της νέας Alfa Romeo στο λαμπερό μπλε Misano χρώμα που βλέπετε. Το πραγματικό αυτό περιστατικό κάπου στα πέριξ του Μιλάνου εμπεριέχει δύο καλά νέα. Το πρώτο είναι ότι παρά τις δυσκολίες και τους περιορισμούς της εποχής μας, ο έρωτας για το αυτοκίνητο ζει και βασιλεύει. Ακόμη και σε ένα νεανικό κοινό, το οποίο κατηγορούμε συχνά ότι έχει παρασυρθεί από την εικονική πραγματικότητα των smartphone και των playstation. Το δεύτερο πολύ καλό νέο έχει να κάνει με την ίδια την Alfa Romeo.
Παρόλα τα δεινά που έχει περάσει η ιταλική μάρκα, εξακολουθεί να γοητεύει. Ο σάλος που είχε σηκώσει η άφιξη της Giulia πριν από μερικά χρόνια επαναλαμβάνεται με την Tonale. Θα μου πείτε –και σωστά– ότι το αυτοκίνητο αυτό άργησε στο ραντεβού του με την ιστορία. Αν θεωρήσουμε ότι πραγματικά πρόκειται για το μοντέλο που εγκαινιάζει ένα νέο κεφάλαιο, υπό την αιγίδα πλέον της πολυεθνικής Stellantis. Πράγματι, η Tonale άργησε κάπως, αλλά και τι μ’ αυτό; Το σημαντικό είναι ότι βρίσκεται κοντά μας και ήρθε η στιγμή να την οδηγήσουμε για πρώτη φορά. Αυτό το άρθρο δεν είναι παρά ένας πρόλογος της πλήρους δοκιμής που θα ακολουθήσει, την οποία το Quattroruote θα πραγματοποιήσει όταν η Alfa Romeo μας διαθέσει αυτοκίνητα παραγωγής. Καθώς θα πρέπει να είναι πανέτοιμα για τις εξαντλητικές δοκιμασίες, που μόνο το συγκεκριμένο περιοδικό πραγματοποιεί σε όλο τον κόσμο. Θα είναι μία γιγάντια, συγκριτική δοκιμή με τα καλύτερα μοντέλα της κατηγορίας, από την οποία θα καταλάβουμε αν κάτω από το αμάξωμα της Tonale κρύβονται αυθεντικά γονίδια Alfa.
Το ερώτημα που τίθεται στην προκειμένη περίπτωση είναι απλοϊκό όσο και λεπτό. Εκεί που ανέβασαν τον πήχη η Giulia και η Stelvio –ο οποίος είναι δυσθεώρητος ακόμη και σήμερα για τα περισσότερα αυτοκίνητα– οι προσδοκίες είναι μεγάλες. Όμως ταυτόχρονα, η υπόθεση της Tonale παίρνει εκ των πραγμάτων διαφορετική τροπή. Αναπόφευκτα, θα έλεγα.
ΟΙ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΕΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ
Να το ξεκαθαρίσουμε από την αρχή. Για λόγους διαστάσεων και κόστους παραγωγής, η περίφημη πλατφόρμα Giorgio δεν μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την Tonale. Οπότε η πρώτη Alfa Romeo, που γεννήθηκε με ευθύνη του ομίλου Stellantis, βασίζεται στην αρχιτεκτονική του Jeep Compass. Αν περιμένετε λοιπόν μία νέα Stelvio σε επίπεδο οδικής συμπεριφοράς και οδηγικής απόλαυσης, η Tonale θα σας αφήσει μία στυφή γεύση. Αυτό διότι δεν έχει φτιαχτεί για να «φτιάχνει» τον παραδοσιακό αλφίστα στις στροφές – να είμαστε ειλικρινείς εδώ. Αν το αντιλαμβάνεστε αυτό, δε σημαίνει από την άλλη ότι έχουμε στα χέρια μας ένα αδιάφορο ή βαρετό SUV.
Η ομάδα μηχανικών του Domenico Bagnasco, έκανε τις απαραίτητες παρεμβάσεις σε σασί και αναρτήσεις, ενισχύοντας ό,τι χρειαζόταν στα σημεία. Δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς από έναν τύπο που έχει βάλει στο παρελθόν την υπογραφή του σε κατασκευές όπως οι Alfa Romeo 8C και Giulia GTA. Καταλαβαίνεις την ιταλική μαεστρία στο στήσιμο από την πρώτη κιόλας στροφή. Το τιμόνι μπορεί να είναι κάπως ελαφρύ, είναι όμως γρήγορο και σου δίνει την αίσθηση απόλυτου ελέγχου. Δεν έχει την απόκριση και την ακρίβεια του συστήματος διεύθυνσης μίας Giulia, όμως η επικοινωνία ανάμεσα στους δύο άξονες είναι ξεκάθαρη και χωρίς δισταγμούς. Οι κλίσεις του αμαξώματος στις στροφές είναι εμφανείς, ακόμη και με τα ηλεκτρονικά ελεγχόμενα αμορτισέρ στην πιο σφιχτή ρύθμιση, όχι όμως σε ενοχλητικό βαθμό. Επίσης, δίνεται η δυνατότητα επιλογής μαλακής ρύθμισης της ανάρτησης, ακόμη και στο σπορ πρόγραμμα οδήγησης Dynamic. Κάτι που επιτρέπει στο αυτοκίνητο να διατηρεί την κατευθυντικότητά του και οι επιβάτες τις οδοντοστοιχίες τους, ακόμη και σε ελληνική –να το πούμε ευγενικά– άσφαλτο.
Η πρώτη εντύπωση που αποκομίσαμε πάντως είναι ότι οι τεχνικοί της Alfa επέλεξαν το καλύτερο μονοπάτι στη ρύθμιση πλαισίου και αναρτήσεων. Η Tonale σου επιτρέπει να οδηγείς επιθετικά. Και όπως κάθε Alfa που σέβεται τον εαυτό της, δε διαμαρτύρεται στο όριο, ούτε καν σε ελιγμούς έκτακτης ανάγκης. Όλα αυτά τα αντιμετωπίζει με το κεφάλι ψηλά και μπράβο της. Η ευχάριστη συνολικά αίσθηση που μεταφέρει στην οδήγηση, συνδυάζεται μάλιστα με αξιοζήλευτη άνεση και αυτό είναι ένα ακόμη χαρακτηριστικό των Alfa Romeo. Η καμπίνα επιβατών είναι καλά ηχομονωμένη από θορύβους κύλισης ελαστικών και αεροδυναμικά βουητά. Από την άλλη, η ρύθμιση της ανάρτησης δεν είναι υπερβολικά σφιχτή, ακόμη και με τα ελαστικά με προφίλ 40 της έκδοσης Veloce. Το full υβριδικό κινητήριο σύνολο που γνωρίσαμε στο Jeep Renegade, αλλά και στα Fiat Tipo και 500X, είναι αναβαθμισμένο στην εκδοχή της Tonale και για πρώτη φορά προσφέρεται με την ενδιαφέρουσα ισχύ των 160 ίππων.
Για την ώρα, δεν έχουμε μετρήσει τις επιδόσεις του αυτοκινήτου, όμως μας έχουν αφήσει μία επίγευση ζωντάνιας, χωρίς να μιλάμε για έναν αυθεντικά σπορ χαρακτήρα. Για όποιον επιζητά το κάτι παραπάνω, θα προκύψει τους επόμενους μήνες η επαναφορτιζόμενη υβριδική έκδοση με 275 ίππους και τετρακίνηση. Στην έκδοση που οδηγήσαμε, η απόκριση του κινητήριου συνόλου στο γκάζι δεν εντυπωσιάζει, στα προγράμματα οδήγησης Normal και Advanced Efficiency. Ο ηλεκτροκινητήρας κάνει ό,τι μπορεί στην εκκίνηση (όχι πολλά) και η συνεργασία του με τον βενζινοκινητήρα δεν είναι συχνά όσο αγαστή θα θέλαμε.
Συμβαίνει για παράδειγμα, στο άφημα του γκαζιού, ο τετρακύλινδρος να σβήνει βιαστικά και απότομα. Το αποτέλεσμα είναι, σε κάποια στροφή ή στην κατηφόρα, το αυτοκίνητο να επιλέγει νεκρά στο κιβώτιο κι εσύ να μένεις χωρίς φρένο κινητήρα. Και αυτό είναι ένα ενοχλητικό σύμπτωμα. Τι μπορείς να κάνεις γι’ αυτό; Να επιλέξεις το πρόγραμμα Dynamic, κάτι που κάναμε πάντα όταν κινούμασταν σε ενδιαφέρουσα διαδρομή. Στο συγκεκριμένο προφίλ οδήγησης, ο turbo βενζινοκινητήρας κύκλου Miller δείχνει τα δόντια του και σε προκαλεί να παίξεις με τα αλουμινένια χειριστήρια του κιβωτίου πίσω από το τιμόνι. Το επτατάχυτο κιβώτιο διπλού συμπλέκτη είναι γρήγορο, όχι όμως ακριβώς σπορ, τόσο στην αυτόματη όσο και στη χειροκίνητη λειτουργία. Να το ξεκαθαρίσουμε κι αυτό; Όσο οδηγείς σε καθημερινές συνθήκες με ελαφρύ δεξί πόδι, όλα κυλούν ομαλά, ενώ όταν χρειάζεσαι ένα άμεσο κατέβασμα για να προσπεράσεις, δεν υπάρχει πρόβλημα. Όμως, μην περιμένετε τις ταχύτατες αλλαγές που εξασφαλίζει στα ανεβάσματα και στα κατεβάσματα το DSG κιβώτιο ενός Volkswagen, για παράδειγμα.
Ας έρθουμε τώρα στο κεφάλαιο φρένα. Δεν μπορούμε να μιλήσουμε εδώ για αποστάσεις ακινητοποίησης, όμως θα πούμε απερίφραστα ότι το σύστημα της έκδοσης Veloce με τις ενισχυμένες δαγκάνες της Brembo κάνει τη δουλειά του. Διατηρώντας μάλιστα μία αρκετά καλή αίσθηση στο μεσαίο πεντάλ. Στην περίπτωση της Tonale, το ηλεκτροϋδραυλικό σύστημα, που γνωρίσαμε στις μεγαλύτερες Giulia και Stelvio, αξιοποιείται στο έπακρο. Συνδυάζει άψογα και με ωφέλιμο για τον οδηγό τρόπο, την απόδοση στο φρενάρισμα με τη λειτουργία ανάκτησης ενέργειας, κάθε φορά που τα υλικά τριβής έρχονται σε επαφή με τους δίσκους. Επί της ουσίας, αυτό συνεπάγεται ικανοποιητική αίσθηση στο πεντάλ, ακόμη και στα συχνά σταμάτα-ξεκίνα της πόλης.
ΠΕΡΙ ΑΝΕΣΗΣ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
Καλές οι επιδόσεις και το κράτημα, όμως δεν αρκούν σήμερα, ακόμη και για τον πιο αδιόρθωτο «βενζινοκέφαλο» – συγχωρήστε μας την ελληνική απόδοση του όρου «petrolhead». Τα καλά νέα λοιπόν, είναι ότι η καμπίνα της Tonale είναι ένα ευχάριστο περιβάλλον. Ακόμη κι όταν χρειαστεί να βρεθείτε για ώρες μποτιλιαρισμένοι στο κέντρο του Μιλάνου ή της Αθήνας. Ειδικά τότε. Η θέση οδήγησης δεν είναι πολύ χαμηλή, με αποτέλεσμα τα γόνατα να είναι κάπως μαζεμένα, όμως οι πολυάριθμες ρυθμίσεις του καθίσματος σου επιτρέπουν να βρεις την ιδανική θέση, ενώ το τιμόνι είναι κατακόρυφο, όπως πρέπει.
Η σχεδίαση του ταμπλό, μπορεί σε κάποιους να αρέσει και σε άλλους όχι, όμως σίγουρα δικαιούται τον χαρακτηρισμό premium. Τόσο οπτικά, όσο και στην αφή. Το infotainment είναι στα επίπεδα που περιμένεις από ένα σύγχρονο C-SUV. Ο ψηφιακός πίνακας οργάνων των 12,3 ιντσών είναι ένα αυθεντικό κομμάτι σχεδίασης Alfa Romeo. Έχει προσαρμοστεί έξυπνα σε έναν πίνακα που θυμίζει κυάλια, όπως της Giulia, και προσφέρει μεγάλες δυνατότητες διαμόρφωσης. Ανάμεσα στις διάφορες απεικονίσεις, υπάρχει και μία ρετρό, με τις ενδείξεις του ταχύμετρου και του στροφομέτρου να θυμίζουν Alfetta GTV της δεκαετίας του ’70.
Η νέα πορεία που μόλις χάραξε η Alfa περνά φυσικά και από ένα σύστημα πολυμέσων με λογισμικό Android. Το οποίο μάλιστα, είναι τόσο καλά δομημένο και απλό στη χρήση, ώστε να μη σου αποσπά ποτέ την προσοχή από τον δρόμο. Ο χειρισμός του διζωνικού συστήματος κλιματισμού γίνεται, είτε μέσα από την οθόνη αφής των 10,3 ιντσών, είτε με φωνητικές εντολές. Όμως στο ταμπλό υπάρχει και μία μικρή κονσόλα με μεγάλους και ευδιάκριτους φυσικούς διακόπτες που τους βρίσκεις εύκολα από τη θέση του οδηγού. Επιπλέον, η καμπίνα διαθέτει πληθώρα θυρών USB και βάση επαγωγικής φόρτισης δίπλα στον επιλογέα του κιβωτίου που φιλοξενεί ακόμη και τις μεγαλύτερες συσκευές της αγοράς.
Στον χώρο των πίσω επιβατών δεν προβλέπεται συρόμενο κάθισμα. Ωστόσο, οι επιβάτες της δεύτερης σειράς έχουν στη διάθεσή τους ξεχωριστούς αεραγωγούς κλιματισμού και επαρκείς χώρους προς κάθε κατεύθυνση. Κατά μέσο όρο ο «αέρας» για τα γόνατα είναι 29 εκατοστά, ενώ το εσωτερικό ύψος φτάνει τα 82 εκ. και το πλάτος (στο ύψος των ώμων) τα 137 εκατοστά.
ΩΡΑ ΓΙΑ ΗΛΕΚΤΡΟΚΙΝΗΣΗ
Στον βασικό εξοπλισμό του αυτοκινήτου περιλαμβάνεται ένα ενδιαφέρον πακέτο ADAS που βελτιώνει σημαντικά την ενεργητική ασφάλεια. Υπάρχει σύστημα αναγνώρισης της κόπωσης του οδηγού, το οποίο συστήνει στάση για ξεκούραση όποτε χρειαστεί. Το σύστημα παρακολούθησης κρυφών γωνιών συνδυάζεται με εκείνο της οπίσθιας κυκλοφορίας, χωρίς να διαθέτει αυτόματο φρενάρισμα σε κίνηση με την όπισθεν. Το ενεργό cruise control σε συνεργασία με το σύστημα διατήρησης της λωρίδας –το οποίο διατίθεται κατά παραγγελία σε όλα τα επίπεδα εξοπλισμού– εξασφαλίζει υποβοήθηση οδηγού Επιπέδου 2.
Από μέσα η ορατότητα είναι μέτρια και αυτό είναι ένα πρόβλημα που έχουν αρκετά αυτοκίνητα της κατηγορίας, όχι μόνο η Tonale. Προς τα εμπρός, το πρόβλημα είναι οι χοντρές και με έντονη κλίση κολόνες οροφής. Προς τα πίσω, προβληματίζουν το μικρό τζάμι και τα πίσω προσκέφαλα, τα οποία δεν ενσωματώνονται στις πλάτες των καθισμάτων όπως σε άλλα αυτοκίνητα της κατηγορίας. Ευτυχώς, ο οδηγός μπορεί να εμπιστευτεί τις κάμερες παρκαρίσματος που εξασφαλίζουν απεικόνιση 360º, οι οποίες επίσης αποτελούν προαιρετικό εξοπλισμό. Στάνταρ είναι μόνο η πίσω κάμερα.
Εν κατακλείδι, να πούμε ότι η Alfa Romeo διαθέτει πλέον το κατάλληλο προϊόν σε μία δημοφιλέστατη κατηγορία. Σίγουρα η Tonale επιδέχεται κάποιων βελτιώσεων – θα αποτελούσε μεγάλη έκπληξη αν ίσχυε το αντίθετο. Σε κάθε περίπτωση, είναι ένα αυτοκίνητο που έχει όλα όσα χρειάζεται για να προσελκύσει κάποιον που αναζητά ένα μεσαίο SUV. Ακόμη κι εκείνον ή εκείνη που μέχρι πρότινος δε θα σκεφτόταν ποτέ μία Alfa. Ειδικά για εμάς τους Έλληνες, η Tonale είναι ένα αντικείμενο που προκαλεί εθνική υπερηφάνεια. Αυτό διότι ένας δικός μας άνθρωπος, ο Αλέξανδρος Λιώκης, είναι ο σχεδιαστής του πρωτότυπου, το οποίο ήταν τόσο επιτυχημένο που το μοντέλο παραγωγής ελάχιστα διαφέρει. Πέρα από αυτό, η Tonale είναι το αυτοκίνητο που θα οδηγήσει την Alfa Romeo στην εποχή της ηλεκτροκίνησης. Είτε μας αρέσει είτε όχι, αυτή είναι μία αναπόφευκτη εξέλιξη.