H νέα 911 GT3 RS πλησιάζει τις αντίστοιχες αγωνιστικές εκδόσεις περισσότερο απ’ οποιαδήποτε προκάτοχό της. Αρκεί να διαβάσετε για την αεροδυναμική και την ψύξη της
Tου Fabio Sciarra • Απόδοση: Νίκος Μαρινόπουλος
Όλα τα σπορ αυτοκίνητα που σέβονται τον εαυτό τους έχουν μια έκδοση υψηλών επιδόσεων. Αυτό ισχύει εδώ και δεκαετίες και αφορά όλες τις μάρκες. Ένα μοντέλο αυτής της εκλεκτής κατηγορίας όμως ξεχωρίζει. Θέτοντας από την πρώτη στιγμή πιο ξεκάθαρο στόχο σε σχέση με τα υπόλοιπα. Να προσφέρει μια τέτοια οδηγική εμπειρία, που να αποπνέει μια αίσθηση όσο το δυνατόν πιο κοντά σε αυτήν που προσφέρει η αντίστοιχη αγωνιστική έκδοση. Το μοντέλο αυτό γεννήθηκε στο Τσουφενχάουζεν, τελειοποίησε το στήσιμό του μετά από πολλούς γύρους στην πίστα του Βάισαχ και ως επιβράβευση φόρεσε το λογότυπο RS. Φυσικά πρόκειται για τη νέα Porsche 911 GT3 RS.
Η πρώτη GT3 RS γεννήθηκε το 2003, όταν ανανεώθηκε η 996 GT3 που αρχικά είχε κυκλοφορήσει το 1999. Βέβαια, όπως όλες οι Porsche RS (Renn-Sport), αποτελεί συνέχεια της θρυλικής Carrera 2.7 RS του 1972. Της πιο περιζήτητης 911 όλων των εποχών. Έχοντας ως βάση της την έκδοση GT3, ιδανική για το δρόμο και την πίστα, η GT3 RS δίνει πολύ μεγαλύτερη έμφαση στο κομμάτι «πίστα». Πλησιάζει όσο το δυνατόν περισσότερο την αγωνιστική GT3 R, υιοθετώντας πανομοιότυπες τεχνικές λύσεις με αυτή. Αρχής γενομένης από την αεροδυναμική και την ψύξη.
Πιο συγκεκριμένα, η GT3 RS της σειράς 992, διαθέτει ένα κεντρικά τοποθετημένο ψυγείο, μπροστά από το πιλοτήριο, όπως οι 911 RSR του Le Mans και οι τελευταίες εκδόσεις της αγωνιστικής GT3 R. Είναι μια επιλογή που βλέπουμε για πρώτη φορά, καθώς οι GT3 RS διέθεταν τρία ψυγεία. Η νέα διάταξη απελευθέρωσε χώρο και επέτρεψε αφενός τη βελτιστοποίηση της ροής του αέρα στο εμπρός μέρος και τη μείωση των αναταράξεων στην περιοχή των θόλων των τροχών. Αφετέρου, συνέβαλε στην αύξηση της κάθετης δύναμης που δημιουργείται από το αμάξωμα του αυτοκινήτου. Στα 200 χλμ./ώρα, η δύναμη αυτή είναι 409 κιλά. Δηλαδή διπλάσια σε σχέση με την προηγούμενη γενιά της GT3 RS και τριπλάσια σε σχέση με την τρέχουσα GT3. Στα 285 χλμ./ώρα, δηλαδή κοντά στη μέγιστη ταχύτητα, η κάθετη δύναμη αυξάνεται στα 860 κιλά. Επιπλέον, έχουμε την παγκόσμια πρεμιέρα σε Porsche παραγωγής για το σύστημα DRS. Τα κινούμενα αεροδυναμικά βοηθήματα, εκτός από τη μείωση της αντίστασης στην ευθεία, λειτουργούν και ως αερόφρενο. Ξεχωρίζει η τεράστια πίσω αεροτομή, η οποία για πρώτη φορά σε μοντέλο της Porsche ξεπερνά σε ύψος την οροφή (όπως συμβαίνει στις αγωνιστικές εκδόσεις).
ΠΛΑΙΣΙΟ, ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ, ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΑ
Όσον αφορά στη συμπεριφορά του οχήματος, οι τεχνικοί από το Βάισαχ επέλεξαν ακόμα πιο δυναμικές ρυθμίσεις σε σχέση με τη GT3. Για τη βελτίωση της κατευθυντικότητας, διεύρυναν το εμπρός μετατρόχιο κατά 29 χιλιοστά και επέλεξαν διαφορετικές ρυθμίσεις, προκειμένου να μειώσουν τη βύθιση στο φρενάρισμα και την αεροδυναμική ανισορροπία που προκαλεί η διεύρυνση του πίσω μέρους. Στα ηλεκτρονικά, τα οποία συμβάλλουν στην οδηγική απόλαυση, επελέγησαν ακόμα πιο επιθετικές ρυθμίσεις. Τα προγράμματα οδήγησης είναι τρία, ειδικά βαθμονομημένα για τη συγκεκριμένη έκδοση: Normal, Sport και Track. Στο τελευταίο πρόγραμμα, όπως και στα αγωνιστικά αυτοκίνητα, υπάρχει η δυνατότητα αυξομείωσης της απόστασης από το έδαφος και στους δύο άξονες. Επιπλέον, η παραμετροποίηση του βαθμού κλειδώματος του μπλοκέ διαφορικού στον πίσω άξονα. Η διαχείριση των παραπάνω γίνεται μέσω τεσσάρων περιστροφικών επιλογέων στο τιμόνι, όπως και στα αγωνιστικά αυτοκίνητα. Οι ρυθμίσεις αυτές προβάλλονται στην οθόνη, όπως και στη GT3.
Αν και ο κινητήρας ποτέ δεν ήταν στο επίκεντρο των εκδόσεων GT3, στην τελευταία γενιά της RS έχουν γίνει οι απαραίτητες παρεμβάσεις. Ως αποτέλεσμα, ο επίπεδος τετράλιτρος εξακύλινδρος κινητήρας απέκτησε εκκεντροφόρους με διαφορετικό προφίλ. Είναι ο πιο ισχυρός της σειράς GT3, με απόδοση 525 ίππων. Συνδυάζεται με κιβώτιο διπλού συμπλέκτη PDK επτά σχέσεων, με κοντύτερες σχέσεις συγκριτικά με τη GT3. Για τα 0-100 χλμ./ώρα απαιτούνται 3,2 δευτερόλεπτα και η μέγιστη ταχύτητα είναι 296 χλμ./ώρα.
Για το συγκεκριμένο μοντέλο, ο αριθμός με τη μεγαλύτερη σημασία είναι το βάρος. Χάρη στην εκτεταμένη χρήση ανθρακονημάτων στα εμπρός φτερά, την οροφή, το καπό, τα καθίσματα και τις πόρτες (για πρώτη φορά), η νέα GT3 RS ζυγίζει 1.450 κιλά. Δηλαδή είναι μόλις 90 κιλά βαρύτερη σε σχέση με την πρώτη GT3 RS (των 381 ίππων) που παρουσιάστηκε πριν από 19 χρόνια. Μπορεί η διαφορά αυτή να είναι ελάχιστη για τα δεδομένα των «κανονικών» αυτοκινήτων, αλλά η GT3 RS εξακολουθεί να παραμένει πιστή στην αυθεντική συνταγή του πρωτοτύπου.
ΕΤΟΙΜΗ ΓΙΑ ΠΙΣΤΑ
Τα δύο πτερύγια στην οροφή εκτρέπουν τον ζεστό αέρα που εξέρχεται από τα ψυγεία, ώστε μόνο κρύος αέρας να καταλήγει στην εισαγωγή του κινητήρα. Τα φρένα είναι ενισχυμένα. Στον βασικό εξοπλισμό περιλαμβάνονται ατσάλινοι δίσκοι 408 χιλ. εμπρός με σταθερές εξαπίστονες δαγκάνες και δίσκοι 380 χιλ. με τετραπίστονες δαγκάνες πίσω. Προαιρετικά, διατίθενται τα ακόμα πιο ισχυρά φρένα με carbon κεραμικο όνομα, αλλά και το φτερό που φτάνει έως τη μέση της πόρτας, όπως στην 911 GT1.
Andreas Preuninger: «Νέο σημείο αναφοράς»
Για όσους δεν τον γνωρίζουν, ο Andreas Preuninger είναι ο τεχνικός υπεύθυνος για τα μοντέλα GT της Porsche. Βρίσκεται στη θέση αυτή εδώ και δύο δεκαετίες, καθώς ανέλαβε τα καθήκοντά του λίγο καιρό μετά την παρουσίαση της πρώτης GT3 (996) το 1999. Με εξαίρεση αυτήν, όλες οι υπόλοιπες 911 με τον κωδικό GT φέρουν την υπογραφή του. Όπως μας εξήγησε, «με αυτή τη νέα RS επιθυμούσαμε ν’ ανεβάσουμε πολύ ψηλά τον πήχη και να δείξουμε πόσο κοντά σε ένα αγωνιστικό αυτοκίνητο μπορεί να είναι η αντίστοιχη έκδοση παραγωγής. Δίχως όμως να συμβιβαστούμε όσον αφορά στην καθημερινή χρήση. Επιλέγοντας το πρόγραμμα Normal, μπορείτε να ταξιδεύσετε με άνεση στον αυτοκινητόδρομο, μετά από μια επίσκεψη στην πίστα».
Ακολουθήσε μας στο YouTube: