Η Σουηδία έχει τις χαμηλότερες μέσες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα από τα νέα αυτοκίνητα στην ΕΕ, σύμφωνα με την τελευταία έρευνα της ΕΕ. Ειδικότερα η Σουηδία κατάφερε να μειώσει τις μέσες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, που εκπέμπουν τα νέα αυτοκίνητα που κυκλοφορούν στην χώρα στα 88,3 γραμ./χλμ.
Πρόκειται για μια σημαντική εξέλιξη στη προσπάθεια να μειωθεί η επιβάρυνση της ατμοσφαίρας από το διοξείδιο του άνθρακα.
Την δεύτερη καλύτερη επίδοση πέτυχε η Δανία όπου ο μέσος όρος περιορίστηκε στα 92,6 γραμ./χλμ. Την τριάδα κλείνει η Ολλανδία (95,1 γραμ./χλμ.). Στην Ελλάδα, ο μέσος όρος είναι 119,7 γραμ./χλμ.
Στις 31 Δεκεμβρίου του 2019, η Ελλάδα κύρωσε το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) [National Energy and Climate Plan (NECP)], το οποίο θέτει στόχο μέχρι το 2030 για «μείωση που ανέρχεται σε πάνω από 42% σε σχέση με τις εκπομπές του έτους 1990 και σε πάνω από 56% σε σχέση με τις εκπομπές του έτους 2005».
Οι εκπομπές από την καύση βενζίνης και ντίζελ σε όλες τις μορφές των οδικών μεταφορών που περιλαμβάνουν αυτοκίνητα, φορτηγά, μοτοσικλέτες και λεωφορεία αποτελούν το 11,9% του συνόλου του διοξειδίου του άνθρακα. Το 60% των εκπομπών των οδικών μεταφορών προέρχονται από ταξίδια επιβατών (αυτοκίνητα, μοτοσικλέτες και λεωφορεία) και το υπόλοιπο 40% από τις οδικές εμπορευματικές μεταφορές (φορτηγά και νταλίκες). Αυτό σημαίνει ότι, εάν μπορούσαμε να ηλεκτροδοτήσουμε ολόκληρο τον τομέα των οδικών μεταφορών και να μεταβούμε σε ένα πλήρως απαλλαγμένο από άνθρακα μείγμα ηλεκτρικής ενέργειας, θα μπορούσαμε να μειώσουμε τις παγκόσμιες εκπομπές κατά 11,9%.
Οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου είναι εκπομπές αερίων στην ατμόσφαιρα που δημιουργούν το φαινόμενο θερμοκηπίου και προκαλούν την κλιματική αλλαγή. Tο διοξείδιο του άνθρακα αποτελεί το σημαντικότερο αέριο θερμοκηπίου. Κυρίως, η παραγωγή του οφείλεται σε ανθρώπινες δραστηριότητες. ‘Αλλα αέρια θερμοκηπίου (όπως το μεθάνιο, το υποξείδιο του αζώτου και οι φθοροχλωράνθρακες) εκπέμπονται σε μικρότερες ποσότητες, ωστόσο παγιδεύουν τη θερμότητα με πολύ πιο αποτελεσματικό τρόπο από το διοξείδιο του άνθρακα, και σε ορισμένες περιπτώσεις αποδεικνύονται πολύ ισχυρότερα.
Οι εκπομπές προέρχονται από διάφορους τομείς δραστηριοτήτων, αλλά το μεγαλύτερο μερίδιο για το 2016 κατέχει η ενέργεια (ηλεκτρισμός, θέρμανση και μεταφορές) με συνεισφορά 73,2% των συνολικών εκπομπών. ‘Αλλοι τομείς που συνεισφέρουν εκπομπές είναι η γεωργία (συμπεριλαμβάνοντας τη δασοκομία και τη χρήση γης) με 18,4%, η βιομηχανία με 5,2% και τα απορρίμματα με 3,2%. Οι συνολικές εκπομπές παγκοσμίως ήταν 49,4 δισεκατομμύρια τόνοι ισοδύναμου διοξειδίου του άνθρακα. Μια έρευνα του 2017 διαπίστωσε ότι 100 εταιρείες ήταν υπεύθυνες για το 71% των παγκόσμιων άμεσων και έμμεσων εκπομπών από το 1998 έως τότε και ότι από αυτές οι κρατικές εταιρείες ήταν υπεύθυνες για το 59% των εκπομπών.
Τα αέρια του θερμοκηπίου παραμένουν στην ατμόσφαιρα για περιόδους που κυμαίνονται από μερικά χρόνια έως χιλιάδες χρόνια. Έχουν συνεπώς παγκόσμιο αντίκτυπο, ανεξάρτητα από τον τόπο αρχικής εκπομπής τους. Με τους τρέχοντες ρυθμούς εκπομπών, έως το 2030 οι θερμοκρασίες ενδέχεται να έχουν αυξηθεί κατά 1,5 °C, που είναι το όριο για τις χώρες της G7 και το όριο προσδοκίας της Συμφωνίας του Παρισιού, που επιδιώκει να κρατήσει την αύξηση της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη σε επίπεδα «σαφώς κατώτερα» των 2°C. Χωρίς επιπλέον πολιτικές για τη μείωση των εκπομπών, η μέση θερμοκρασία του πλανήτη αναμένεται να σημειώσει περαιτέρω αύξηση που θα κυμανθεί μεταξύ 1,1°C και 6,4°C μέχρι τα τέλη του αιώνα.