Του Lorenzo Facchinetti, Απόδοση: Άκης Τεμπερίδης, Lexartis Φωτογραφίες: Massimiliano Serra
Το μεσαίο SUV του Ίνγκολσταντ, προσφέρει κορυφαία άνεση, εντυπωσιακές επιδόσεις – παρά το μεγάλο βάρος – και ακόμη μεγαλύτερη αυτονομία ως ηλεκτροκίνητο.
Ο αυτοκινητόδρομος ήταν ανέκαθεν ιδανικό πεδίο δοκιμής. Όχι μόνο για να αντιληφθείς την άνεση ενός αυτοκινήτου, αλλά και για να δεις τις εντυπώσεις που προκαλεί στον κόσμο. Καταλαβαίνετε τι εννοώ. Ενώ ταξιδεύεις ας πούμε, στο όριο των 130 χλμ./ώρα να σε προσπερνά ο άλλος με 132. Κι έτσι να ανταλλάσσετε βλέμματα, ενώ παρατηρείτε ο ένας το αυτοκίνητο του άλλου. Ε λοιπόν, αυτό εδώ το Sportback δεν μπορείς να πιστέψεις πόσο συγκεντρώνει τα βλέμματα. Κυρίως εκ μέρους οδηγών Audi, να το τονίσω αυτό. Ακόμη και κάτοχοι Q5 έδειχναν μεγάλο ενδιαφέρον για ένα αυτοκίνητο πρακτικά ίδιο με το δικό τους. Απλά με διαφορετική διαμόρφωση της ουράς, χάρη στις πιο κεκλιμένες κολόνες οροφής, το καμπύλο πίσω τζάμι σε στιλ coupé, καθώς και τις πιο άγριες εισαγωγές αέρα και τους προφυλακτήρες της συγκεκριμένης έκδοσης S Line Plus. Σίγουρα δεν πρόκειται για ένα νέο αυτοκίνητο. Όμως χάρη στις συγκεκριμένες παρεμβάσεις, έχει αποκτήσει ένα δυναμισμό που δεν το αφήνει να περνά απαρατήρητο.
ΠΛΟΥΣΙΑ ΓΚΑΜΑ
Αυτό που ίσως δεν αντιληφθεί κάποιος, αν δεν προσέξει το λογότυπο στην πίσω πόρτα, είναι το κινητήριο σύνολο της έκδοσης αυτής της δοκιμής. Το Q5 Sportback διαθέτει μία γκάμα κινητήρων που περιλαμβάνει από κλασικούς 2.0 TFSI και δίλιτρους ή τρίλιτρους TDI, μέχρι τον σούπερ turbodiesel με τους 341 ίππους της εύκολα αναγνωρίσιμης έκδοσης SQ5. Υπάρχουν βέβαια και οι δύο επαναφορτιζόμενες υβριδικές εκδόσεις, με ισχύ 299 και 367 ίππων. Η τελευταία είναι και η έκδοση αυτής εδώ της δοκιμής, η οποία είναι και η πιο δυνατή της γκάμας.
Να κάνουμε εδώ μία μικρή τεχνική ανάλυση. Κάτω από το καπό κρύβεται ο γνωστός δίλιτρος turbo βενζινοκινητήρας των 265 ίππων, με κιβώτιο διπλού συμπλέκτη και ανάμεσά τους ένας ηλεκτροκινητήρας 143 ίππων. Στη γλώσσα του Ίνγκολσταντ το κινητήριο σύνολο λέγεται “55 TFSI e”, το οποίο δοκιμάσαμε πριν από καιρό στο Q5, πριν το μοντέλο περάσει από restyling. Όμως αυτή τη φορά, παρά το ίδιο κινητήριο σύνολο των 367 ίππων, η αυτονομία αποδείχτηκε πολύ μεγαλύτερη.
Η εξήγηση είναι απλή. Πέρα από τα τεχνικά χαρακτηριστικά που δίνει ο κατασκευαστής, το επαναφορτιζόμενο υβριδικό σύστημα που πρόσφατα υιοθέτησαν και τα A6/A7, εξελίχτηκε. Διαθέτει πλέον μεγαλύτερη μπαταρία λιθίου – 17,9 αντί 14,1 kWh – και διαφορετικό λογισμικό διαχείρισης ενέργειας, άρα και διαφορετικό τρόπο λειτουργίας των δύο κινητήρων. Να δώσουμε λοιπόν δύο μόνο αριθμούς, πριν ανατρέξετε στον πίνακα της δοκιμής. Η μέγιστη αυτονομία με ηλεκτροκίνηση έχει αυξηθεί από 38 σε 59 χιλιόμετρα, ενώ η μέση κατανάλωση στο χειρότερο σενάριο χρήσης – δηλαδή με την μπαταρία εκφορτισμένη – μειώθηκε κατά 10%. Από 8,2 σε 7,4 λίτρα ανά 100 χιλιόμετρα. Αν μου επιτρέπετε, θα προσθέσω και μία ακόμη ενδιαφέρουσα τιμή, τα 5,1 δευτερόλεπτα (αντί 5,7) στο 0-100.
ΑΠΙΣΤΕΥΤΗ ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ
Ανατρέξτε στους πίνακες επιδόσεων. Ο δίλιτρος TFSI είναι από μόνος του ένας εκπληκτικά εύστροφος κινητήρας. Όμως με την ηλεκτρική υποβοήθηση, ανεβαίνει σε άλλο επίπεδο και το κινητήριο σύνολο αποκτά αμιγώς σπορ χαρακτήρα. Ο ηλεκτροκινητήρας μπορεί μην ακούγεται, τον αισθάνεσαι όμως στην πλάτη σου, όταν το αυτοκίνητο επιταχύνει με ευκολία σε ταχύτητες που επιτρέπονται μόνο σε autobahn. Το αξιοσημείωτο είναι πόσο αρμονικά και διακριτικά συνεργάζονται μεταξύ τους οι δύο κινητήρες, με αποτέλεσμα μία εξόχως ομαλή λειτουργία. Ο καθένας μπαίνει στο παιχνίδι διακριτικά και παίζει το ρόλο του ανάλογα με τις απαιτήσεις της στιγμής. Για παράδειγμα, πατώντας τον διακόπτη EV στην κεντρική κονσόλα, το αυτοκίνητο κινείται ηλεκτρικά – όσο βέβαια είναι φορτισμένη η μπαταρία. Αντίθετα, στις λειτουργίες Battery Hold και Battery Charge, ο βενζινοκινητήρας αναλαμβάνει ρόλο γεννήτριας και διατηρεί σταθερό το επίπεδο φόρτισης ή φορτίζει την μπαταρία, αντίστοιχα. Αυτό χρησιμεύει ιδιαίτερα στον αυτοκινητόδρομο πριν ακολουθήσει οδήγηση στην πόλη, όμως συνεπάγεται σχετική αύξηση της κατανάλωσης. Η λειτουργία Auto είναι τελικά η πιο ενδεδειγμένη, αν δεν θέλετε να αγχώνεστε με στρατηγικές που θυμίζουν Formula E. Το σύστημα είναι αρκετά ευφυές, ώστε να διαχειρίζεται το ρόλο του κάθε κινητήρα και το επίπεδο φόρτισης της μπαταρίας με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο. Ειδικά όταν επιλέξετε κάποιον προορισμό στο σύστημα πλοήγησης. Τότε, η κεντρική μονάδα ελέγχου λαμβάνει όλες τις πληροφορίες από τον χάρτη της διαδρομής (υψομετρικές διαφορές, παρουσία κυκλικών κόμβων, κυκλοφοριακή φόρτιση κτλ.) και αναλαμβάνει να σας πάει στον προορισμό σας, με την καλύτερη δυνατή στρατηγική διαχείρισης ενέργειας. Όταν για παράδειγμα κινείστε γρήγορα στον αυτοκινητόδρομο, το σύστημα χρησιμοποιεί ελάχιστα την μπαταρία, ώστε να την εκμεταλλευτεί στη συνέχεια μέσα στην πόλη.
Επίσης, ο οδηγός λαμβάνει οδηγίες για το πώς να οδηγεί οικονομικά. Το δεξί πεντάλ σπρώχνει ελαφρά το πόδι για να μειώσει την πίεση. Όσο για το σύστημα ανάκτησης ενέργειας, χρησιμοποιεί τη συσσωρευμένη εμπειρία της Audi από τα ηλεκτρικά της μοντέλα.
Να τονίσουμε εδώ, ότι το πεντάλ του φρένου χρειάζεται κάποια εξοικείωση, όπως συνήθως συμβαίνει στα υβριδικά. Αυτό διότι ο ηλεκτροκινητήρας αναλαμβάνει τις χαλαρές επιβραδύνσεις και τα υδραυλικά φρένα τις πιο έντονες. Και η μετάβαση από το ένα στο άλλο είναι αισθητή.
Αντίθετα, καμία όχληση δεν αισθάνονται οι επιβάτες από τον περιβάλλοντα χώρο. Το Q5 Sportback είναι εντελώς αθόρυβο και ιδιαίτερα άνετο, ειδικά με τα διπλά τζάμια και την πνευματική ανάρτηση. Ακόμη και με τους μεγάλους τροχούς των 21” (αντί των στάνταρ 20 ιντσών), η άνεση είναι κορυφαία, είτε αφορά στον θόρυβο κύλισης, είτε την ενδοτικότητα της ανάρτησης. Η τελευταία είναι κατάλληλα ρυθμισμένη για να εξασφαλίζει δυναμική συμπεριφορά με μικρές κλίσεις του αμαξώματος. Στις στροφές, κρύβει μάλιστα το βάρος του αυτοκινήτου. Πράγματι, πίσω από το τιμόνι δεν μπορείς να διανοηθείς ότι οδηγείς αυτοκίνητο 2,2 τόνων.
Αν αναρωτιέστε τώρα ποιες θυσίες πρέπει να κάνετε εφόσον επιλέξετε την έκδοση Sportback, αντί του στάνταρ Q5, ουσιαστικά είναι μόνο το επιπλέον κόστος στην αγορά. Υπολογίστε 2.500 με 3.000 ευρώ επιβάρυνση με ίδιο ακριβώς εξοπλισμό. Από την άλλη, το διαφορετικό σχήμα του αμαξώματος στο πίσω μέρος δεν περιορίζει τους εσωτερικούς χώρους. Οι πίσω επιβάτες έχουν το ίδιο εσωτερικό ύψος στη διάθεσή τους (96 εκατοστά και στις δύο εκδόσεις) ενώ ο χώρος των αποσκευών είναι απαράλλακτος. Ίσως και με μερικά διαθέσιμα λίτρα παραπάνω.