1Δύο μάρκες με έντονη προσωπικότητα αλλά διαφορετικές κουλτούρες. Το ιταλοαμερικανικό Jeep με την αύρα περιπέτειας από τη μία και το τσέχικο SUV με την γερμανική λογική από την άλλη. Όμως είναι άκρως ανταγωνιστικά μεταξύ τους, από τους χώρους μέχρι τους κινητήρες
Αν κυκλοφορήσετε στους διαδρόμους μεγάλων εταιρειών, ανάμεσα στους όρους που κυριαρχούν στο επιχειρηματικό new speak, υπάρχει ένας που γεμίζει το στόμα των μαρκετίαρς περισσότερο από κάθε άλλο: «brand awereness» ή ελληνιστί «αναγνωρισιμότητα της μάρκας». Αν ένα τμήμα μάρκετινγκ κάνει καλά τη δουλειά του, τα προϊόντα της εταιρείας του θα είναι άμεσα αναγνωρίσιμα, θα έχουν μία ξεκάθαρη εικόνα στα μάτια του κοινού και κυρίως θα του γεννούν συγκεκριμένα συναισθήματα.
Κάναμε αυτήν την εισαγωγή για να θυμίσουμε ότι στο χώρο του αυτοκινήτου και ιδιαίτερα στην κατηγορία των SUV, μία από τις μάρκες που έχουν καταφέρει να κεφαλαιοποιήσουν καλύτερα την ταυτότητα και την ιστορία τους είναι η Jeep. Μάρκα συνυφασμένη με το αμερικανικό όνειρο της ελευθερίας και της περιπέτειας, παρότι εδώ και χρόνια ανήκει στην FCA – ένα ιταλοαμερικανικό κολοσσό με ευρωπαϊκή έδρα. Σύντομα μάλιστα, η Jeep θα είναι μία από τις μάρκες της νέας συμμαχίας Stellantis – καρπού της συμμαχίας FCA – PSA. Τώρα, αν η αναγνωρισιμότητα ενός Jeep αναλώνεται καθημερινά σε πιο άχαρες διαδρομές του τύπου από το σπίτι στη δουλειά και από εκεί στο super market, είναι άλλο θέμα. Το λογότυπο, η μάρκα και η εμφάνιση ενός Jeep αρκούν για να το αγοράσει κάποιος και να κάνει όνειρα για εκτός δρόμου διαδρομές από τη Γιούτα στο Κολοράντο ή από την Αθήνα στα Ζαγοροχώρια.
Από τη μία έχουμε λοιπόν το ανανεωμένο Compass και από την άλλη το Karoq, το οποίο εντάξαμε σ’ αυτήν εδώ τη δοκιμή, όχι μόνο επειδή είναι στην κατηγορία του Jeep, αλλά διότι η Skoda έχει επίσης μία πολύ ιδιαίτερη ταυτότητα ως εταιρεία. Είναι αλήθεια ότι οι παλαιότεροι, στην Ελλάδα τουλάχιστον, συνδέουν την Τσέχικη μάρκα με το σοσιαλιστικό παρελθόν της, όμως η πλειοψηφία γνωρίζει καλά πλέον ότι πρόκειται για το παρακλάδι του ομίλου VW με αξίες τη στιβαρότητα, την πρακτικότητα και την ουσία. Χωρίς απαραίτητα αναφορές στο low cost.
Τεκμηριωμένα, τα δύο SUV της δοκιμής έχουν το ίδιο μέγεθος, παραπλήσια τιμή και φορούν μικρούς turbo βενζινοκινητήρες οι οποίοι παράγουν αντίστοιχες επιδόσεις. Είναι δηλαδή απόλυτα συγκρίσιμα παρά την τεράστια απόσταση που χωρίζει τις μάρκες τους στο συλλογικό υποσυνείδητο.
ΑΠΟ ΤΟ ΜΕΞΙΚΟ ΣΤΗΝ ΙΤΑΛΙΑ
Στην περίπτωση του Compass έχουμε ένα νέο κινητήρα κάτω από το καπό, ο οποίος στάθηκε αφορμή για μία διακριτική ανανέωση του μοντέλου. Πρόκειται για τον 1.3 Firefly σε δύο εκδόσεις (με 130 και 150 ίππων, όπως στο αυτοκίνητο δοκιμής), ο οποίος αναμένεται σύντομα και σε επαναφορτιζόμενη υβριδική έκδοση. Ταυτόχρονα το Compass υιοθέτησε νέα γκάμα χρωμάτων και ζαντών, καθώς και το εξελιγμένο σύστημα πολυμέσων Uconnect με αναβαθμισμένες λειτουργίες και το κυριότερο: Τα Compass που προορίζονται στην Ευρωπαϊκή αγορά δεν κατασκευάζονται πλέον στην Τολούκα του Μεξικό αλλά στο Μέλφι της νότιας Ιταλίας μαζί με τα Renegade και Fiat 500X. Αυτό μεταφράζεται, όχι μόνο σε μικρότερους χρόνους παράδοσης, αλλά και σε καλύτερη ποιότητα κατασκευής. Το ανανεωμένο Compass συνδυάζει για πρώτη φορά το αυτόματο κιβώτιο με μπροστινή κίνηση ενώ μέχρι πρότινος ήταν διαθέσιμο αποκλειστικά στην τετρακίνητη έκδοση.
Πέρα από τα νέα στοιχεία που έχουν προστεθεί, η ατμόσφαιρα στο εσωτερικό του μεσαίου Jeep δεν έχει αλλάξει. Η καμπίνα αποπνέει ποιότητα και έχει καλή εκμετάλλευση χώρων. Στο πίσω κάθισμα ο χώρος για τα πόδια είναι για παράδειγμα 5 εκ. μεγαλύτερος του Karoq (34 εκ. αντί 29) ενώ γενικότερα η καμπίνα έχει μεγαλύτερο πλάτος και ύψος. Από την πλευρά του το Karoq διαθέτει συρόμενο πίσω κάθισμα – έστω στον προαιρετικό εξοπλισμό – και μεγαλύτερο όσο και καλύτερα εξοπλισμένο χώρο αποσκευών. Πέρα από την πολύ καλή ποιότητα κατασκευής, το Τσέχικο SUV διαθέτει όλα εκείνα τα έξυπνα στοιχεία άλλων Skoda, όπως άγγιστρα για την ασφάλιση των αποσκευών, έξτρα μοχλούς για την αναδίπλωση του καθίσματος από το χώρο αποσκευών ή εκείνο το LED φανάρι που αποσπάται και χρησιμοποιείται σαν φακός.
ΘΕΜΑΤΑ ΕΡΓΟΝΟΜΙΑΣ
Από τη θέση του οδηγού η αίσθηση είναι παραπλήσια στα δύο αυτοκίνητα. Κάθεσε ψηλά, στα 65 περίπου εκατοστά από το έδαφος και έχεις πολύ καλή ορατότητα τριγύρω. Η θέση οδήγησης του καθενός διαφέρει βέβαια. Στο Jeep, τα πόδια είναι κάπως πιο λυγισμένα ενώ στο Skoda πιο απλωμένα. Στο ταμπλό του Karoq επικρατεί ευταξία ενώ η σχεδίασή του είναι εν γένει πιο… καθαρή. Όλοι οι διακόπτες είναι εργονομικά τοποθετημένοι και εύκολα προσβάσιμοι ενώ στο Compass είναι κάπως πιο διάσπαρτοι. Οι διακόπτες του κλιματισμού για παράδειγμα είναι πολύ χαμηλά και μπορεί να τους μπερδέψεις με εκείνους του ηχοσυστήματος, στους οποίους παρεμβάλλονται οι διακόπτες του αυτόματου παρκαρίσματος και του συστήματος προειδοποίησης στην αλλαγή λωρίδας. Καλύτερη είναι και η εργονομία του infotainment στο Karoq χάρη στους φυσικούς διακόπτες εκατέρωθεν της οθόνης οι οποίοι βοηθούν τον οδηγό να περιηγείται στις διάφορες λειτουργίες του. Αντίθετα, ο χειρισμός του Uconnect στο Compass γίνεται μόνο από την οθόνη αφής. Το infotainment της Jeep είναι αντίστοιχα πλούσιο σε λειτουργίες χάρη στην προσθήκη νέων online και εξ’ αποστάσεως υπηρεσιών, ενώ διαθέτει και μεγαλύτερη οθόνη (8,4 ίντσες αντί 8,0). Το Uconnect μπορείς να το χειριστείς από το κινητό ή από το smartwatch για διάφορους λόγους: να ζητήσεις οδική βοήθεια ή ασθενοφόρο. Να θέσεις όρια ταχύτητας και απόστασης οδήγησης του αυτοκινήτου – μία λειτουργία ιδιαίτερα χρήσιμη για τον έλεγχο ενός νέου οδηγού στην οικογένεια. Επίσης, έχεις πρόσβαση σε πληροφορίες για την κίνηση, τον καιρό, τα ραντάρ σε πραγματικό χρόνο. Μπορείς ακόμη και να στείλεις έναν προορισμό από τηλέφωνο ή υπολογιστή στο σύστημα πλοήγησης.
Οι ομοιότητες ανάμεσα στα SUV της δοκιμής μας συνεχίζονται και στο δρόμο. Αμφότερα είναι αθόρυβα ακόμη και σε υψηλές ταχύτητες, ενώ οι αναρτήσεις τους παντρεύουν τη σφιχτή αίσθηση που αποτελεί προϋπόθεση για ευελιξία στις στροφές, με σχετική άνεση στο ταξίδι. Όμως και τα δύο φορούν μεγάλους τροχούς – ειδικά το Jeep πατάει σε ζάντες 19” – με αποτέλεσμα οι επιβάτες να αισθάνονται έντονα τις ανωμαλίες του δρόμου. Από την άλλη τα δύο SUV είναι ιδιαίτερα ευχάριστα σε δρόμο με στροφές. Μόνο που και στα δύο θα θέλαμε καλύτερη αίσθηση στο τιμόνι. Τα συστήματα διεύθυνσης είναι αρκετά ελαφριά, κάτι που είναι θετικό μέσα στην πόλη, στερούνται όμως της στιβαρότητας και της ακρίβειας που χρειάζεσαι σε μεγαλύτερες ταχύτητες.
ΠΡΟΣΟΧΗ ΣΤΟ ΚΙΒΩΤΙΟ
Αφήσαμε για το τέλος τους κινητήρες, οι οποίοι τελικά καθορίζουν το χαρακτήρα του κάθε αυτοκινήτου. Αν και οι δύο 4κύλινδροι έχουν ανάλογα χαρακτηριστικά και ίδια ισχύ, έχουν διαφορετική συμπεριφορά μεταξύ τους στο δρόμο. Αν μιλάμε μόνο για χαρακτήρα θα προτιμήσω τον 1.3 T4 του Compass επειδή είναι λιγότερο προοδευτικός και ομοιογενής από τον 1.5 TSI του Karoq και κατά συνέπεια πιο ενδιαφέρον οδηγικά. Μπορεί να μην έχει την ίδια απόκριση στο γκάζι και κάτω από τις 1.800 σ.α.λ. να αποδεικνύεται σχετικά νωθρός, όμως όσο ανεβαίνουν οι στροφές αποκτά έναν έντονο χαρακτήρα που κάνει τον γραμμικό 1.5 TSI να μοιάζει βαρετός απέναντί του.
Εκεί που υστερεί το Compass πάντως είναι στο κιβώτιο. Είναι μεν διπλού συμπλέκτη όπως και του Karoq, όμως ο προγραμματισμός του δεν ευνοεί τα καλά στοιχεία του κινητήρα 1.3 Firefly. Συχνά, αρνείται να κατεβάσει ταχύτητα στο πάτημα του γκαζιού ενώ τα κατεβάσματα είναι εν γένει νωχελικά. Το αποτέλεσμα είναι να μένεις συχνά χωρίς δύναμη και αυτό είναι εκνευριστικό, ειδικά όταν θέλεις να ξεφύγεις από την κίνηση. Υπάρχει μία λύση σ’ αυτό και δεν είναι άλλη από τη χρήση του αυτόματου κιβωτίου ως χειροκίνητο ή στο πρόγραμμα Sport, το οποίο βελτιώνει την απόκριση στο γκάζι. Όμως ακόμη κι έτσι το Compass δεν αποκτά τις ρεπρίζ του Karoq, το οποίο είναι αισθητά πιο σβέλτο από στάση ή εν κινήσει.
Τέλος, μία αναφορά στην κατανάλωση. Το Jeep από το Μέλφι παίρνει τουλάχιστον μία μικρή εκδίκηση από το τσέχικο SUV. Όχι τόσο στην πόλη όπου καταναλώνει 8,1 λίτρα αντί 7,8 λίτρων του Karoq αλλά στην εθνική και στον αυτοκινητόδρομο, όπου η μέση κατανάλωση βρίσκεται στα 7,6 λίτρα/100 χλμ. έναντι 7,8 λίτρων/100 χλμ. του Karoq.
Tου Lorenzo Facchinetti, Aπόδοση: Άκης Τεμπερίδης, Lexartis
Φωτογραφίες: Lorenzo Marcinnò