Ανάστατος είναι ο πολιτικός κόσμος μετά την ανακοίνωση της Ursula von der Leyen για την έναρξη έρευνας γύρω από τα EV κινέζικης προέλευσης.
Παράλληλα, ο Γερμανός υπουργός Οικονομίας, Robert Habeck μίλησε ρητά για «αθέμιτο ανταγωνισμό» από την πλευρά της Κίνας και για την ανάγκη δράσης της Ευρώπης εάν η έρευνα καταλήξει στο συμπέρασμα πως έχουν γίνει παραβιάσεις των κανόνων του διεθνούς εμπορίου. Η έναρξη της έρευνας προκάλεσε αντιδράσεις από πλευράς της Κίνας, ωστόσο, Ευρωπαϊκές χώρες όπως, η Γαλλία, η Ιταλία και η Γερμανία εξέφρασαν ανοιχτά την ικανοποίησή τους, κάτι που -ειδικά για τους τελευταίους- προκαλεί έκπληξη. Οι Γερμανοί είχαν εκφράσει τις ανησυχίες τους για την εν λόγω πρωτοβουλία, η οποία -όπως υποστήριζαν- πιθανότατα θα εκνεύριζε το Πεκίνο και θα μετέτρεπε το εμπόριο σε πεδίο μάχης.
Οι Γερμανοί φαίνεται τελικά πως άλλαξαν γνώμη, δίνοντας το «πράσινο φως» για την έναρξη των ερευνών, υποκύπτοντας στην πίεση των Γάλλων, οι οποίοι εκφράζουν την απόλυτη ικανοποίησή τους για αυτή την έκβαση. «Δεν θα αφήσουμε την αγορά μας να πλημμυρίσει με επιδοτούμενα EV που απειλούν τις επιχειρήσεις μας, όπως έκαναν τα ηλιακά πάνελ», δήλωσε ο Γάλλος υπουργός Εξωτερικών Laurence Boone.
Αντίθετα, ο Ιταλός υπουργός Μεταφορών, Matteo Salvini, ο οποίος εδώ και χρόνια κατηγορεί την Ευρώπη για πολιτικές που είναι υπερβολικά ευνοϊκές για τους κινέζους, δημοσίευσε ένα σαρκαστικό μήνυμα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης: «Στις αγορές εισβάλλουν κινεζικά EV», λέει η von der Leyen, πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Αλλά ποιος θα το φανταζόταν; Καταγγέλλουμε αυτόν τον κίνδυνο εδώ και χρόνια, πού ήταν η Ευρώπη; Τώρα το ερώτημα που κάνω στον εαυτό μου και σε σας είναι: Είναι αφηρημένοι, ανίκανοι ή συνένοχοι;».
Οι έρευνες αναμένεται να διαρκέσουν τουλάχιστον 13 μήνες και δεν θα οδηγήσει εγγυημένα στην επιβολή υψηλότερων δασμών στις εισαγωγές αυτοκινήτων από το εξωτερικό (ο ισχύων δασμός είναι της τάξης του 10%). Η εκκίνηση των ερευνών έχει προκαλέσει, επίσης, αντιδράσεις στη γερμανική αλυσίδα εφοδιασμού αυτοκινήτων, η οποία είναι αντίθετη σε προστατευτικές πολιτικές που θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο την παρουσία των εταιρειών της στην Κίνα. Για την εμπορική ένωση VDA, η ΕΕ πρέπει να λάβει υπόψιν την πιθανή αντίδραση της Κίνας και να επικεντρωθεί στη δημιουργία των καλύτερων συνθηκών, όπως τη μείωση των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά και τη μείωση των γραφειοκρατικών εμποδίων.
Στην αντίπερα όχθη, προφανώς οι Κινέζοι δεν καλωσόρισαν την ανακοίνωση της von der Leyen. Το Κινεζικό Εμπορικό Επιμελητήριο στην ΕΕ δήλωσε «πολύ ανήσυχο και κατά (της διεξαγωγής της έρευνας)», απέκλεισε ότι το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της Κίνας οφείλεται σε επιδοτήσεις και πρακτικές ντάμπινγκ και ως εκ τούτου προέτρεψε τις Βρυξέλλες να εξετάσουν αντικειμενικά τα κινεζικά EV. Το Υπουργείο Εμπορίου της Κίνας κατηγόρησε την ΕΕ ότι θέλει απλώς «να προστατεύσει τη δική της βιομηχανία στο όνομα του θεμιτού ανταγωνισμού». Ως αποτέλεσμα, η πρωτοβουλία «είναι μια καθαρά προστατευτική πράξη που θα διαταράξει σοβαρά την παγκόσμια αυτοκινητοβιομηχανία και θα έχει αρνητικό αντίκτυπο στους οικονομικούς και εμπορικούς δεσμούς μεταξύ Κίνας και ΕΕ».
Αρνητικά σχόλια προήλθαν επίσης από την Ένωση Επιβατηγών Αυτοκινήτων της Κίνας και ειδικότερα από τον γενικό γραμματέα Cui Dongshu. «Προσωπικά, αντιτίθεμαι σθεναρά στις ευρωπαϊκές σκέψεις για τα κινεζικά EV. Η ΕΕ θα πρέπει να εξετάσει την ανάπτυξη της κινεζικής ηλεκτρικής βιομηχανίας αντικειμενικά, αντί να χρησιμοποιεί αυθαίρετα μονομερή οικονομικά και εμπορικά εργαλεία για τον περιορισμό της ανάπτυξης ή την αύξηση του λειτουργικού κόστους των κινεζικών προϊόντων στην Ευρώπη. Οι κινεζικές εξαγωγές καταγράφουν ολοένα και ισχυρότερους όγκους χάρη, όχι στις μεγάλες κρατικές επιδοτήσεις, αλλά σε μια βιομηχανική αλυσίδα εφοδιασμού που γίνεται ιδιαίτερα ανταγωνιστική από τον ισχυρό ανταγωνισμό της αγοράς σε εθνικό επίπεδο».
Ο «πόλεμος» Κίνας-Ευρώπης θυμίζει τη δεκαετία του ’70 και την αντίστοιχη, πολύ σκληρή διαμάχη μεταξύ της τότε ΕΟΚ με την Ιαπωνική αυτοκινητοβιομηχανία η οποία είχε οδηγήσει στην επιβολή φόρου 10% στην εισαγωγή των Ιαπωνικών αυτοκινήτων έως και τη παντελή απαγόρευση της σε ορισμένες χώρες (Ιταλία). Οι Ιάπωνες τότε ανταπάντησαν με τη κατασκευή εργοστασίων στη Μεγάλη Βρετανία, καθώς και με την εξαγορά της τότε παραπαίουσας Βρετανικής αυτοκινητοβιομηχανίας.