Η πρώτη δοκιμή σύγκρουσης στην Τσεχική Δημοκρατία (τότε Τσεχοσλοβακία) έγινε το 1972 από το Ινστιτούτο Έρευνας Μηχανοκίνητων Οχημάτων και «θύμα» ένα Skoda 100.
Προκειμένου να μπορέσει να εξάγει οχήματα στις δυτικές χώρες η Skoda χρειαζόταν πιστοποίηση, η οποία δεν ήταν ακόμη απαραίτητη στις χώρες του πρώην Ανατολικού Μπλοκ. Οι απαιτήσεις της πιστοποίησης περιλάμβαναν ένα τεστ πρόσκρουσης. Η πρώτη παράμετρος ασφαλείας των οχημάτων τότε, ήταν η κίνηση της κολόνας του τιμονιού προς το εσωτερικό του αυτοκινήτου. Το 1972 το Ινστιτούτο Έρευνας Μηχανοκίνητων Οχημάτων απέκτησε το δικαίωμα πιστοποίησης και το πρώτο crash test έγινε κοντά στο αεροδρόμιο Ruzyně της Πράγας τον Ιούνιο του 1972.
Το αυτοκίνητο χρησιμοποιούσε για να επιταχύνει έναν πύραυλο ατμού που αποτελούνταν από μια δεξαμενή νερού και μια ηλεκτρική γεννήτρια πετρελαίου. Η δεξαμενή γέμιζε με νερό, το οποίο μετατρέπονταν σε ατμό υψηλής πίεσης μέσω ηλεκτρικών θερμαντικών πηνίων και όταν έφτανε στην επιθυμητή θερμοκρασία και πίεση, το ακροφύσιο του πυραύλου άνοιγε μηχανικά και ο ατμός, κάνοντας ένα εκκωφαντικό σφύριγμα, έσπρωχνε τον πύραυλο εμπρός. Έτσι το όχημα επιτάχυνε κινούμενο πάνω σε μια ράγα, η οποία τελείωνε περίπου 5 μέτρα μακριά από τον τσιμεντένιο τοίχο. Στο σημείο αυτό ο πύραυλος σταματούσε (με ειδικό φρένο) ενώ το αυτοκίνητο συνέχιζε την πορεία του προς τον τοίχο.
Το πρώτο αυτοκίνητο που πέρασε τη δοκιμή πιστοποίησης ήταν ένα κίτρινο Skoda 100 που χτύπησε στον τσιμεντένιο τοίχο με ταχύτητα 48,3 km/h με ανοχή περίπου συν πέντε χιλιόμετρα την ώρα. Η ταχύτητα προσδιορίστηκε μέσω εμπειρικά καθορισμένων τύπων από τους μηχανικούς της δοκιμής. Οι βασικές παράμετροι για τους υπολογισμούς ήταν το βάρος του οχήματος, η ποσότητα νερού και η πίεση του ατμού. Αφού υπολογίστηκαν οι απαιτούμενες παράμετροι, το προσωπικό έπρεπε να επαληθεύσει τα αποτελέσματα στην πράξη. Πολλές δοκιμές πραγματοποιήθηκαν προς την αντίθετη κατεύθυνση κίνησης πριν από το πραγματικό crash test. Κατά τη διάρκεια αυτών των δοκιμών, στο αυτοκίνητο υπήρχε οδηγός που φρέναρε στο τέλος του διαδρόμου.
Μιας και οι Γάλλοι ενδιαφέρονταν να εισάγουν τα αυτοκίνητα της Skoda, είχαν στείλει επιθεωρητές σε αυτή την πρώτη δοκιμή, η οποία καταγράφηκε από κάμερα υψηλής ταχύτητας σε φιλμ 35 χλστ. Πράγμα που σημαίνει ότι τα αποτελέσματα, δηλαδή η εκτίμηση του κατά πόσον η κίνηση της κολόνας του τιμονιού κατά τη διάρκεια της πρόσκρουσης ήταν «εντός των κανονισμών», θα μπορούσαν να γίνουν γνωστά λίγο καιρό μετά τη δοκιμή, αφού είχε εμφανιστεί και επεξεργαστεί το φιλμ. Η Skoda πέρασε τo test με επιτυχία.
Ακολούθησε μεγάλο ενδιαφέρον από άλλες εταιρείες κατασκευής αυτοκινήτων του Ανατολικού Μπλοκ. Η εγκατάσταση δοκιμών στο αεροδρόμιο της Πράγας ήταν πλέον ανεπαρκής και το 1975 το Υπουργείο Εσωτερικών της Τσεχοσλοβακίας άνοιξε ένα νέο εργαστήριο ασφαλείας στο συγκρότημα Avia στην περιοχή Letňany της Πράγας, το οποίο ήταν εξοπλισμένο ώστε να μπορεί να κάνει δοκιμές και σε σχάρες οροφής, καθίσματα, ζώνες ασφαλείας και άλλα εξαρτήματα.
Το 1996 κατασκευάστηκε μια εγκατάσταση δοκιμών πρόσκρουσης στο Úhelnice και το πρώτο crash test εκεί έγινε με μια πρώτης γενιάς λευκή Skoda Octavia. Την ίδια χρονιά ιδρύθηκε ο οργανισμός Euro NCAP, ο οποίος ασχολείται με την ανεξάρτητη αξιολόγηση της ασφάλειας των αυτοκινήτων, με αυστηρότερες απαιτήσεις, στις οποίες προσαρμόστηκε σταδιακά η Τσέχικη μάρκα.
Η εγκατάσταση στο Úhelnice ανακατασκευάστηκε το 2000 και ο διάδρομος πρόσκρουσης επεκτάθηκε από τα 50 στα 100 μέτρα ώστε το αυτοκίνητο να επιταχύνει πιο ομαλά και να μην αλλάζει η θέση των ανδρείκελων κατά την επιτάχυνση. Η αρχή της νέας χιλιετίας είδε επίσης τη μετάβαση στις ψηφιακές φωτογραφικές μηχανές. Μέχρι τότε, όλα ήταν γυρισμένα σε φιλμ. Οι νέες ψηφιακές κάμερες έφεραν όχι μόνο τη βεβαιότητα της εγγραφής, αλλά και τη δυνατότητα προβολής των αποτελεσμάτων αμέσως μετά την ολοκλήρωσή της δοκιμής.
Σήμερα το εργαστήριο έχει διάδρομο πρόσκρουσης 200 μέτρων και μπορεί να πραγματοποιήσει δύο δοκιμές την ημέρα. Επί του παρόντος, το πιο απαιτητικό τεστ είναι η σύγκρουση δύο οχημάτων που κινούνται αντίθετα με 50 χλμ./ώρα. Η πλατφόρμα δοκιμών μπορεί να επιταχύνει δύο αυτοκίνητα με αντίθετη φορά και με ταχύτητες έως και 65χλμ./ώρα ή ένα όχημα με έως 120 χλμ./ώρα και χρησιμοποιείται για δοκιμές με ολόκληρα οχήματα του Volkswagen Group.