Του Πάνου Ντάνου - Φωτογραφίες: Βασίλης Κωστάκος
Το Kia Soul είναι global car, ένα από αυτά τα «παγκόσμια αυτοκίνητα» που ποντάρουν την ευημερία τους στην παραδοχή (ή την ελπίδα) ότι η διαφορετικότητα στη σχεδίαση δεν γνωρίζει σύνορα, καθώς και ότι υπάρχουν κοινά κριτήρια επιλογής σε όλες τις αγορές του κόσμου. Ή περίπου.
Αυτό σημαίνει ότι όπου απαντάται είναι εξ όψεως ίδιο και απαράλλαχτο. Το «εσωτερικό» όμως, είναι μια άλλη ιστορία. Διότι μπορείτε να αναμένετε ειδοποιούς διάφορες στους κινητήρες, τα επίπεδα εξοπλισμού, τις μεταδόσεις, ακόμη και το setup της ανάρτησης.
Η ηλεκτροκίνηση δεν είναι κάτι καινούργιο για την Kia, γενικώς, αλλά και για το Soul, ειδικώς, που υφίσταται ως αμιγώς ηλεκτροκίνητο ήδη από τα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας. Στην τρίτη γενιά του μοντέλου, η εταιρία (που μας έχει συνηθίσει σε ανάλογες τολμηρές κινήσεις) αποφάσισε να το διαθέσει στην Ευρώπη αποκλειστικά ως EV, «καταργώντας» τους βενζινοκινητήρες, αντίθετα με άλλες αγορές που συνεχίζει να υφίσταται -και- ως θερμικό μοντέλο.
Συμπέρασμα: Ακόμη κι αν η πιο πάνω επιλογή είναι επιβεβλημένη υπό τη δαμόκλειο σπάθη των διατάξεων περί ρύπων, το e-Soul είναι μια ακόμη απόδειξη ότι οι δηλώσεις της Kia περί «ευρωπαϊκής προϊοντικής στρατηγικής» δεν είναι κενές περιεχομένου.
ΨΥΧΗ ΤΕ ΚΑΙ ΣΩΜΑΤΙ
Με λίγη φαντασία, το Soul θυμίζει τα ιαπωνικά Kei cars, έστω ως σχεδιαστική προσέγγιση, γιατί στο συγκεκριμένο μοντέλο και πέρα από τις «γραμμές» του υπάρχουν δύο ξεκάθαροι όγκοι που ορίζουν το αμάξωμα. Το δε σύνολο, εκτός από σαφές είναι και τετραγωνισμένο, ή τουλάχιστον αυτή την εντύπωση εκβιάζει η κατάληξη της οροφής που σχηματίζει μια τυπικότατη ορθή γωνία με το πίσω παρμπρίζ. Σε κάθε περίπτωση, απ’ όποια γωνία κι αν το προσεγγίζεις οπτικά, το Soul είναι ιδιότυπο, δεν έχει απλώς μερικές σκόρπιες ιδιοτυπίες και συνεχίζει να κάνει αυτό που ξέρει καλά: Εντύπωση.
Το ηλεκτρικό της έκδοσης είναι πρόδηλο από το εμπρός μέρος με την «σφραγισμένη» μάσκα και τη θύρα φόρτισης, αλλά και τους τροχούς που, όπως άλλωστε σε κάθε ηλεκτρικό μοντέλο, είναι σχεδιασμένοι με στόχο τη μέγιστη αεροδυναμική «απόδοση». Η πιο χαρακτηριστική λεπτομέρεια είναι το δίχως άλλο τα «ελάχιστα», λεπτά εμπρός φώτα, ενώ αυτά στο πίσω μέρος είναι αυτά που θα διχάσουν το κοινό σε υποστηρικτές και πολέμιους. Οι τελευταίοι ωστόσο, καλό είναι να θυμούνται ότι οι «ασιατικές» επιρροές του Soul είναι μια συνειδητή σχεδιαστική επιλογή και όχι μια σχεδιαστική αστοχία και ας καταλήξουμε στο να συμβιβαστούμε όλοι μαζί με το «γούστα είναι αυτά».
Αντίθετα με το αμάξωμα, στο εσωτερικό δεν υπάρχει γωνία ούτε για δείγμα και ακόμη και η οθόνη στην κεντρική κονσόλα περικλείεται στοργικά σε ένα οβάλ πλαίσιο. Αναμενόμενα, ο ψηφιακός πίνακας ανήκει στις στάνταρ παροχές εξοπλισμού και η εργονομία είναι πολύ καλή, με διακόπτες που είναι εύχρηστοι και ευχάριστοι στην λειτουργία τους. Για την κίνηση και αντί του μοχλού ταχυτήτων υπάρχει ένας περιστροφικός διακόπτης (Reverse Neutral, Drive, Park) αλλά ο βαθμός ανάκτησης της ενέργειας γίνεται με τα paddles πίσω από το τιμόνι που, φυσικά, κατά την οδήγηση εξυπηρετούν παράλληλα στο «ενεργητικό φρενάρισμα». Οι χώροι εμπίπτουν στην περίπτωση «μια στο καρφί και μια στο πέταλο», αφού αυτοί για τους επιβάτες είναι εξαιρετικοί (εδικά στα πίσω καθίσματα ελέω και του σχήματος), αλλά τα λίτρα του πορτ μπαγκάζ περιορίζονται στα 315. Ωστόσο, η ανάκλιση των πίσω καθισμάτων γίνεται ταχύτητα και η χωρητικότητα αυξάνεται στα 1.339 λίτρα.
ΤΡΟΛΑΡΟΝΤΑΣ ΒΕΝΖΙΝΟΚΙΝΗΤΗΡΕΣ
Εκ των δύο διαθέσιμων εκδόσεων σ’ ότι αφορά την μπαταρία, η πιο ενδιαφέρουσα είναι ασφαλώς η ισχυρότερη, όχι μόνο λόγω των 204 ίππων της απόδοσης. Η ουσία βρίσκεται στην αυτονομία.
Παρενθετικά, αξίζει τα αναφέρουμε τα της έκδοσης «Mid Range», οι τιμές της οποίας ξεκινούν από τις 36.940 ευρώ: Η ισχύς της φτάνει τους 136 ίππους, από μια μπαταρία 39,2 kWh που έχει χωρητικότητα 120 αμπερώρια (Ah) και η ανακοινωμένη αυτονομία ανέρχεται σε 276 χλμ. (405 χλμ. εντός πόλης).
Η έκδοση «Long Range» όμως, είναι όνομα και πράμα, με την -θεωρητική- μικτή αυτονομία να ξεπερνάει τα 450 χλμ. (452) και να εκτοξεύεται στα δυσθεώρητα 615 χλμ. για τις αστικές μετακινήσεις.
Το «θεωρητική» σχετίζεται, φυσικά, με το ανάγλυφο των διαδρομών, τις επιλογές του οδηγού και τις κυκλοφοριακές συνθήκες, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτοί οι παράγοντες επηρεάζουν αναλόγως οποιοδήποτε αυτοκίνητο, ηλεκτροκίνητο ή μη. Η ουσία που λέγαμε πιο πάνω, παραμένει ότι αυτές η χιλιομετρικές τιμές, εξασφαλίζουν ότι το «range anxiety» πάει περίπατο, ακόμη και στην Ελλάδα με τις περιορισμένες υποδομές.
Η διαδικασία της φόρτισης της μπαταρίας των 64 kWh και 180 Αh, μέσω ενός ταχυφορτιστή των 100 kW (που στη χώρα μας μοιάζει με το Kia Stinger: Είναι τόσο καλό και τόσο σπάνιο) από το 20% έως το προτεινόμενο 80%, διαρκεί μόλις 42 λεπτά. Όταν δε πρυτανεύει ο ρεαλισμός και μιλάμε για ένα wallbox (7,2 kW), o απαιτούμενος χρόνος για την πλήρη φόρτιση από το 0% είναι 9,5 ώρες, χρόνος που πρακτικά είναι αμφίβολο ότι θα χρειαστεί.
Η απόδοση του κινητήρα είναι εντυπωσιακή, όπως άλλωστε και η αμεσότητα της παροχής, ίδιον όλων των ηλεκτρικών μοντέλων. Η ισχύς εμπαίζει το βάρος των 1.758 κιλών (η μπαταρία ευθύνεται για τον μισό, περίπου, τόνο) και η ροπή καθιστά το σύστημα ελέγχου της πρόσφυσης είδος πρώτης ανάγκης, τόσο που αν το θέσεις έκτος σε ολισθηρό οδόστρωμα, είναι αμφίβολο ότι μπορείς να εκκινήσεις χωρίς σπινάρισμα, που αναβαθμίζεται σε αδύνατο όταν επιλεγεί το πρόγραμμα «Sport». Η κλιμάκωση και αποκλιμάκωση του βαθμού ανάκτησης ενέργειας από τα paddles, είναι οδηγικά απολαυστική. Εντυπωσιακό είναι επίσης το γεγονός ότι οι κλίσεις είναι περιορισμένες, παρά το υψηλόσωμο αμάξωμα, κάτι που αποτελεί το θετικό συνακόλουθο μιας αρνητικής πραγματικότητας: Το χαμηλό κέντρο βάρους. Το χεράκι της στα καλά δυναμικά χαρακτηριστικά και στην άνεση έχουν βάλει και οι πολλαπλοί σύνδεσμοι της ανάρτησης στο πίσω μέρος, που προτιμήθηκαν για ευνόητους λόγους από τον ημιάκαμπτο άξονα.
Το e-Soul μοιάζει να ήταν έτοιμο από καιρό να διατεθεί αποκλειστικά ως ηλεκτροκίνητο, ακόμη κι αν πρόκειται για την αναγκαιότητα σε σχέση με την ευρωπαϊκή αγορά. Και αυτό γιατί η σχεδίασή του συνάδει με τη νέα εποχή της ηλεκτροκίνησης, καθιστώντας το σύνολο ένα ακατάρριπτο αυτοκινητικό «επιχείρημα», που, παρεμπιπτόντως, με τις υποδομές υπό πλήθυνση θα βαίνει χρηστικότερο.