Από το 2007, έως σήμερα, το Tiguan είναι αναμφισβήτητα το best seller της Volkswagen στα SUV. Αποτελεί το «αγαπημένο» μοντέλο της γερμανικής εταιρείας, όπου το 2019 σημείωσε πωλήσεις πάνω από 900.000 μονάδες. Το 2016, η γερμανική εταιρία λάνσαρε στην αγορά την 2η γενιά του μοντέλου και πριν λίγους μήνες το βελτίωσε ακόμη περισσότερο, ώστε να συνεχίσει να παίζει σημαντικό ρόλο στις πωλήσεις.
Εξωτερικά δεν έχουν γίνει μεγάλες αλλαγές. Ωστόσο, υπάρχει μια νέα σχεδιαστική πνοή στα μπροστινά φωτιστικά σώματα LED, καθώς και στον προφυλακτήρα. Στοιχεία που του προδίδουν έναν δυναμισμό. Οι σχεδιαστές θέλησαν να δώσουν περισσότερο στυλ, ακολουθώντας νέα φιλοσοφία, η οποία συνεχίστηκε στα πλάγια με τις δυναμικές ζάντες 19 ιντσών να μαγνητίζουν το βλέμμα, τους αεροδυναμικούς καθρέπτες και τις μπάρες που του προδιαθέτουν τον οδηγό για εξορμήσεις. Στο πίσω μέρος ξεχωρίζουν τα φωτιστικά σώματα επίσης LED, οι διακοσμητικές απολήξεις και η μεγάλη αεροτομή που ως στόχο έχει την σκίαση των πίσω επιβατών, αλλά και τη μείωση του αεροδυναμικού συντελεστή.
Κάτω από το καπό, στο αυτοκίνητο της δοκιμής μας, ήταν ο βενζινοκινητήρας 1.5 λίτρων με τους 150 ίππους και το DSG κιβώτιο. Ο κινητήρας στην πράξη ήταν γραμμικός και δυνατός από τις χαμηλές στροφές, ενώ ανταποκρίνεται άριστα κάθε φορά που καλείται να δείξει τις δυνατότητές του. Τα 250 Nm της ροπής του, είναι διαθέσιμα από τις 1500 μόλις στροφές Από την στάση μέχρι τα πρώτα 100χλμ/ώρα χρειάζεται 10.2 δευτερόλεπτα, ενώ η τελική ταχύτητα είναι 202 χλμ/ώρα.
Στα 760 συνολικά χιλιόμετρα που οδηγήσαμε, η μέση κατανάλωση κυμάνθηκε στα 9,3 λίτρα στα 100 χιλιόμετρα. Στον αυτοκινητόδρομο η κατανάλωση έπεσε στα 8,1 λίτρα/100χλμ, ενώ σε συνθήκες μποτιλιαρίσματος και πυκνής κυκλοφορίας η μέση κατανάλωση ήταν κοντά στα 10,6 λίτρα/100χλμ.
Εξίσου εντυπωσιακό με το εξωτερικό είναι και το εσωτερικό. Αυτό που εισπράττει από την πρώτη στιγμή ο οδηγός και οι επιβάτες είναι οι μεγάλες διαστάσεις, οι έξυπνοι χώροι και τα ποιοτικά υλικά. Το νέο μοντέλο εστιάζει περισσότερο σε σχέση με τον προκάτοχό του, στην ψηφιακή τεχνολογία, αλλά και στα συστήματα υποβοήθησης του οδηγού, αφού πρωταρχικός στόχος των Γερμανών είναι η ασφάλεια κατά τη διάρκεια της οδήγησης. Το νέο σύστημα ψυχαγωγίας προσφέρει επιλογές συνδεσιμότητας, ασύρματες ενημερώσεις λογισμικού και φωνητικές εντολές, ενώ υπάρχει σύνδεση με τα κινητά, καθώς είναι διαθέσιμα τα Apple CarPlay και Android Auto. Εξίσου όμορφο και απόλυτα εναρμονισμένο με την εποχή είναι και το τιμόνι που κατά τη διάρκεια της δοκιμής αποδείχθηκε ικανό να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις μας.
Στις πίσω θέσεις μπορούν να φιλοξενηθούν με άνεση τρεις επιβάτες οι οποίοι έχουν στη διάθεσή τους μεγάλους χώρους, ενώ ο πέμπτος επιβάτης θα έχει ανάμεσα στα πόδια του το τούνελ μετάδοσης, χωρίς ωστόσο να του δημιουργεί σημαντικό πρόβλημα. Ο χώρος των αποσκευών στο μοντέλο της δοκιμής μας ήταν 615 λίτρα, υπάρχει ρεζέρβα ανάγκης, ενώ με αναδιπλωμένα τα καθίσματα ο συνολικός χώρος φθάνει τα 1655 λίτρα.
Εντός πόλης οι μεγάλες διαστάσεις, δεν το δυσκολεύουν να κινηθεί με ευκολία. Η θέση οδήγησης είναι ψηλά και ο οδηγός έχει καλή περιφερειακή οπτική. Σε δρόμο με στροφές, σχεδόν ποτέ δεν φθάσει στα όριά του, καθώς αναρτήσεις, πλαίσιο και τροχοί, είναι σε θέση να διαχειριστούν με τον καλύτερο τρόπο το ρόλο τους.
Υπάρχουν τέσσερα οδηγικά προφίλ (Eco, Normal, Sport, Individual) μέσω των οποίων ο οδηγός επιλέγει το ιδανικό, για τον εαυτό του, τρόπο οδήγησης. Σε αυτά τα προγράμματα αλλάζει η χαρτογράφηση του κινητήρα και η αίσθηση του τιμονιού. Από την άλλη η ηχομόνωση μπορεί να βρίσκεται σε καλά επίπεδα, ωστόσο θα μπορούσε να είχε γίνει καλύτερη δουλειά για να προσφέρει ακόμη μικρότερα επίπεδα θορύβου.
Στα θετικά του αυτοκινήτου σαφώς και βγάζουμε τους μεγάλους και άνετους χώρους, καθώς και την ομπρέλα ασφάλειας που διορθώνει τυχόν λάθη του οδηγού. Στα αρνητικά σημειώνουμε τη μεγάλη κατανάλωση καυσίμου, αλλά και την τιμή κτήσης. Η έκδοση της δοκιμής μας, που ήταν η R-Line με τους 150 ίππους, στοιχίζει 37.000 ευρώ.