Του Alessio Viola, Απόδοση: Άκης Τεμπερίδης, Lexartis Φωτογραφίες:Massimiliano Serra
Ο χρόνος τρέχει, ο κόσμος γίνεται όλο και πιο ψηφιακός, ενώ έχει ακόμη να αντιμετωπίσει μία πανδημία.
Όμως κάποια πράγματα έχουν μείνει στη θέση τους και ευτυχώς όταν μιλάμε για αυτοκίνητα σαν την Giulia Quadrifoglio. Το μεγάλο στοίχημα της ιταλικής αυτοκινητοβιομηχανίας παραμένει στην κορυφή της ολιγομελούς κατηγορίας της από το 2016 που παρουσιάστηκε. Πόσο πιο απλά να το διατυπώσουμε; Δεν έχει φτιαχτεί ακόμη τετράπορτο sedan σαν κι αυτή.
Σίγουρα, αν κρίνουμε από τα ρεκόρ στην πίστα του Quattroruote στο Vairano, η QV δεν είναι πλέον η ταχύτερη μπερλίνα στον κόσμο. Το ρεκόρ ταχύτερου γύρου το έκλεψε πρώτα η BMW M5 και στη συνέχεια η ηλεκτρική Porsche Taycan. Όμως αυτό δε σημαίνει κάτι, καθώς και τα δύο αυτά γερμανικά αυτοκίνητα είναι αλλού σε τεχνολογία, φιλοσοφία και τιμή. Ο πραγματικός αντίπαλος της Quadrifoglio αναμένεται πάντα από τη Γερμανία και δεν είναι άλλος από το δίδυμο των BMW M3/M4, το αυτοκίνητο που στόχευσε εξαρχής η Alfa με την Giulia. Μέχρι την άφιξη των νέων BMW, ας απολαύσουμε λοιπόν την Quadrifoglio MY20, η οποία διατηρεί τον ίδιο ακριβώς χαρακτήρα με πριν, απλά με κάποιες βελτιώσεις στις λεπτομέρειες.
ΠΙΟ ΜΟΝΤΕΡΝΑ ΕΣΩΤΕΡΙΚΑ
Όσα έχουν αλλάξει δεν έχουν καμία σχέση με τη δυναμική συμπεριφορά του αυτοκινήτου. Κάνουν όμως τη διαφορά στην καθημερινή χρήση. Σημαντικότερη εξέλιξη αποτελεί το νέο σύστημα infotainment με οθόνη αφής και εντελώς διαφορετικό περιβάλλον χρήστη, με εναλασσόμενες καρτέλες. Ο περιστροφικός διακόπτης παραμένει βέβαια στην κεντρική κονσόλα και είναι ακόμη πιο όμορφος από πριν, όπως και όλα τα άλλα στοιχεία στην ίδια περιοχή. Εξελιγμένα είναι και τα συστήματα ADAS επιπέδου 2 πλέον του πακέτου Driver Assistance Plus, χωρίς να φέρνουν όμως κάτι πραγματικά νέο στην κατηγορία. Απλά, μετά από τέσσερα χρόνια χρειάζονταν κι αυτά ώστε να μικρύνουν το χάσμα ανάμεσα στην Giulia και σεάλλα premium μοντέλα της κατηγορίας της. Εξωτερικά πάντως, το ιταλικό sedan δε δείχνει τα χρόνια του και όπως μπορείτε να δείτε και στις φωτογραφίες δε χρειάστηκε να πειραχτεί στο ελάχιστο. Ευτυχώς, θα προσθέσουμε, μια και συνήθως τα ρετουσαρίσματαχαλούν αντί να φτιάχνουν το αρχικό σχέδιο. Αν θέλετε κάτι νέο στην εμφάνιση, θα πρέπει να αρκεστείτε στο χρωματισμό Verde Montreal που κοστίζει επιπλέον.
Κατά τ’ άλλα, η κορυφαία Giulia δεν επιδιώκει να αποκτήσει οικολογικό χαρακτήρα γι’ αυτό και δεν έχει υιοθετήσει κάποιο υβριδικό σύστημα, ούτε καν mild. Παραμένει ένα ρομαντικό αυτοκίνητο παλαιάς κοπής, αδιαπραγμάτευτα σπορ, αρρενωπό και ανεπίδεκτο ηλεκτροδότησης. Απευθύνεται σε ανθρώπους που έχουν σαρκική – σχεδόν – σχέση με τις μηχανές, ανεξάρτητα με το αν αυτοπροσδιορίζονται ως Αλφίστι ή όχι. Αρκεί να είναι λάτρης του αυτοκινήτου κάποιος για να αγαπήσει μία Quadrifoglio και αυτό επειδή ήταν και παραμένει τέλεια – επιτρέψτε μας τη λέξη – στους τομείς που μετρούν. Και τέσσερα χρόνια μετά, είναι κάτι σαν το πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέι ανάμεσα στα αυτοκίνητα για πραγματικούς οδηγούς. Και δεν είναι εύκολο να παραμένει έτσι αειθαλής μετά από τέτοιο διάστημα. Φυσικά, έχει αλλάξει η οπτική γωνία του μοντέλου. Το 2016, η Quadrifoglio έμελλε να γίνει το ιερό δισκοπότηρο για κάθε Αλφίστα. Σήμερα, αποτελεί το βατήρα για ακόμη πιο φαντασμαγορικές δημιουργίες, όπως οι εκδόσεις GTA και GTAm.
ΠΑΝΤΑ ΣΥΝΑΡΠΑΣΤΙΚΗ
Για να απολαύσεις οδήγηση με την Giulia δε χρειάζεται να παίξεις κορώνα – γράμματα τους πόντους του διπλώματος οδήγησης. Δεν χρειάζονται δηλαδή υπερβολικές ταχύτητες για να καταλάβεις περί τίνος πρόκειται. Τα 1.798 κιλά του αυτοκινήτου δε φαίνονται στο δρόμο. Το σύστημα διεύθυνσης είναι ακριβές σαν ξυράφι και κάθε δέκατο της μοίρας στο βολάν έχει τη σημασία του. Το τιμόνι είναι το απόλυτο όργανο, όχι απλά για να στοχεύεις την κορυφή της στροφής, αλλά και για να ζωγραφίζεις μέσα σ’ αυτή. Και μετά είναι ο V6 κινητήρας, ο οποίος ακόμη και σε ήρεμους ρυθμούς θριαμβεύει μουσικολογικά χάρη στις νότες που επιφυλάσσει η Akrapovic εξάτμιση. Και αν μιλάμε για δύναμη; Χαμηλά δεν εντυπωσιάζει με την απόκριση, ούτε με τον ήχο του, ακόμη και σε αυτήν την τελευταία του έκδοση με το διπλό σύστημα άμεσου – έμμεσου ψεκασμού. Το οποίο υιοθετήθηκε για τον περιορισμό των εκπεμπόμενων ρύπων χωρίς τη χρήση φίλτρου κατακράτησης σωματιδίων. Ο ιταλικός V6 δεν έχει τη μνημειώδη δύναμη ενός AMG ή ενός Audi RS χαμηλά, όμως είναι απαράμιλλος όσο ανεβαίνουν οι στροφές. Ο τρόπος μάλιστα που ανεβάζει στροφές κλείνει το μάτι στους καλύτερους ατμοσφαιρικούς του παρελθόντος – ένα είδος προς εξαφάνιση. Χωρίς να το καταλάβεις, το στροφόμετρο φλερτάρει με τον κόφτη κι εσύ κινείσαι με εξωφρενικές ταχύτητες. Και ο V6 επιταχύνει με τον ίδιο θυμό σε κάθε επόμενη σχέση. Κι εκεί είναι που παραδέχεσαι ότι όσο κι αν περνούν τα χρόνια, το 8άρι κιβώτιο της ZF παραμένει αξία αναλλοίωτη.
Όταν αυξάνει η ταχύτητα, η τρέλα γίνεται ένα με τη λογική και εκεί είναι η αποθέωση του ονόματος Alfa Romeo, το οποίο δε λέει να χάσει τη λάμψη του μετά από 110 χρόνια ιστορίας. Προσωπικά, μπορεί να μην έχω οδηγήσει ακόμη την GTAm, όμως αναρωτιέμαι ειλικρινά πόσο καλύτερη μπορεί να είναι και το γράφω αυτό διότι η Quadrifoglio συνδυάζει τη δύναμη ενός ιαπωνικού σπαθιού katana με την ακρίβεια μίας λεπίδας. Ο τρόπος με τον οποίο αλλάζει κατεύθυνση, το πώς στρίβει δηλαδή, είναι εξωφρενικός για τετράπορτο αυτοκίνητο με τον κινητήρα μπροστά. Όμως αυτή είναι η Quadrifoglio: ασφαλής και απαιτητική συνάμα, ευέλικτη και σταθερή σαν βράχος, αξιόπιστηκαι αλήτισσα. Παντρεύει τα αντίθετα με αφοπλιστική ευκολία και τα αναμιγνύει τόσο όμορφα μεταξύ τους που στο τέλος τα κάνει όλα ένα. Πρόκειται για έναμοτέλο που τετραγωνίζει τον κύκλο και αποπνέει μία αρμονία που σε κάνουν να αισθάνεσαι ανίκητος πίσω από το τιμόνι του. Δεν υπάρχει στροφή που θα σε προβληματίσει, δεν υπάρχει τροχιά που αδυνατείνα διαγράψει το ιταλικό sedan. Το μόνο που ίσως σου λείψει είναι ένα πιο βαρύ τιμόνι. Όμως αυτά είναι προσωπικά γούστα, για να μην πούμε ιδιοτροπίες.
Πείτε με περίεργο, όμως ανίχνευσα μία κάπως νεκρή αίσθηση του τιμονιού γύρω από την ευθεία στη MY20 Quadrifoglio. Αυτό είναι μάλλον μία παράπλευρη απώλεια της επαναρύθμισης του συστήματος διεύθυνσης ώστε να μην είναι τόσο απότομο στους ελιγμούς. Παραμένει ταχύτατο αλλά δεν το αντιλαμβάνεσαι όπως πριν. Αυτό που λείπει πραγματικά είναι ένα λιγότερο παρεμβατικό ESP, το οποίο να αφήνει περισσότερη ελευθερία στον πίσω άξονα χωρίς να χρειάζεται να επιστρατεύσεις το πρόγραμμα Race. Το οποίο, αντικειμενικά δεν ενδείκνυται για χρήση σε ανοιχτό δρόμο ούτε απευθύνεται στην πλειοψηφία των οδηγών, καθώς σε αφήνει αβοήθητο απέναντι στη δυναμική της μηχανής. Κι εκεί είναι που τα 510 άλογα μπορούν να γίνουν υπερβολικά. Όμως αφού το τονίσαμε αυτό, το τελικό συμπέρασμα είναι ένα και απαράλλαχτο: η Quadrifoglio είναι ένα ασύγκριτο εργαλείο οδηγικής απόλαυσης. Τελεία και παύλα.