Ράλι ανόδου στη βενζίνη: Εσπασε το φράγμα των 2 ευρώ ανά λίτρο η μέση πανελλαδική τιμή της αμόλυβδης βενζίνης. Με ένα ανοδικό σερί 73 ημερών το πολυζήτητο καύσιμο για τον εφοδιασμό και τις μετακινήσεις των Ι.Χ. αυτοκινήτων φτάνει πια σε απλησίαστα επίπεδα για τα οικονομικά των νοικοκυριών και επαγγελματιών.
Ειδικότερα, σύμφωνα με το Παρατηρητήριο Τιμών Υγρών Καυσίμων του υπουργείου Ανάπτυξης, η μέση πανελλαδική τιμή της αμόλυβδης στην Ελλάδα έχει φτάσει στα 2,006 ευρώ/λίτρο (στοιχεία 12/9). Όπως αναφέρει το δελτίο επισκόπησης τιμών υγρών καυσίμων, το Diesel Κίνησης σκαρφάλωσε στα 1,796 ευρώ/λίτρο, ενώ το υγραέριο στα 0,876.
Πάντως, σύμφωνα με τη Μαρία Ζάγκα, πρόεδρο της Ένωσης Βενζινοπωλών Ν. Αττικής, η τιμή «πέταξε» στο κέντρο της Αθήνας στα 2,30 ευρώ! Όπως αναφέρει το δελτίο επισκόπησης τιμών υγρών καυσίμων, το Diesel Κίνησης σκαρφάλωσε στα 1,796 ευρώ/λίτρο, ενώ το υγραέριο στα 0,876.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Ανάπτυξης, η ακριβότερη βενζίνη πωλείται στα Δωδεκάνησα, όπου η μέση τιμή της κινείται στα 2,167 ευρώ/λίτρο. Στον αντίποδα, η φθηνότερη βενζίνη αυτή τη χρονική περίοδο έχουν η Αττική και η Θεσσαλονίκη με 1,971 ευρώ/λίτρο.
Την ίδια στιγμή, η μέση τιμή του ντίζελ κίνησης άγγιξε τα στα 1,789 ευρώ ανά λίτρο. Στα 91,3 δολάρια το βαρέλι κινείται η τιμή του μπρεντ.
Το πετρέλαιο
Οι αυξήσεις των τιμών στην εγχώρια αγορά καυσίμων αποδίδονται στην καυτή πορεία των διεθνών τιμών του αργού πετρελαίου και των προϊόντων του. Το πετρέλαιο τύπου Μπρεντ βρίσκεται μία ανάσα από τα 91 δολάρια το βαρέλι και πιο συγκεκριμένα χθες διαπραγματευόταν στα 90,88 δολάρια το βαρέλι.
Στις αρχές του Ιουνίου το εύρος των τιμών ήταν στα 72 με 73 δολάρια το βαρέλι. Πρόκειται δηλαδή για μία αύξηση της τάξης των 20 δολαρίων το βαρέλι, η οποία επηρεάζει αρχικά και τις υπόλοιπες χρηματιστηριακές αγορές πετρελαιοειδών και στη συνέχεια και τις τοπικές αγορές των υγρών καυσίμων.
Η ανοδική τροχιά της βενζίνης και των άλλων καυσίμων έρχεται να προσθέσει νέα βάρη στους οικογενειακούς προϋπολογισμούς, οι οποίοι πλήττονται από το κύμα της ακρίβειας στα βασικά αγαθά διατροφής και είδη νοικοκυριού.
Επιπλέον πυροδοτεί πρόσθετα κόστη σε επιχειρήσεις και επαγγελματίες που χρησιμοποιούν τη βενζίνη και άλλα πετρελαιοειδή προϊόντα για τις μετακινήσεις των οχημάτων τους.