Οι καλοκαιρινές διακοπές έχουν ξεκινήσει, αλλά όσοι βρεθούν «εκτός τειχών» με δικά τους οχήματα εκτός βενζίνης ή πετρελαίου θα χρειαστεί να υπολογίσουν στα έξοδα και αυτά των διοδίων. Δεν γνωρίζουμε αν τους… παρηγορεί καθόλου, αλλά το χαράτσι των διοδίων υπάρχει στη χώρα πριν ακόμα εμφανιστούν τα αυτοκίνητα, όταν οι μετακινήσεις γίνονταν αποκλειστικά με κάρα, άμαξες ή ζώα…
Διαβάζουμε σε εφημερίδα του 1883: «Η οδός Λαυρίου, η από Αμπελοκήπους μάλιστα μέχρι Σταυρού, είναι αδιάβατος. Τα διόδια όμως πληρώνονται πλουσιότατα, αλλά οι άμαξες σταυρώνονται, οι πεζοί κατατροπούνται και ο Νομάρχης κάνει το κέφι του. Και όταν παραπονούνται λέγει: “Τι, χαλκιάς είμαι;”. Και πράγματι, μόνο η ιδιότης αύτη δύναται να εξηγήσει την καλήν πληρωμήν των φορολογουμένων και την κακήν κατάστασιν των οδών».
Η σημαντικότερη διαφοροποίηση με το σήμερα είναι ότι τότε τα διόδια δεν βρίσκονταν στις εθνικές οδούς -που άλλωστε δεν υπάρχουν- αλλά στις εισόδους και τις εξόδους των πόλεων. Ειδικά η περιοχή Αττικής αποτελεί… ναρκοπέδιο διοδίων. Για να κατέβει κάποιος στο κέντρο της πρωτεύουσας από το Μαρούσι πρέπει να διαβεί τα διόδια Αμαρουσίου, Χαλανδρίου και Γηροκομείου, ενώ αντίστοιχες στάσεις υπάρχουν σε Αγία Παρασκευή, Ρουφ, Συγγρού, Μεσόγεια, δηλαδή παντού.
Η αιτιολογία που δίνεται στον κόσμο που πληρώνει χωρίς να βλέπει έργα είναι ότι τα έσοδα πηγαίνουν στους δρόμους που θα φτιαχτούν. Φυσικά, τα πράγματα δεν αλλάζουν ούτε στις αρχές του 20ού αιώνα, όταν αρχίζει η ασφαλτόστρωση κάποιων κεντρικών δρόμων, αφού το χαράτσι δίνεται πλέον για επεκτάσεις και συντήρηση του δικτύου. «Πληρώνομεν εκατομμύρια διά δρόμους τους οποίους δεν έχομεν ούτε θα έχωμεν ποτέ!», γράφει προφητικά δημοσιογράφος.
Οι ασφαλτοστρωμένοι δρόμοι κατασκευάζονται, όπως σήμερα, με τη συνεργασία κράτους – ιδιωτών, με τους τελευταίους να έχουν την εκμετάλλευση για κάποια χρόνια. Π.χ. στο Μαρούσι του 1930, τα διόδια που βρίσκονται στην περιοχή της Φραγκοκκλησιάς ανήκουν στον Σταύρο Καλλέργη (καμία σχέση με τον πρόδρομο του Σοσιαλιστικού Κινήματος στην Ελλάδα).
Το 1925 οι αυτοκινητιστές προτείνουν στην κυβέρνηση να αναλάβουν οι ίδιοι συντήρηση αγροτικών δρόμων και διόδια, έτσι ώστε το κοινό συμφέρον να συντελέσει σε καλύτερη και ανέξοδη συντήρηση του οδοστρώματος. Η κυβέρνηση αρνείται και οι εφημερίδες σχολιάζουν ότι το κράτος προτιμά να συνεργάζεται με εργολάβους: «Αλλά το κράτος θέλει τα πάντα διά τον εαυτόν του, δηλαδή διά τους εργολάβους του, προς τους οποίους παραχωρεί τα μέσα θησαυρισμού. Θα ιδήτε τι θα γίνει με την φορολογίαν των διοδίων. Ο εργολάβος θα εισπράξει πολλά εκατομμυριάκια επί τινάς μήνας, το κράτος θα λάβει πενιχράν μερίδα, ήτις θα εξαφανισθεί εις τον ωκεανόν των δαπανών του, η εξέγερσις του λαού εκ της καταθλιπτικής φορολογίας θα φέρει την κατάργησίν της και οι δρόμοι θα χειροτερεύσουν».
Το μέτρο των διοδίων αντικαθιστάται το 1950 με υψηλότατη φορολογία των αυτοκινήτων, αλλά η διάνοιξη της Εθνικής Οδού Αθήνας-Θεσσαλονίκης το 1958 το επαναφέρει.
Επεισόδια για τον «φόρο οδοφραγμάτων»
Οι προστριβές μεταξύ «φορατζήδων», όπως λέγονται οι εισπράκτορες των διοδίων και οδηγών, είναι συνεχείς. Το 1928 «υπάλληλος της εταιρίας του φόρου διοδίων επυροβόλησεν άπαξ ανεπιτυχώς διά περιστρόφου κατά 65ετούς καραγωγέως επειδή ο τελευταίος ερχόμενος εκείθεν δεν κατέβαλε τα διόδια». Η άσχημη συμπεριφορά των εισπρακτόρων οδηγεί συχνά σε καταγγελίες στις εφημερίδες: «Διάφοροι σοφέρ, ελθόντες εις τα γραφείαν μας, μας κατήγγειλαν ότι οι ελεγκταί του φόρου διοδίων, παρά την γέφυραν Αμαρουσίου παντοιοτρόπως τυραννούν αυτούς, πότε ζητούντες παρά των σοφέρ την πληρωμήν διπλού φόρου και πότε αρνούμενοι ν’ αναγνωρίσουν τον φόρον, τον οποίον οι σοφέρ επλήρωσαν εις το παρά το Γηροκομείον περίπτερον. Φαίνεται ότι εν προκειμένου οι υπάλληλοι του φόρου οδοφραγμάτων έχουν ιδρύσει κράτος εν κράτει, και καλόν θα είναι να διαταχθούν μερικές ανακρίσεις εκ μέρους του υπουργείου της Συγκοινωνίας, πριν επέλθει καμία σύρραξις αυτών μετά των σοφέρ».
Οι φωνές ενάντια στα διόδια είναι πολλές και από διαφορετικούς κλάδους. Οι αυτοκινητιστές σε συγκέντρωσή τους στο Πεδίον του Αρεως το 1929 ζητούν τροποποίηση του νόμου περί διοδίων, οι φορτηγατζήδες το 1933 την κατάργησή τους και οι καταστηματάρχες των νότιων προαστίων της Αττικής υποστηρίζουν πως τα υπέρογκα διόδια Πειραιά-Βουλιαγμένης και Βουλιαγμένης-Αθήνας ελαχιστοποιούν την πελατεία τους.
Από τον φόρο δεν γλιτώνουν ούτε όσοι περνούν από μονοπάτια, με αποτέλεσμα να διαμαρτύρονται στο υπουργείο Συγκοινωνιών κατά της ιδιωτικής εταιρίας είσπραξης «…ότι ληστρικός εισπράττει παρ’ αυτών δικαιώματα εντελώς παρανόμως, επί τον λόγον ότι δήθεν διέρχονται τας κεντρικάς λεωφόρους, ενώ αυτοί κινούνται εις τας παρόδους. Οι πτωχοί αυτοί πλανόδιοι μικρέμποροι θα απευθυνθούν και προς το υπουργείον των Οικονομικών τονίζωντες την απόγνωσίν των». Η τιμολόγηση είναι διαφορετική για κάρα, γαϊδουράκια, αυτοκίνητα και φορτηγά, ενώ μόνο οι πεζοί φαίνεται να γλιτώνουν, αλλά γι’ αυτό δεν είμαστε απόλυτα σίγουροι…